Συνέντευξη της εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνιας Σβίγκου, στην εφημερίδα "Το Χωνί"
-Πως κρίνετε την επερχόμενη συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τους θεσμούς, ως προς τα βασικά χαρακτηριστικά της, με βάση τις πρώτες πληροφορίες; Σας προβληματίζει το γεγονός πως το ζήτημα του χρέους φαίνεται να τοποθετείται χρονικά σε επόμενη φάση; Τι θα γίνει τελικά με την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, την αύξηση του βασικού μισθού στα 751 ευρώ και τη 13η σύνταξη;
Για να κριθεί μια συμφωνία πρέπει πρώτα να υπάρξει. Αυτό που μπορούμε να κρίνουμε, αυτή τη στιγμή, που βρισκόμαστε στην τελική φάση της διαπραγμάτευσης, είναι ότι η κυβέρνηση κάνει αυτό για το οποίο ψηφίστηκε. Διαπραγματεύεται σκληρά, αντιμέτωπη με εκβιασμούς κάθε είδους, υπερασπιζόμενη τα συμφέροντα της πλειοψηφίας της κοινωνίας. Είναι ξεκάθαρο σε όλους τόσο εντός όσο και εκτός ότι, για πρώτη φορά υπάρχει πραγματική και ουσιαστική διαπραγμάτευση. Παρά το γεγονός ότι πολλοί μας καλούν να υπογράψουμε, ό, τι και αν περιέχει το κείμενο της συμφωνίας, η ελληνική κυβέρνηση παραμένει σταθερή στις θέσεις της και διαπραγματεύεται μέσα σε δύσκολες συνθήκες και μάλιστα θέτει ως βασικό σημείο της συμφωνίας την αναδιάρθρωση του χρέους, γνωρίζοντας ότι για να είναι βιώσιμη η λύση θα πρέπει να το αντιμετωπίζει.
Η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η σταδιακή επαναφορά του κατώτατου μισθού αποτελούν βασική μας θέση. Οι συνταξιούχοι είναι από τα μεγαλύτερα θύματα των μνημονιακών πολιτικών και εμείς πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να υπερασπιστούμε τα δικαιώματά τους.
-Τις τελευταίες ημέρες διατυπώνονται απόψεις, που αναφέρουν πως η ψηφοφορία για τη συμφωνία θα έχει χαρακτηριστικά ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση. Υφίσταται τέτοιο θέμα; Φοβάστε τυχόν διαρροές από τις τάξεις των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ ή των ΑΝΕΛ;
Πιστεύω ότι η συμφωνία που θα δεχτεί η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να είναι συμβατή τόσο με τις δεσμεύσεις της, όσο και με τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Έχουμε περιγράψει τα βασικά χαρακτηριστικά μιας τέτοιας συμφωνίας μέσα από συλλογικές διαδικασίες και βάσει αυτών χαράσσεται και η διαπραγματευτική τακτική της ελληνικής πλευράς. Δεν μπορούμε λοιπόν να συζητάμε για «διαρροές» και για «ψήφο εμπιστοσύνης» τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση χαίρει της εμπιστοσύνης τόσο των βουλευτών της, όσο και του ελληνικού λαού.
-Αν και έχετε τονίσει πως «θα διαψευστούν όσοι προεξοφλούν ρήγματα στο ΣΥΡΙΖΑ», πολλοί έσπευσαν να εκμεταλλευτούν μια προσθήκη της Αριστερής Πλατφόρμας στο κείμενο της απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματός σας, λέγοντας πως δημιουργείται έντονο χάσμα. Ποιο το σχόλιό σας;
«Συνηθισμένα τα βουνά από τα χιόνια». Δεν είναι η πρώτη φορά που με αφορμή τις συλλογικές διαδικασίες του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν να δημιουργήσουν μια εικόνα χάσματος. Η αλήθεια όμως είναι ότι μέσα από τις διαφορετικές προσεγγίσεις, όταν αυτές είναι ενταγμένες σε ένα πλαίσιο συλλογικής ευθύνης, γινόμαστε πιο αποτελεσματικοί και προχωράμε ως συλλογικός φορέας. Ποτέ δεν προσπαθήσαμε να κρύψουμε τις διαφορετικές απόψεις στο εσωτερικό μας, η αγωνία μας όμως είναι κοινή, το ίδιο και η προσπάθεια για να αλλάξει σελίδα ο τόπος.
-Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ζήτησε «να κλείσουμε όλοι τα αυτιά σε Κασσάνδρες και κινδυνολόγους». Πέρα από τις δημόσιες δηλώσεις των στελεχών της αντιπολίτευσης, έχετε εικόνα για τυχόν υπόγειες προσπάθειες κοινωνικής «αναταραχής»; Ποιο το σχόλιό σας για τη στάση των Σαμαρά, Βενιζέλου, Θεοδωράκη;
Αυτό που υπάρχει-και δεν είναι καθόλου υπόγειο- είναι μια συντονισμένη προσπάθεια από μνημονιακούς κύκλους εντός και εκτός της χώρας, να τρομοκρατήσουν τον ελληνικό λαό. Και σε αυτήν τους την προσπάθεια επιστράτευσαν και προεκλογικά, αλλά και μετεκλογικά, τη λάσπη, τη φτηνή προπαγάνδα, την ακατάσχετη κινδυνολογία. Η καλύτερη απάντηση σε όλους αυτούς ήταν και παραμένει η σθεναρή στάση του ελληνικού λαού, που γυρίζει την πλάτη του στο κλίμα φόβου και στηρίζει την κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση. Η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι δεν έχουν να προτείνουν τίποτα. Αποτελούν τους πιο πιστούς συμμάχους των δανειστών και ως κόμματα είναι αντιμέτωπα με τα δικά τους πολιτικά αδιέξοδα και την απόστασή τους από την κοινωνία και τις ανάγκες της.
-Ενώ η πλειονότητα των πολιτών δηλώνει -μέσω των δημοσκοπήσεων- πως στηρίζει τη νέα κυβέρνηση και τη διαπραγματευτική της προσπάθεια, υπάρχει προβληματισμός για την καθίζηση της οικονομίας. Πως σκοπεύει να ανατρέψει αυτή την κατάσταση η κυβέρνηση;
Ακόμα και σε αυτό το ασφυκτικό πρώτο τετράμηνο της κυβέρνησης, θεσμοθετήθηκε μια σειρά μέτρων, με κύριο τη ρύθμιση για τις 100 δόσεις, που προσπαθούν να δώσουν ανάσες στην οικονομία. Το να υποστηρίζει ο κ. Σαμαράς ότι υπάρχει οικονομική καθίζηση λόγω της διαπραγμάτευσης, είναι εξοργιστικό και προσβλητικό για την ελληνική κοινωνία. Η οικονομία ισοπεδώθηκε από την πολιτική λιτότητας και θα ανακάμψει μόνο με αλλαγή πολιτικής. Αυτό ακριβώς επιδιώκουμε και μέσα από τη διαπραγμάτευση.
Η επανεκκίνηση της οικονομίας είναι, λοιπόν, άρρηκτα συνδεδεμένη με την απαλλαγή από τα μνημόνια της λιτότητας, από τα εξωφρενικά πρωτογενή πλεονάσματα, από την απορύθμιση της αγοράς εργασίας. Μην ξεχνάμε ότι οι μνημονιακές μεταρρυθμίσεις που ισοπέδωσαν τους εργαζομένους, δεν έφεραν τελικά ούτε την πολυπόθητη ανάπτυξη, ούτε την ανταγωνιστικότητα. Αντίθετα, άφησαν κοινωνικά και οικονομικά συντρίμμια. Για να μπορέσουμε να αλλάξουμε την κατάσταση, χρειάζεται ένα διαφορετικό οικονομικό μοντέλο, όπου οι επενδύσεις και η ανάπτυξη θα συμβαδίζουν με την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της χώρας και του ανθρωπίνου της δυναμικού, την ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους, καθώς και την επαναφορά των εργασιακών δικαιωμάτων.
-Αν σας ζητούσαν να σχολιάσετε, με δυο τρεις λέξεις, την ως τώρα στάση των Μέρκελ, Ολάντ, Σόιμπλε, Γιούνκερ και Ντάισελμπλουμ, στο ελληνικό ζήτημα, τι θα λέγατε για τον καθένα από αυτούς; Κι επίσης, θα μπορούσε η Ευρώπη να συνεχίσει να πορεύεται μ' αυτό το «πολιτικό προσωπικό»;
Δεν έχει νόημα να σχολιάσω τη στάση του κάθε πολιτικού προσώπου. Είναι δεδομένο ότι το πολιτικό προσωπικό της Ευρώπης εκφράζει συγκεκριμένες πολιτικές απόψεις και συμφέροντα, πολλές φορές αντικρουόμενα μεταξύ τους. Η Ελλάδα, μάλιστα, βρέθηκε πολλές φορές αντιμέτωπη στις διαπραγματεύσεις με τρεις «θεσμούς» που είχαν αντιθέσεις μεταξύ τους, και αδύναμοι να τις συμβιβάσουν, προσπάθησαν να φορτώσουν τα αδιέξοδα στην ελληνική πλευρά. Αυτό δεν έχει να κάνει, όμως, με τα πρόσωπα αυτά καθ' αυτά, παρόλο που σε όλη τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης είναι φυσικό να συγκεντρώνουν πάνω τους τα φώτα.
Είναι πολιτικό το πρόβλημα της Ευρώπης, πρόβλημα αξιών και κατεύθυνσης. Όσο η Ευρώπη πορεύεται με αυτές τις πολιτικές που εξαθλιώνουν τους πολίτες της και υποβαθμίζουν τη δημοκρατία, δεν έχει μέλλον. Οι πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, όμως, στην Ισπανία δείχνουν ότι όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας, οι λαοί της Ευρώπης δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη.