“Τους επόμενους μήνες η ελληνική κυβέρνηση θα δεχτεί μεγαλύτερες πιέσεις και γι' αυτό τον λόγο θα μπορούσε να καταστεί πραγματικότητα το ενδεχόμενο ενός δημοψηφίσματος ή πρόωρων εκλογών”, αναφέρεται σε ανάλυση του αμερικανικού κέντρου στρατηγικών μελετών Stratfor, ενώ υπογραμμίζεται ότι “οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η ελληνική κυβέρνηση παραμένει εξαιρετικά δημοφιλής, αλλά και ότι οι Έλληνες επιθυμούν την παραμονή της χώρας στην Eυρωζώνη. Κατά συνέπεια, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εκπληρώσει και τις δύο εντολές χωρίς να προβεί σε συμβιβασμούς”.
Όπως σημειώνεται, “το ενδεχόμενο εκλογών ή δημοψηφίσματος είναι σήμερα περισσότερο πιθανό από ό,τι το 2011, όταν το πρότεινε ο πρώην πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, για τον απλό λόγο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εκλέχθηκε για να επαναδιαπραγματευθεί το χρέος της Ελλάδας, να θέσει τέλος στα μέτρα λιτότητας και για να κρατήσει τη χώρα στην Eυρωζώνη. Η Αθήνα, ωστόσο, αντιμετωπίζει ολοένα περισσότερες δυσκολίες στο να εκπληρώσει αυτούς τους στόχους ταυτόχρονα, καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρόκειται να δώσει στην Ελλάδα περισσότερα χρήματα εάν η Αθήνα δεν εισαγάγει ουσιαστικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις όπου θα περιλαμβάνονται οι περικοπές δαπανών, η ιδιωτικοποίηση κρατικών εταιρειών, η αναμόρφωση του συνταξιοδοτικού συστήματος και της εργατικής νομοθεσίας. Από την άλλη πλευρά, η ελληνική κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι δεν πρόκειται να εφαρμόσει πολιτικές που αντιβαίνουν στις προεκλογικές υποσχέσεις και ότι θα επικεντρωθεί στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς”.
Στη συνέχεια, σημειώνεται ότι “την ώρα που η Αθήνα και το Eurogroup συζητούν το μέλλον της Ελλάδας, οι Έλληνες ψηφοφόροι μοιάζουν παγιδευμένοι στη μέση. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η ελληνική κυβέρνηση παραμένει εξαιρετικά δημοφιλής, αλλά και ότι οι Έλληνες επιθυμούν την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη. Κατά συνέπεια, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εκπληρώσει και τις δύο εντολές χωρίς να προβεί σε συμβιβασμούς. Το δίλημμα κάνει την εμφάνισή του την ώρα που αναδύονται εσωτερικές διαμάχες στον ΣΥΡΙΖΑ, με ορισμένες αριστερές ομάδες να επικρίνουν τις πρόσφατες προτάσεις της κυβέρνησης ή και να αντιπροτείνουν την έξοδο της χώρας από το ευρώ. Οι πιστωτές της Ελλάδας αντιμετωπίζουν επίσης τους δικούς τους πολιτικούς περιορισμούς, οι οποίοι επιδρούν στις διαπραγματευτικές τους θέσεις. Στη Γερμανία, οι πιο συντηρητικές ομάδες του κυβερνώντος κόμματος αντιτίθενται στις παραχωρήσεις έναντι της Αθήνας, ενώ η Γερμανία ανησυχεί ότι οι παραχωρήσεις προς τον ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγούσαν στην ενίσχυση άλλων αντισυστημικών κομμάτων στην Ευρωζώνη, ενώ μια επιτυχής κατάληξη για τον ΣΥΡΙΖΑ στις διαπραγματεύσεις θα οδηγούσε και άλλες κυβερνήσεις, στο μέλλον, να διεκδικήσουν παρόμοιες υποχωρήσεις”.
Τέλος, εκτιμάται ότι “η Ελλάδα θα ασκήσει πιέσεις για ελάφρυνση του χρέους, το πιθανότερο υπό την μορφή επέκτασης της περιόδου ωρίμανσης των δανείων, χαμηλότερων επιτοκίων ή με αποπληρωμές συνδεδεμένες με την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Μολονότι κάποιες κυβερνήσεις της Ευρωζώνης θα αποδέχονταν ενδεχομένως αυτές τις προτάσεις, η όποια συμφωνία θα εμπεριείχε αυστηρούς όρους. Οι όροι αυτοί θα ασκούσαν στον ΣΥΡΙΖΑ ισχυρές πιέσεις, καθώς θα έπρεπε να αποφασίσει εάν θα εγκατέλειπε ορισμένες από τις προεκλογικές του υποσχέσεις και θα αποδέχονταν τα αιτήματα της ΕΕ ή εάν θα τα απέρριπτε, προκαλώντας ενδεχομένως την χρεοκοπία και την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Αυτό είναι το πλαίσιο εντός του οποίου η ελληνική κυβέρνηση θα αισθάνονταν ενδεχομένως ότι δεν διαθέτει την εντολή του εκλογικού σώματος για τη λήψη μιας τόσο κρίσιμης απόφασης, καθιστώντας πιθανό ένα δημοψήφισμα ή τη διενέργεια πρόωρων εκλογών”.