Στη δικαστική αίθουσα των φυλακών Κορυδαλλού ξεκινά αύριο Δευτέρα η ιστορική δίκη της Χρυσής Αυγής. Για πρώτη φορά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, ένα κόμμα που εκπροσωπείται στη Βουλή καλείται να λογοδοτήσει για δράση εγκληματικής οργάνωσης.
Οι 69 κατηγορούμενοι, μεταξύ των οποίων η προηγούμενη Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος, θα βρεθούν ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, το οποίο θα κρίνει εάν τελικά το κόμμα της Χρυσής Αυγής αποτελεί ένα ναζιστικό μόρφωμα με συντονισμένη παράνομη δραστηριότητα.
Η πορεία προς το εδώλιο
Η αντίστροφη μέτρηση για να μπει στο στόχαστρο των αρχών η δράση της Χρυσής Αυγής ήταν η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, τα ξημερώματα της 18ης Σεπτεμβρίου 2013, από το οπλισμένο χέρι του Γιώργου Ρουπακιά.
Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται, στην προσπάθεια των αρχών να εξιχνιάσουν τη δολοφονία, αποκαλύπτοντας – σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας- μια δομημένη οργάνωση, ναζιστικού τύπου με πλούσια εγκληματική δράση.
Οι δεκάδες σκόρπιες δικογραφίες που βρίσκονταν σε γραφεία αστυνομικών τμημάτων και εισαγγελέων που αφορούσαν επιθέσεις με ρατσιστικό υπόβαθρο συγκεντρώθηκαν και «έδειξαν» ως κοινό παρονομαστή τους την Χρυσή Αυγή.
Η πρωτοβουλία ανήκε στον τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Νίκο Δένδια ο οποίος σε επιστολή του προς την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κουτζαμάνη, ανέφερε πως «η δραστηριότητα της Χρυσής Αυγής υπονομεύει την αυθεντία του κράτους δικαίου και θέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και την εσωτερική ασφάλεια της χώρας». Η εισαγγελική λειτουργός διέταξε κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο η δράση των μελών της Χρυσής Αυγής συνιστά εγκληματική οργάνωση.
Και το πόρισμα του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαρ. Βουρλιώτη ήρθε, άμεσα, για να σημάνει την αρχή ραγδαίων εξελίξεων. Το πόρισμα κάνει λόγο για ενεργή εγκληματική οργάνωση που δρα από το 1987 μέχρι σήμερα με στρατιωτική δομή, ιεραρχία και διακλαδώσεις σε όλη τη χώρα, με τον Νίκο Μιχαλολιάκο αρχηγό στα πρότυπα του «Führerprinzip» και υπαρχηγό τον Χρήστο Παππά.
Ο Νίκος Μιχαλολιάκος χαρακτηρίζεται ως ο «απόλυτος αρχηγός» ο οποίος οργάνωνε και συντόνιζε μια αυστηρά δομημένη οργάνωση. Στο πόρισμα Βουρλιώτη ως υπαρχηγός αναφέρεται ο Νίκος Παππάς ενώ οι βουλευτές, σύμφωνα με το εισαγγελικό λειτουργό, ανήκουν στον σκληρό πυρήνα της οργάνωσης. Χαμηλότερα στην πυραμίδα της ιεραρχίας ακολουθούν μεσαία στελέχη του κόμματος, οι «πυρηνάρχες». Σύμφωνα με το πόρισμα το «διευθυντήριο», αποφάσιζε, ο σκληρός πυρήνας μετέφερε τις εντολές στους «πυρηνάρχες» και εκείνοι οργάνωναν τις δράσεις.
Η φιλοσοφία της Χρυσής Αυγής ήταν – σύμφωνα με τον κ. Βουρλιώτη- ότι «όσοι δεν ανήκουν στη λαϊκή κοινότητα της φυλής είναι υπάνθρωποι. Στη κατηγορία αυτή ανήκουν ξένοι μετανάστες, Ρομά, όσοι διαφωνούν με τις ιδέες τους, ακόμη και άτομα με νοητικά προβλήματα. Η βία για τη Χρυσή Αυγή είναι το μήνυμα και όχι το μέσον επίτευξης των επιδιώξεών τους».
Τον Σεπτέμβριο του 2013, ανοίγει ο κύκλος των συλλήψεων. Ο γενικός γραμματέας της Χρυσής Αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος, βουλευτές και πρωτοκλασάτα στελέχη της βρίσκονται αντιμέτωποι με τη δικαιοσύνη η οποία βάζει στο μικροσκόπιο της την πολυδαίδαλη υπόθεση.
Η ανάκριση είναι πολύμηνη και σε αυτή εμπλέκεται το σύνολο της τότε κοινοβουλευτικής ομάδας της Χρυσής Αυγής. Πολλοί από τους κατηγορούμενους μεταξύ των οποίων ο Νίκος Μιχαλολιάκος αλλά και τα φερόμενα ως ηγετικά στελέχη παίρνουν το δρόμο για τη φυλακή. Εκατοντάδες μάρτυρες περνούν το κατώφλι του Εφετείου για να ρίξουν φως στην πολύκροτη υπόθεση. Οι άρσεις των τηλεφωνικών απορρήτων αλλά το πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό της οργάνωσης έρχονται να προστεθούν στην ογκοδέστατη δικογραφία. Οι εμπλεκόμενοι μιλούν για στημένες κατηγορίες και πολιτική δίωξη σε βάρος τους αρνούμενοι κατηγορηματικά όσα τους αποδίδονται.
Η ανάκριση ολοκληρώνεται και η 700 σελίδων πρόταση του εισαγγελέα Ισίδωρου Ντογιάκου καταγράφει με λεπτομέρειες την έκνομη δράση της «εγκληματικής οργάνωσής Χρυσή Αυγή» επισημαίνοντας ότι ένα πολιτικό κόμμα μπορεί να θεωρηθεί ότι δρα ως εγκληματική οργάνωση όταν χρησιμοποιεί τους μηχανισμούς και τα στελέχη του για εγκληματικές πράξεις
Σύμφωνα με τον εισαγγελικό λειτουργό η οργάνωση απέκτησε πολιτικό μανδύα με τις εκλογές του 2012 και όπως εκτιμά η Χρυσή Αυγή δρούσε από τη δεκαετία του 80 ωστόσο κλιμακώνει τις ενέργειες της μετά το 2008 όταν επικράτησε η συλλογιστική ότι «πας μη Έλλην βάρβαρος». Όπως αναφέρει στην πρόταση του ο κ. Ντογιάκος, «οι βουλευτές οι οποίοι εξελέγησαν κατά τις εκλογές του έτους 2012 υπό τη σημαία του πολιτικού κόμματός Λαϊκός Σύνδεσμος Χρυσή Αυγή συνειδητά επιδιώκουν να απαξιώσουν το κοινοβούλιο, τους θεσμούς και τις αρχές του κράτους… Ουδείς εκ των βουλευτών του ως άνω πολιτικού κόμματος είναι σε θέση να ισχυριστεί ευπροσώπως και με πειστικότητα ότι ήταν ανυποψίαστος για τις εγκληματικές πράξεις οι οποίες εξακολουθητικά και επί μακρό χρονικό διάστημα διαπράττονταν εξ ονόματος και για λογαριασμό του κόμματος στο οποίο ανήκει, σε βάρος των πολιτικών του αντιπάλων και σε βάρος αλλοδαπών».
Το αρμόδιο δικαστικό Συμβούλιο Εφετών υιοθετώντας την εισαγγελική πρόταση «έδειξε» το δρόμο για το εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων σε συνολικά 69 κατηγορούμενους , μεταξύ των οποίων σύσσωμη η προηγούμενη κοινοβουλευτική ομάδα της Χρυσής Αυγής, για ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και άλλα αδικήματα.
Στο παραπεμπτικό βούλευμα, το οποίο αριθμεί 1109 σελίδες, αναφέρονται οι δέκα σημαντικότερες υποθέσεις που περιλαμβάνονται στην ογκώδη δικογραφία, ανάμεσα στις οποίες κυριαρχούν οι φόνοι του Παύλου Φύσσα και του αλλοδαπού μετανάστη Λουκμάν Σάχζατ.
Ωστόσο, δεν υπάρχει ομοφωνία των δικαστών καθώς στο βούλευμα καταγράφεται η μειοψηφία του εισηγητή της υπόθεσης Νίκου Σαλάτα, ο οποίος είχε την άποψη ότι δεν στοιχειοθετείται η κακουργηματική κατηγορία της εγκληματικής διεύθυνσης γιατί εκλείπει ο πορισμός οικονομικού οφέλους, που είναι απαραίτητο στοιχείο της ειδικής υπόστασης του αδικήματος με βάση τη σύμβαση του Παλέρμο. Στο σκεπτικό του, ο δικαστικός λειτουργός επισημαίνει ότι επειδή δεν υπάρχει δίωξη για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης δεν μπορεί να υπάρξει ούτε επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας σε συμμορία. Σύμφωνα με τον κ. Σαλάτα οι κατηγορούμενοι δεν έπρεπε να παραπεμφθούν ούτε για το το κακούργημα της διακεκριμένης οπλοκατοχής .
Η διαφωνία του Νίκου Σαλάτα είναι το πρώτο ρήγμα που παρατηρείται και καταγράφεται κατά τη διάρκεια της πολύμηνης δικαστικής έρευνας και όπως εκτιμούν νομικοί κύκλοι η άποψη του δικαστικού λειτουργού θα αποτελέσει «σημαία» των κατηγορουμένων και των υπερασπιστών τους στο ακροατήριο στην προσπάθεια τους να αποδομήσουν τις σε βάρος τους βαρύτατες κατηγορίες.
Η πλειονότητα των πρωταγωνιστών της υπόθεσης, μεταξύ των οποίων και ο Νίκος Μιχαλολιάκος, βρίσκονται πλέον εκτός φυλακής, καθώς τα 18μηνα της προσωρινής τους κράτησης έληξαν.
Η δίκη ξεκινά στις 20 Απριλίου στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού, μέσα σε έντονες αντιρρήσεις και αντιδράσεις που κάνουν λόγο για ακατάλληλο χώρο ο οποίος δεν εξασφαλίζει την ομαλή λειτουργία της διαδικασίας.
Νίκος Μιχαλολιάκος, ο απόλυτος αρχηγός
Την απόλυτη ευθύνη όλων των εγκληματικών ενεργειών της «εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή» φέρει ο γενικός γραμματέας Νίκος Μιχαλολιάκος, σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα,αφού φέρεται ως ο «απόλυτος κυρίαρχος» καθώς «ως ιδρυτής και κατ ουσία αρχηγός και ηγέτης της , διηύθυνε αυτήν, καθ όλο το διάστημα της λειτουργίας της ως εγκληματικής οργάνωσης…».
Από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ξεκάθαρα η «στρατιωτικού» χαρακτήρα ιεραρχική δομή της οργάνωσης στην οποία καταγράφονται διακριτοί ρόλοι και αυστηροί κανόνες που αποτυπώνονται στο «καταστατικό αρχών».
Όπως αναφέρουν οι δικαστές του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου ο Νίκος Μιχαλολίακος, ο οποίος θα κληθεί να λογοδοτήσει για ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και διακεκριμένη περίπτωση οπλοκατοχής, με την ιδιότητα του αρχηγού δρούσε «παρέχοντας οδηγίες και εντολές προς τα μέλη της (οργάνωσης) γνωρίζοντας πλήρως τις ενέργειες τους και ελέγχοντας απολύτως τη δράση τους με στόχο την επίτευξη των παράνομων σκοπών τους και με μέσον τη διάπραξη εκ μέρους των μελών της διαφόρων ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων».
Σύμφωνα με το βούλευμα η ίδρυση της Χρυσής Αυγής, ως πολιτική οργάνωση, τοποθετείται κατά τη δεκαετία του 1980 και στη συνέχεια όπως υπογραμμίζεται «μετεξελίχθηκε σε πολιτικό κόμμα» που δρούσε με χαρακτηριστικά εγκληματικής οργάνωσης που διέπραττε αξιόποινες πράξεις.
Η ιεραρχική δομή της εγκληματικής οργάνωσης
Οι δικαστές περιγράφουν αναλυτικά την ιεραρχική δομή της οργάνωσης και την κατανομή των ρόλων της, με «επικεφαλής και απόλυτο κυρίαρχο» τον Νίκο Μιχαλολιάκο, τους βουλευτές- περιφερειάρχες και τον υπεύθυνο κάθε τοπικής οργάνωσης – πυρηνάρχη.
Όπως αναφέρεται στο βούλευμα «ο πυρηνάρχης από το Μάιο του 2012, οπότε η εγκληματική αυτή οργάνωση , ως πολιτικό κόμμα συμμετέχει στο Ελληνικό κοινοβούλιο, αναφερόταν απευθείας στον τοπικό βουλευτή- περιφερειάρχη και αυτός με τη σειρά του στην ηγεσία της εγκληματικής οργάνωσης από την οποία και ελάμβανε την εντολή ή την έγκριση για την εκδήλωση οποιασδήποτε αξιόποινης δράσης ή την τέλεση οποιουδήποτε εγκλήματος».
Ο σκοπός της δράσης της «εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή» και τα «Τάγματα Εφόδου»
Ο σκοπός της επιχειρησιακής δράσης της οργάνωσης, ήταν σύμφωνα με τους δικαστές, «η αντιμετώπιση δια της βίας των αντιφρονούντων, αλλοδαπών, αλλά και όσων θεωρούνταν σοβαροί ιδεολογικοί εχθροί της και κατ΄ επέκταση την βίαιη επιβολή των πολιτικών ιδεών της, εκδηλωνόταν μέσω των τοπικών οργανώσεων της και πάντοτε υπό την καθοδήγηση ανώτερου στην ιεραρχία στελέχους, με βάση οργανωμένο σχέδιο, το οποίο εκτελούσαν τα μέλη των ομάδων κρούσεως , επονομαζόμενα «Τάγματα Εφόδου» που λειτουργούσαν υπό την αιγίδα των Τοπικών Οργανώσεων, τα μέλη των οποίων είχαν ιδιαίτερα σωματικά προσόντα και κατάλληλη εκπαίδευση προσαρμόζουσα με εκείνη των ανδρών των επίλεκτων Ειδικών Δυνάμεων των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας. Δρούσαν δε οργανωμένα και συντεταγμένα, τηρώντας απαρέγκλιτα τις σχετικές εντολές και οδηγίες του επικεφαλής της εκάστοτε εγκληματικής δράσεως».
Τα στοιχεία της δικογραφίας που «δείχνουν» ότι η πίστη στον αρχηγό ανάγεται σε ένα επίπεδο μεταφυσικής .
Στην δικογραφία περιλαμβάνονται στοιχεία («Ιεραρχία - Δομή Χ.Α.») τα οποία καταδεικνύουν το ρόλο του ηγέτη για τον Νίκο Μιχαλολιάκοο οποίος φέρεται να επέχει θέση « Αρχηγού», καθώς «η εξουσία του είναι απόλυτη, απεριόριστη και αδιαμφισβήτητη».
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας Ισίδωρος Ντογιάκος καταγράφει αυτά τα στοιχεία ένα προς ένα. Όπως αναφέρει στα ηλεκτρονικά αρχεία της κόρης του Νίκου Μιχαλολιάκου Ουρανίας εκφράζεται η επιθυμία «να κάνουμε μία μέρα το Ελληνικό Κράτος λειτουργικό , όπως είναι η Χρυσή Αυγή, όπου η θέληση του Αρχηγού επιβάλλεται και εφαρμόζεται άμεσα, χωρίς παρεκκλίσεις και χωρίς ενδοιασμούς».
Στη δικογραφία αναφέρονται τα λόγια του Στάθη Μπούκουρα, επίσης, κατηγορούμενου πρώην βουλευτή της Χρυσής Αυγής - έχει διαχωρίσει τη θέση του- ο οποίος σε ομιλία του έλεγε «Δεν έχουμε Πρόεδρο. Έχουμε Αρχηγό, τον ακολουθούμε πιστά σαν γνήσιοι στρατιώτες και δεν κάνουμε πίσω σε ό, τι και να μας πει. Ακολουθούμε πιστά σε ό, τι μας διατάσσει και εκτελούμε» ενώ δήλωνε έτοιμος να πεθάνει για τον αρχηγό.
Χαρακτηριστική είναι η εγκύκλιος του κατηγορούμενου βουλευτή Χρήστου Παππά, η οποία συμπεριλαμβάνεται στη δικογραφία, όπου αναφέρεται «… θα πρέπει να λειτουργήσουμε με τα όργανα του κινήματος , σαν ένας πολιτικός απελευθερωτικός στρατός του Εθνικισμού και να εφαρμόσουμε πιστά την πάγια αρχή του στρατιωτικού δόγματος που λέγεται απαρέγκλιτη πίστη και υπακοή στην Ιεραρχία. Ζήτω η Νίκη. Ζήτω ο Αρχηγός».
Η προσωπολατρεία του Αρχηγού προκύπτει και από το έγγραφο που βρέθηκε στο ηλεκτρονικό αρχείο υπολογιστή που έχει κατασχεθεί στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ των άλλων, ότι «… Η έννοια του Αρχηγού - Καθοδηγητή στην ιδεολογία μας προσλαμβάνει μεταφυσικό περιεχόμενο. Ως μεταφυσικό περιεχόμενο ορίζουμε την ακράδαντη πίστη όλων των Χρυσαυγιτών πως ο Αρχηγός μας είναι ο Άνθρωπος που θα οδηγήσει την ιδεολογία μας στην Τελική Νίκη εναντίον των δυνάμεων του σκότους που απεργάζονται τον θάνατο του Ελληνισμού και θα οδηγήσει ολόκληρη τη χώρα στη δημιουργία του Γ Ελληνικού Πολιτισμού που όλοι μας ονειρευόμαστε… ο Αρχηγός μας συγκεντρώνει τα θετικά στοιχεία όλων των αγωνιστών της Χρυσής Αυγής πρώτος μεταξύ ομοίων στη αδιάσπαστη φάλαγγα των εθνικιστών… είναι ο άνδρας ο Ερχόμενος ο οποίος θα σαρώσει με την παρουσία του οτιδήποτε σάπιο ταλανίζει και βασανίζει το Ελληνικό Έθνος… στόχος της Χρυσής Αυγής είναι η τελική ταύτιση όσων ομνύουν πίστη στο Αρχηγό, στην ιεραρχία και στην ιδεολογία του κινήματος και όσων δεν ομνύουν ακόμα αυτή την πίστη καθώς και η ιδεολογική επικράτηση των ιδεών της».
Ο όρκος και οι μυστικιστικές τελετές
Ο «όρκος» που δινόταν σε τελετές μυστικιστικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, έρχεται να επιβεβαιώσει, σύμφωνα με τις αρχές την απόλυτη πίστη και υποταγή στον αρχηγό.
Οι τελετές- καταγράφονται σε βίντεο σκληρού δίσκου κατηγορούμενου- οργανώνονται συνήθως από ανώτερα στην ιεραρχία στελέχη -κατά την Εαρινή ή Χειμερινή Ισημερία, στην ύπαιθρο, υπό το φως αναμμένων πυρσών. Στόχος να δημιουργήσουν στα μέλη την πεποίθηση ότι αναλάμβαναν έναν «αγώνα για ολόκληρη την πολιτισμένη ανθρωπότητα» μέχρι «την τελική νίκη ή το θάνατο», αγώνα για τον οποίο όφειλαν να αντέξουν σε κάθε δυσκολία, προερχόμενη από «εξωτερικούς ή και εσωτερικούς εχθρούς», οπλισμένοι με «ατσάλινη θέληση και ανδρεία», ώστε να «κοιτάξουν τον προαιώνιο εχθρό στα μάτια και να τον πλήξουν χωρίς έλεος», γιατί «στο αγώνα για εθνική επιβίωση δεν νοείται αίσθημα του οίκτου και της δειλίας», επικαλούμενοι «τον καθαγιασμό των ψυχών τους με τα ιερά σύμβολα της αρχέγονης ευρωπαϊκής παράδοσης» «πιστοί στις εντολές του αρχηγοί ως προπομποί ενός νέου κόσμου».
Μάλιστα, τα μέλη υποβάλλονταν στο φόβο για τις συνέπειες που θα είχε πιθανή καταπάτηση του όρκου τους , με τιμωρία , που μπορεί να έφθανε μέχρι και το θάνατο: «Μπορεί η καταπάτηση ενός όρκου να μην επισύρει νομικές ποινές αλλά οπωσδήποτε έχει ηθικής φύσεως επιπτώσεις και κατά συνέπεια υπάρχει σοβαρή περίπτωση επιβολής μιας άτυπης τιμωρίας στα πλαίσια ηθικών και όχι νομικών κανόνων. Όσο πιο μεγάλη είναι η καταπάτηση του όρκου τόσο πιο αυστηρή θα είναι και η αντιμετώπιση του επίορκου. Για ένα κίνημα ή ομάδα με αυξημένο το αίσθημα της τιμής, του καθήκοντος και της αφοσίωσης , η καταπάτηση του όρκου αποτελεί ζήτημα χειρίστου είδους ατόμου, στο οποίο οι υπόλοιποι ορκισμένοι από οργή και μόνο θα είναι υποχρεωμένοι να τον καταδιώξουν με σιδερένια πυγμή να του καταδείξουν το λάθος… Ζήτω ο Αρχηγός, Ζήτω η Χρυσή Αυγή, Ζήτω ο θάνατος».
Κατά τη διάρκεια της επίμαχης τελετής – είναι μέρος της δικογραφίας- τα μέλη επαναλαμβάνουν όλοι μαζί το κείμενο του όρκου , το οποίο έχει ως εξής: «Ορκίζομαι ότι δεν θα θέσω σε υψηλότερη μοίρα τη ζωή από την ελευθερία ούτε τον αρχηγό θα εγκαταλείψω, ούτε ζωντανό ούτε νεκρό. Αλλά από τους συναγωνιστές που έπεσαν κατά τη μάχη, όλους θα δοξάσω. Και όταν ο αγώνας τελειώσει, θα τιμήσω σαν αδελφό κάθε συναγωνιστή. Εκείνοι όμως που προτίμησαν να προδώσουν, όλους αδίστακτα θα τιμωρήσω. Την ιερή φλόγα της φυλής μου ορκίζονται να προστατεύω. Ώστε να τους φωτίζει και να τους καθοδηγεί στο χάος των αιώνων» και στο τέλος χαιρετίζουν με «ναζιστικό χαιρετισμό».
Ο κομβικός ρόλος των βουλευτών της Χρυσής Αυγής
Κομβικό ρόλο στη δράση της «εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή» επιφυλάσσουν στους βουλευτές που εξελέγησαν με τα ψηφοδέλτια της Χρυσής Αυγής το 2012 οι δικαστές του Συμβουλίου Εφετών. Θεωρούν ότι είναι οι «επίσημοι εκφραστές των θέσεων» της οργάνωσης που φέρει τον μανδύα πολιτικού κόμματος και λειτουργεί σε ναζιστικά πρότυπα, με ένοπλο τμήμα, στρατιωτικού τύπου οργάνωση, τυφλή υποταγή στον αρχηγό και στόχο να επιβάλει με βίαια και έκνομα μέσα τις θέσεις της σε αντιπάλους και αλλοδαπούς.
Οι 18νυν και πρώην βουλευτές της Χρυσής Αυγής που θα καθίσουν στο εδώλιο, σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, έχουν νευραλγικό ρόλο δίπλα στον αρχηγό και λόγο στις ενέργειες καθώς φέρονται να μετείχαν στον σκληρό πυρήνα της οργάνωσης και να είχαν γνώση των έκνομων δραστηριοτήτων της, τις οποίες ουδέποτε είχαν καταγγείλει ή αμφισβητήσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
Μάλιστα, όπως υπογραμμίζουν οι δικαστές, οι βουλευτές χρησιμοποίησαν ακόμη και το βήμα της Βουλής για να επιτευχθούν οι σκοποί τους…
Καταπέλτης είναι και ο εισαγγελέας Ισίδωρος Ντογιάκος ο οποίος στην πρόταση του αναφέρει πως οι βουλευτές επεδίωκαν την απαξίωση του κοινοβουλίου:
«Οι Βουλευτές οι οποίοι εξελέγησαν, κατά τις εκλογές του έτους 2012, υπό τη σημαία του πολιτικού κόμματος «ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ - ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ», συνειδητά επιδιώκουν να απαξιώσουν το Κοινοβούλιο, τους θεσμούς και τις αρχές του Κράτους. Τούτο προκύπτει σαφώς από σχετικές δηλώσεις των ίδιων, οι οποίες είναι καταγεγραμμένες αυτολεξεί παραπάνω, με επαναλαμβανόμενες ανοίκειες με την Κοινοβουλευτική λειτουργία συμπεριφορές και ποικίλους άλλους τρόπους, ήτοι συνεχείς και επαναλαμβανόμενες αντιδεοντολογικές πράξεις, ακραίες φραστικές διατυπώσεις και επιθέσεις, καθώς και προσβλητικές συμπεριφορές σε βάρος των συναδέλφων τους στην αίθουσα του Κοινοβουλίου, αλλά και εκτός αυτού, με δηλώσεις τους και με την αρθρογραφία τους στο τύπο της παράταξή τους. Ουδείς εκ των Βουλευτών του ως άνω πολιτικού κόμματος, είναι σε θέση να ισχυριστεί ευπροσώπως και με πειστικότητα ότι ήταν ανυποψίαστος για τις εγκληματικές πράξεις, οι οποίες εξακολουθητικά και επί μακρό χρονικό διάστημα διαπράττονταν εξ ονόματος και για λογαριασμό του κόμματος στο οποίο ανήκει, σε βάρος των πολιτικών του αντιπάλων και σε βάρος αλλοδαπών. Ουδείς εξ αυτών αντέδρασε, έστω και στοιχειωδώς, στην τέλεση έστω και ενός από τα τόσο σοβαρά εγκλήματα που τελέσθηκαν κατά παντός αντιφρονούντα ή στοχοποιημένου ατόμου. Ουδείς εξέφρασε , έστω και τυπικά, ένα λόγο συμπαθείας στα θύματα και στους παθόντες. Αντίθετα, όλοι, ανεξαιρέτως, επιδεικτικά και επανειλημμένα , ο καθένας με τον τρόπο του, άμεσα ή έμμεσα, σιωπηρώς ή δια βοής, αποδέχτηκαν τα διάφορα εγκλήματα και τα αποτελέσματά τους , ενίοτε μάλιστα εγκωμιάζοντας αυτά δημοσίως ή εκθειάζοντας τους δράστες ή ακόμη και στρεφόμενοι φραστικά κατά των παθόντων. Και ασφαλώς όλοι, ανεξαιρέτως, ως Κοινοβουλευτικά στελέχη του, είχαν χαράξει την πολιτική του κόμματος και είχαν εγκρίνει τη δράση του καθώς τους τρόπους και τις μεθόδους εφαρμογής της πολιτικής του αυτής. Η απόλυτη ομοφωνία τους προκύπτει, χωρίς καμία αμφισβήτηση, από το γεγονός ότι όχι μόνο δεν έχει καταγραφεί έστω και μία παραίτηση κάποιου διαφωνούντα, αλλά δεν έχει αρθρωθεί έστω και ένας λόγος αντίθετος στην πολιτική της βίας, πλην ενός Βουλευτή, ο οποίος παραιτήθηκε από το κόμμα και όχι από τη Βουλευτική έδρα λίγο πριν κληθεί σε απολογία».
Οι πρωταγωνιστές
Ο ρόλος του αρχηγού Νίκου Μιχαλολιάκου αδιαμφισβήτητα κυριαρχεί στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής, ωστόσο, σημαντικές είναι και οι αναφορές στους βουλευτές του που φέρονται να συμμετείχαν και να διηύθυναν, στο πλευρό του, την εγκληματική οργάνωση. Κάποιοι, μάλιστα, από τους βουλευτές φέρονται να έχουν ξεχωριστό ρόλο στην ιεραρχία.
Ο προφυλακισμένος βουλευτής Ηλίας Κασιδιάρης, ο οποίος καταγράφεται σε δεκάδες φωτογραφίες που υπάρχουν στη δικογραφία, να κρατά όπλα και να εκπαιδεύει σε ερημικές τοποθεσίες μέλη της οργάνωσης, όπως αναφέρουν οι δικαστές κατάφερε να ανέβει στην ιεραρχία και «αναδείχθηκε σε επίσημος εκφραστής των θέσεων της, δράσεων της και στόχων της (οργάνωσης) αναφερόμενος απευθείας στον αρχηγό Νίκο Μιχαλολιάκο, διακηρύσσοντας τις επιδιώξεις της με δημόσια ρητορική μίσους εναντίον του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας και των θεσμών αλλά και των εναντίον ομάδων ή ατόμων που είχαν στοχοποιηθεί ως πολιτικοί ή φυλετικοί εχθροί της , με ομιλίες του σε διάφορες εκδηλώσεις της αλλά ακόμη και από το βήμα της Βουλής , ως βουλευτής, μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2012, στις οποίες η εν λόγω οργάνωση μετέσχε ως πολιτικό κόμμα με την επωνυμία «Λαϊκός Σύνδεσμος- Χρυσή Αυγή» διευθύνοντας την πλέον ως βουλευτής μαζί με τον αρχηγό δίνοντας εντολές ή εγκρίνοντας εγκληματικές δράσεις – επιθέσεις».
Σε ότι αφορά τα όπλα που βρέθηκαν στην κατοχή του Ηλία Κασιδιάρη, σύμφωνα με τους δικαστές ο Ηλίας Κασιδιάρης τα είχε στην κατοχή του με σκοπό «τον παράνομο εφοδιασμό της εγκληματικής οργάνωσης στα πλαίσια της δραστηριότητας του ως μέλος της ηγετικής ομάδας και βουλευτής αυτής…» με στόχο «την εξόντωση των στοχοποιημένων απ αυτήν «πολιτικών και φυλετικών της» εχθρών».
Ο φίλος και κουμπάρος του Νίκου Μιχαλολιάκου, κατηγορούμενος βουλευτής Χρήστος Παππάςθεωρείται ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης. Ο Χρήστος Παππάς, είναι άνθρωπος εμπιστοσύνης του αρχηγού και χαρακτηρίζεται διευθυντής της οργάνωσης τουλάχιστον από την 20/9/2010 έως την σύλληψη του τον Σεπτέμβριο του 2013. Στην κατηγορία σε βάρος του γίνεται αναφορά σε εκκλησιαστικά κειμήλια και σε όπλα που βρέθηκαν στο σπίτι του στα Γιάννενα.
Η σύζυγος του Νίκου Μιχαλολιάκου, βουλευτής Ελένη Ζαρούλια φέρεται, σύμφωνα με την κατηγορία, να είχε επίγνωση της εγκληματικής δράσης της οργάνωσης και με τις εμπρηστικές της δηλώσεις να «έδειχνε» τον δρόμο για επιθέσεις με την υπογραφή της Χρυσής Αυγής. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι δικαστές η κατηγορούμενη έκανε τις συγκεκριμένες (εμπρηστικές) δηλώσεις «παρά το γεγονός ότι ασφαλώς γνώριζε τις εγκληματικές πράξεις που είχαν διαπραχθεί από τα Τάγματα Εφόδου σε βάρος των πολιτικών και ιδεολογικών αντιπάλων, καθώς και σε βάρος κάθε άλλου στοχοποιημένου προσώπου, Έλληνα ή αλλοδαπού».
Ο Γιάννης Λαγός είχε, επίσης, σύμφωνα με το κατηγορητήριο κεντρικό ρόλο στις δράσεις της εγκληματικής οργάνωσης , άλλοτε συμμετέχοντας ο ίδιος προσωπικά και άλλοτε με τη δημόσια ρητορική του. Ο κατηγορούμενος βουλευτής εμφανίζεται να είχε πλήρη ευθύνη της εγκληματικής δράσης των Τοπικών Οργανώσεων στην ευρύτερη εκλογική περιφέρεια του Πειραιά, της Νίκαιας και του Περάματος».
Ο Ηλίας Παναγιώταρος, όπως αναφέρεται στο παραπεμπτικό βούλευμα «Από το βήμα της Βουλής, διακήρυξε τις επιδιώξεις της οργάνωσης με δημόσια ρητορική μίσους εναντίον του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας και των θεσμών, διευθύνοντας αυτή ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος και του Πολιτικού Συμβουλίου ως Βουλευτής, μαζί με τον Αρχηγό και τους άλλους Βουλευτές αλλά και ως "Περιφερειάρχης" Μεσσηνίας - Λακωνίας - Αργολίδας - Αρκαδίας - Κορινθίας - Νεμέας - Πάτρας - Κυπαρισσίας - Βάρδα Ηλείας - Αμαλιάδας - Αιγίου - Μάνης - Νοτίων Προαστίων Αττικής, δίνοντας εντολές ή εγκρίνοντας εγκληματικές δράσεις και επιθέσεις».
Καταπέλτης είναι το παραπεμπτικό βούλευμα και για τον Γιώργο Γερμενή καθώς όπως αναφέρει:
«Από τότε που εντάχθηκε στην οργάνωση, διακήρυσσε τις επιδιώξεις της με δημόσια ρητορική μίσους, με ομιλίες του σε διάφορες εκδηλώσεις της, αλλά ακόμη και από το βήμα της Βουλής.Ως μέλος της Χρυσής Αυγής έδινε εντολές ή ενέκρινε εγκληματικές επιθέσεις, με τις οποίες η οργάνωση εμφανιζόταν τόσο στην εκλογική του περιφέρεια, όσο και σε όλη την Ελληνική Επικράτεια, διαπράττοντας εγκλήματα και προβαίνοντας και ο ίδιος μαζί με άλλους σε βίαιες και ρατσιστικού περιεχομένου επιθέσεις σε βάρος των στοχοποιημένων ατόμων, ημεδαπών και αλλοδαπών σε διάφορες περιοχές της χώρας».
Και τα όπλα που βρέθηκαν στην κατοχή του κατηγορούμενου, σύμφωνα με τους δικαστές, σκόπευαν στον εφοδιασμό της εγκληματικής οργάνωσης με στόχο την «εξόντωση των κατά την άποψη της «εχθρών του έθνους» και των ανθρώπων με διαφορετικές από τις υποστηριζόμενες από αυτήν πολιτικές, ιδεολογικές κ.λ.π. θέσεις, αντιλήψεις και επιλογές, ως και των ξένων μεταναστών, ρομά και γενικά όσων δεν ανήκουν στην (Άρια) Λευκή Φυλή».
Οι βουλευτές που διαχώρισαν τη θέση τους ελπίζοντας σε ευνοϊκή ποινική μεταχείριση
Το ενιαίο μέτωπο των κατηγορούμενων βουλευτών της Χρυσής Αυγής ράγισε όταν ο Στάθης Μπούκουρας και ο Χρυσοβαλάντης Αλεξόπουλος διαχώρισαν τη θέση τους και αποχώρησαν από τους κόλπους της δεχόμενοι τα πυρά των πρώην συντρόφων τους.
Ο Χρυσοβαλάντης Αλεξόπουλος, ήταν ο πρώτος βουλευτής που ανεξαρτητοποιήθηκε δηλώνοντας από το βήμα της Βουλής, την ώρα που οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής του κουνούσαν επιδεικτικά χαρτονομίσματα, ότι δεν είχε την παραμικρή συμμετοχή σε εγκληματικές ενέργειες επισημαίνοντας πως υπήρξε θεατής παράνομων ενεργειών τις οποίες όπως είπε δεν ήταν σε θέση να σταματήσει ή να παρεμποδίσει. Ισχυρίστηκε μάλιστα, ότι μετά τη δολοφονία Φύσσα ήθελε να ανεξαρτητοποιηθεί φοβόταν, όμως, για την οικογένεια του.
Ο Στάθης Μπούκουρας, πάλι, έμεινε στην μνήμη όλων για το ξέσπασμα του όταν κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στη Βουλή για τη άρση της βουλευτικής του ασυλίας ξέσπασε σε λυγμούς… «Δεν είμαι φασίστας ούτε ναζιστής, πατριώτης είμαι» είπε κλαίγοντας. Ο Στάθης Μπούκουρας ανεξαρτητοποιήθηκε αφού προηγουμένως είχε διαγραφεί από την Χρυσή Αυγή διαχωρίζοντας τη θέση του και αρνούμενος τη συμμετοχή του σε οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη.
Και οι δυο αρνήθηκαν να παραδώσουν την έδρα τους και ως ανεξάρτητοι βουλευτές στήριξαν με την ψήφο τους για πρόεδρο της Δημοκρατίας τον προτεινόμενο από τη Νέα Δημοκρατία Σταύρο Δήμα.
Για τις δικαστικές αρχές, όμως, ο ρόλος των πρώην βουλευτών της Χρυσής Αυγής ήταν καθοριστικός για την δράση της «εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή».
Οι Στάθης Μπούκουρας και Χρυσοβαλάντης Αλεξόπουλος είναι αντιμέτωποι με την κατηγορία της ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης ενώ ο πρώτος κατηγορείται και για διακεκριμένη οπλοκατοχή σε βαθμό κακουργήματος. Αρμόδιες πηγές σχολιάζοντας τις κινήσεις των πρώην βουλευτών έλεγαν πως απώτερος στόχος είναι να «κερδίσουν» ευνοϊκή ποινική μεταχείριση καθώς θεωρείται δεδομένο πως το γεγονός ότι αποκήρυξαν τους πρώην συντρόφους τους θα προβληθεί ως το δυνατό υπερασπιστικό τους χαρτί ενώπιον του δικαστηρίου.
Οι δικαστές του Συμβουλίου Εφετών, ωστόσο, επιφυλάσσουν για τον Στάθη Μπούκουρα πρωταγωνιστικό ρόλο σε επιθέσεις σε βάρος αλλοδαπών. Όπως αναφέρεται στο παραπεμπτικό βούλευμα ο Στάθης Μπούκουρας «μετά την ένταξή του στην οργάνωση, του ανατέθηκε αρχικά η συμμετοχή σε δράσεις - επιθέσεις σε βάρος μεταναστών στην πλατεία του Αγ. Παντελεήμονα Αττικής και στη συνέχεια, ανελισσόμενος, του ανατέθηκε ο ρόλος της στρατολόγησης νέων υποστηρικτών - μελών στην περιοχή της Κορινθίας και της ευρύτερης περιοχής, όπου και δημιούργησε τους αντίστοιχους "Πυρήνες"».
«Επικεφαλής τους ήταν ο ίδιος, στον οποίο αναφέρονταν και εκτελούσαν απαρέγκλιτα τις εντολές του, ενώ μεριμνούσε και για την στρατιωτικού τύπου "εκπαίδευση" των "ταγμάτων εφόδου" της Κορινθίας.
Μετά την εκλογή του ως Βουλευτής έδινε εντολές για εγκληματικές δράσεις, ενίοτε δε μετέχοντας και ο ίδιος σε ρατσιστικές επιθέσεις σε βάρος ημεδαπών στοχοποιημένων ατόμων διαφορετικών πολιτικών, ιδεολογικών αντιλήψεων, ξένων μεταναστών, Ρομά κλπ».
Ο Χρυσοβαλάντης Αλεξόπουλος, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, είχε κομβικό ρόλο στην επίτευξη των στόχων της εγκληματικής οργάνωσης καθώς:
«Ανελίχθηκε στην ιεραρχία και αναδείχθηκε επίσημος εκφραστής των θέσεων των δράσεων της και των στόχων της αναφερόμενος απευθείας στον αρχηγό Νίκο Μιχαλολιάκο διακηρύσσοντας τις επιδιώξεις της με δημόσια ρητορική μίσους εναντίον του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας και των θεσμών αλλά και εναντίον ομάδων ή ατόμων που είχαν στοχοποιηθεί ως πολιτικοί ή φυλετικοί εχθροί της , με ομιλίες του σε διάφορες εκδηλώσεις της, αλλά και από το βήμα της Βουλής των Ελλήνων ως βουλευτής Λάρισας , μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 2012 , στις οποίες η εν λόγω οργάνωση μετέσχε ως πολιτικό κόμμα , διευθύνοντας την πλέον ως βουλευτής , μαζί με τον αρχηγό και τους άλλους βουλευτές δίνοντας εντολές ή εγκρίνοντας εγκληματικές δράσεις- επιθέσεις».