Με την πυροσβεστική του παρέμβαση μετά την ολοκλήρωση της σύσκεψης της ομάδας πολιτικής διαπραγμάτευσης στο υπουργείο Οικονομικών ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε αφενός να επαναβεβαιώσει τη στήριξή του στον Γιάννη Βαρουφάκη, ο οποίος τις τελευταίες ημέρες έχει βρεθεί στο επίκεντρο διασταυρούμενων πυρών εντός και εκτός τειχών και αφετέρου να καθησυχάσει την κοινή γνώμη, τονίζοντας ότι οι διαπραγματεύσεις οδεύουν προς το τέλος τους και η συμφωνία θα επέλθει. Για αυτό το λόγο ο πρωθυπουργός τόνισε εμφατικά ότι «θέλω να διαβεβαιώσω τον ελληνικό λαό ότι διαπραγματευόμαστε εξασφαλίζοντας συνθήκες ασφάλειας και σταθερότητας για την ελληνική οικονομία. Σήμερα κι αύριο πληρώνονται κανονικά μισθοί και συντάξεις».
«Δεν είμαστε μόνοι μας, έχουμε να κάνουμε με 3 θεσμούς με αντικρουόμενες απόψεις μεταξύ τους. Υπάρχουν διαφορετικές πολιτικές σκοπιμότητες ακόμη και εντός των ευρωπαϊκών χωρών» σημείωσε ο πρωθυπουργός, ουσιαστικά δείχνοντας προς την πλευρά Σόιμπλε για την καθυστέρηση της συμφωνίας, αφού όπως τονίζεται από την ελληνική κυβέρνηση, «τα βήματα από πλευράς της έχουν γίνει και με το παραπάνω».
Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι οι κύκλοι του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τον οποίον πλέον κατηγορούν ότι λειτουργεί ως ανάχωμα για την επίτευξη συμφωνίας, όσο πλησιάζει η ώρα θα εντείνουν την επικοινωνιακή επίθεση τρόμου, με σκοπό να αναγκάσουν την κυβέρνηση σε άνευ όρων υπαναχώρηση έστω και την ύστατη στιγμή.
Σε αυτή την τακτική εντάσσουν εξάλλου και τις χθεσινές δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με τις οποίες η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις αφορά σε «βελτίωση του κλίματος και όχι στην ουσία».
Έτσι, ο Αλέξης Τσίπρας απηύθυνε παράλληλα, έκκληση για ψυχραιμία. «Να κλείσουμε τα αυτιά μας στις Κασσάνδρες. Χρειάζεται ψυχραιμία και αποφασιστικότητα στην τελική ευθεία» σημείωσε χαρακτηριστικά ο Έλληνας πρωθυπουργός, σε μία προσπάθεια να απαντήσει στα σενάρια που διακινούνται από τον Σόιμπλε «για να υιοθετηθούν εν συνεχεία και από τους εγχώριους πρόθυμους» όπως σημειώνει κορυφαίος υπουργός της κυβέρνησης, υποδαυλίζοντας τις διαπραγματεύσεις και κάνουν λόγο ακόμα και για capital control. Στόχος του πρωθυπουργού με την παρέμβασή του ήταν να ανακόψει τυχόν νέο κύμα φυγής καταθέσεων που θα αποτελούσε στη δεδομένη συγκυρία της διαπραγμάτευσης ανυπέρβλητο εμπόδιο.
«Η Ελλάδα πρέπει να κάνει μεγαλύτερες προσπάθειες για να υπάρξει συμφωνία» τόνισε στην ίδια σκληρή γραμμή και ο επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ.
«Είναι φανερό», ανέφεραν χθες πηγές του Μεγάρου Μαξίμου, «ότι μέχρι τέλους κάποιοι θα παίζουν παιχνίδια με στόχο την πίεση στην ελληνική κυβέρνηση», θέτοντας παράλληλα το πλαίσιο της συμφωνίας.
α. Χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα για τα πρώτα χρόνια.
β. Μη υφεσιακά μέτρα που θα έχουν και αναδιανεμητικό προσανατολισμό. Δεν θα υπάρξουν περικοπές σε μισθούς/συντάξεις.
γ. Μεταρρύθμιση του ΦΠΑ, ώστε να έχει αναδιανεμητικό χαρακτήρα και εισπραξιμότητα. Δεν υπάρχει σενάριο με 1,8 δισ. ευρώ μέτρα.
δ. Μακροπρόθεσμη λύση με ελάφρυνση του χρέους και αναπτυξιακό πακέτο.
Στο συνταξιοδοτικό θα υπάρξει μεταρρύθμιση, προκειμένου να περιοριστούν οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις (χωρίς να θίγονται θεμελιωμένα δικαιώματα) και να ενοποιηθούν ασφαλιστικά ταμεία. Η ελληνική κυβέρνηση, τονίζουν κυβερνητικές πηγές, δεσμεύεται για έναρξη διαλόγου και εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος και διαβεβαιώνει ότι «δεν προτίθεται να κόψει συντάξεις».
Ωστόσο, επισημαίνουν από την κυβέρνηση παραμένει το πρόβλημα με τη διαφορετική στάση ανάμεσα στους θεσμούς. Αν δεν απαιτούνταν η συμφωνία τoυ ΔΝΤ τώρα θα είχε κλείσει η συμφωνία, υπογραμμίζουν οι κύκλοι της κυβέρνησης.
Σημειώνουν επίσης ότι είναι χαρακτηριστική η διαφοροποίηση μεταξύ των θεσμών, όταν οι μεν Ευρωπαίοι (Κομισιόν και ΕΚΤ) ζητούν μια γρήγορη ως το τέλος Μαΐου συμφωνία, το δε ΔΝΤ, μέσω αξιωματούχων του, σημειώνει ότι «θα πρέπει να υπάρχει ολοκληρωμένη προσέγγιση, όχι μια γρήγορη και πρόχειρη δουλειά».
Καταλήγοντας οι ίδιες πηγές τονίζουν ότι «η κυβέρνηση έχει κάνει το χρέος της, έδειξε εμπράκτως ότι θέλει ρεαλιστική συμφωνία και ήρθε η ώρα οι θεσμοί να αναλάβουν τις ιστορικές ευθύνες τους απέναντι στην Ελλάδα και στο κοινό ευρωπαϊκό όραμα».
Έκκληση για «ευελιξία» από τον Τζακ Λιου
Την πρώτη του παρέμβαση υπέρ της εξεύρεσης μίας λύσης για το ελληνικό ζήτημα πραγματοποίησε ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζακ Λιου, λίγες ώρες πριν τη Σύνοδο των G7 στη Δρέσδη, ενώπιον του «οικοδεσπότη», Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Ο κ. Λιου, όπως είχε διαρρεύσει από την Τετάρτη, κατόπιν σχετικής εντολής του Προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα και μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον Έλληνα πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, σημείωσε ότι «φοβάμαι ότι ένας λάθος υπολογισμός στην περίπτωση της Ελλάδας θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία νέα οικονομική κρίση. Είναι λάθος να θεωρούμε ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν θα έχει συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία»
«Η πρόκληση για την Ευρώπη και τους Θεσμούς, συμπεριλαμβανομένου και του ΔΝΤ είναι να δείξουν την επαρκή ευελιξία» τόνισε σε τοποθέτησή του στο London School of Economics, προϊδεάζοντας για τη θέση που θα κρατήσει στη Σύνοδο των G7.
«Εφόσον η ελληνική κυβέρνηση είναι έτοιμη να κάνει τα απαιτούμενα βήματα, πρέπει να βρεθεί μία λύση χωρίς να διακινδυνεύεται μία αχρείαστη κρίση» κατέληξε.