Την εκτίμηση ότι η μη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας δε συνιστά πολιτική νίκη της αντιπολίτευσης, αλλά πρόβλημα για τη χώρα, την οικονομία και το λαό, εξέφρασε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος, στην ομιλία του στο υπουργικό συμβούλιο.
Ασκώντας κριτική στην αντιπολίτευση, έκανε λόγο για “εκβιασμό των θεσμών με τη συμπαράσταση της Χρυσής Αυγής”, για “τεχνητή διακοπή της τετραετούς θητείας της Βουλής, παρά τη βούληση του ελληνικού λαού” και υπογράμμισε πως “αυτοί που έστησαν ένα χορό θεσμικών αμφιβολιών, μην τυχόν η Χρυσή Αυγή ψηφίσει υπέρ του Προέδρου της Δημοκρατίας, δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό να αθροίσουν τις ψήφους της Χρυσής Αυγής στη μειοψηφία που απέκλεισε την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας και οδήγησε στην πρόωρη διάλυση της Βουλής”.
Ο κ. Βενιζέλος επεσήμανε ότι οι εκλογές δεν έχουν διεξαχθεί, αλλά “τώρα θα διεξαχθούν, άρα τώρα θα κριθούν”. Ασκώντας κριτική στην αντιπολίτευση που “πανηγυρίζει” γιατί πηγαίνουμε σε εκλογές, ο κ. Βενιζέλος χαρακτήρισε “ανιστόρητο” το επιχείρημα, όπως είπε, ότι “η προσφυγή στις εκλογές δεν βλάπτει, γιατί οι εκλογές είναι συνώνυμες της δημοκρατίας”, και πρόσθεσε ότι “δεν λαμβάνει υπόψη την εμπειρία των κοινοβουλευτικών συστημάτων”, για να τονίσει ότι η δημοκρατία βασίζεται στις περιοδικές εκλογές και πως “θέλει καθαρά διαστήματα εφαρμογής πολιτικών για να αποδίδουν αποτελέσματα οι πολιτικές αυτές”.
Επιπλέον, κατηγόρησε την αντιπολίτευση για τον τρόπο που χειρίστηκε όχι μόνο θεσμικά αλλά ηθικά τη διαδικασία της προεδρικής εκλογής και με τον οποίο “κινδυνεύει να ακυρώσει μακροπροθέσμως τις προϋποθέσεις συναίνεσης στη χώρα μας και αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο”.
Ο κ. Βενιζέλος υποστήριξε ότι “εάν οι εκλογές συνιστούν κίνδυνο, οι διπλές εκλογές είναι έγκλημα κατά της χώρας και της οικονομίας”. Είπε ότι πιστεύει στις κυβερνήσεις συνεργασίας, για να προσθέσει ότι η συγκυβέρνηση, τόσο στον πρώτη φάση της με τη συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ όσο και μετέπειτα, απέδειξε ότι είχε και modus operandi και modus vivendi και ήθος δημοκρατικό, “ως πολιτικοί αντίπαλοι της μεταπολίτευσης που μας επέτρεψε να λύσουμε προβλήματα, με αντιπαραθέσεις και διαφωνίες”.
“Αλλά με έναν κοινό στόχο που τον υπηρετήσαμε με συνέπεια και αποτελεσματικότητα και όχι μόνο στα θέματα της οικονομίας και της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους, αλλά και στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας της χώρας, όπου και συναντίληψη είχαμε και ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων και ικανότητα ανάληψης σημαντικών πρωτοβουλιών που και αυτές πιστώνονται στην κυβέρνηση συνεργασίας”, πρόσθεσε.
Ο κ. Βενιζέλος είπε ότι για το ΠΑΣΟΚ, μετά από πέντε χρόνια στην προσπάθεια αυτή στην οποία στη συνέχεια στοιχήθηκε και η ΝΔ, “η διαφύλαξη του κεκτημένου, δηλαδή των θυσιών του ελληνικού λαού, έχει τεράστια σημασία”.
“Για όλους μας φυσικά, αλλά εμείς έχουμε πληρώσει τεράστιο κόστος”, συνέχισε, για να επισημάνει ότι η διάλυση της Βουλής δε σημαίνει διάλυση της κυβέρνησης και πως “έχουμε την υποχρέωση να προστατεύσουμε τη σταθερότητα και την ασφάλεια σε όλα τα επίπεδα”.
“Και θα το κάνουμε αυτό. Την εγγυώμεθα και την προστατεύουμε και από εκεί και πέρα παραδίδουμε την ευθύνη στον ελληνικό λαό, ο οποίος πρέπει να καθορίσει τη μοίρα του”, τόνισε, εξηγώντας ότι “εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι για την οικονομία, παρά τα επιτεύγματα” και ότι “παρόλα αυτά είναι εύθραυστη η κατάσταση”, γιατί υπάρχουν οι αγορές, γιατί υπάρχουν χρηματοοικονομικά δεδομένα διεθνή, γιατί υπάρχει η λεπτή σχέση μας με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
“Αυτό είναι το καθοριστικό ζήτημα”, είπε ο κ. Βενιζέλος, εξηγώντας ότι η σχέση αυτή με την ΕΚΤ προϋποθέτει ότι θα έχουμε ολοκληρώσει τη μετάβαση από το Μνημόνιο στο καθεστώς της προληπτικής πιστωτικής γραμμής. “Και βεβαίως έχουμε καθυστέρηση στη λήψη συμφωνημένων δόσεων. Και αυτό έχει τις δικές του επιπτώσεις. Άρα, η πολιτική αβεβαιότητα είναι αυτή που λειτουργεί ως κοινός παρονομαστής όλων των θεμάτων που έχουμε”, σημείωσε και πρόσθεσε ότι “δυστυχώς η πολιτική αβεβαιότητα, αντί να επιλυθεί ως πρόβλημα, οξύνεται με την προσφυγή στις εκλογές”.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ανέφερε ότι σημασία έχει πως πρέπει κατά τη διάρκεια των επομένων 27 ημερών μέχρι τις εκλογές “να είμαστε έτοιμοι ως κυβέρνηση, ανεξαρτήτως των κομμάτων στα οποία ανήκουμε και τα οποία θα δίνουν την προεκλογική μάχη”, “να κάνουμε τη δουλειά μας και να εμφανίσουμε την Ελλάδα ενώπιον του εκλογικού σώματος και να τη θέσουμε υπό την κρίση του εκλογικού σώματος, όχι μόνον όπως είναι, αλλά και όπως θα θέλαμε να είναι σε λίγο καιρό, εφόσον υπερβούμε την απειλή της πολιτικής αστάθειας και αβεβαιότητας”.