“Κρατώ υγιή τον πληθυσμό, δεν επιβαρύνω τα κοινωνικά συστήματα προστασίας και ενδυναμώνω την πρωτοβάθμια φροντίδα”. Αυτό είναι το νέο δόγμα του υπουργείου Υγείας, τονίζει η υφυπουργός Κατερίνα Παπακώστα σε συνέντευξή της στη διαδικτυακή τηλεόραση του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων.
Η υφυπουργός Υγείας σημειώνει ότι "το υπό διαμόρφωση ΠΕΔΥ θα απορροφήσει σε πρώτη φάση 1.000 επαγγελματίες υγείας για να ενισχυθεί η πρωτοβάθμια φροντίδα, στο πλαίσιο των διαδικασιών που προβλέπονται από το νόμο. Η πρωτοβάθμια φροντίδα θα είναι η αιχμή του δόρατος, πριν βεβαίως η πρόληψη, και στη συνέχεια αν κάτι δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από αυτά τα δύο στάδια, δηλαδή τα βαρέα περιστατικά θα πηγαίνουν στην τριτοβάθμια φροντίδα, στα νοσοκομεία. Αυτό αποφορτίζει όλο το σύστημα".
Η κ. Παπακώστα υποστηρίζει ότι οι αδυναμίες του συστήματος υγείας "έχουν να κάνουν με τη στελέχωση. Η υποστελέχωση και ιδίως σε νοσηλευτικό προσωπικό καλύπτεται τώρα από την προκήρυξη 2.950 μόνιμων θέσεων που αιτηθήκαμε και αυτή τη στιγμή είμαστε στη φάση της έγκρισης από το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Παρά ταύτα, και από τους πίνακες των γιατρών που εκκαθαρίζονται αυτές τις ημέρες, απελευθερώνουμε διαρκώς γιατρούς, νοσηλευτές και άλλου είδους επαγγελματίες Υγείας για να μεταφερθούν στις μονάδες, στις δομές, να ανακουφίσουν το σύστημα".
Ερωτηθείσα για τα προβλήματα που παρατηρούνται στα δημόσια νοσοκομεία -από γάζες έως και άλλα αναλώσιμα υλικά- η υφυπουργός Υγείας αναφέρει ότι "το υπουργείο Υγείας δίνει τα χρήματα, το νοσοκομείο τα έχει στον προϋπολογισμό του, αλλά πολλές φορές δεν ανταποκρίνονται οι τοπικοί προμηθευτές. Ως αποτέλεσμα, επιστράφηκε από τον προϋπολογισμό για το 2013, ποσό 1,5 εκατ. ευρώ ως αναπορρόφητο".
Αναφορικά με την αυστηροποίηση των εξετάσεων πρόληψης, η κ. Παπακώστα σημειώνει ότι "αυτό που γίνεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα είναι η ασφαλής πρόσβαση στην πρόληψη των πολιτών. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει κάθε διαγνωστικό κέντρο να έχει έναν οδικό χάρτη, το οποίο να τον τηρεί κάτω από την ομπρέλα του υπουργείου Υγείας. Μέχρι τώρα, καθένας είχε τη δική του εκτίμηση και, ναι μεν υπηρετούσε την πρόληψη, αλλά με ένα δικό του τρόπο αντίληψης. Βάλαμε έναν ενιαίο οδικό χάρτη. Αυτός πατάει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, πατάει στην επιστημονική κοινότητα. Μπορεί μια εξέταση να γίνεται κάθε χρόνο ή κάθε μήνα; Η απάντηση είναι ότι δεν απαγορεύεται. Απλώς απαιτείται επιστημονική τεκμηρίωση. Μπαίνει και ένα στατιστικό πεδίο ελέγχου συνταγογράφησης. Π.χ. για τα ΠΑΠ τεστ, η κατευθυντήρια οδηγία δε δεσμεύει την ιατρική κοινότητα να πει ότι εγώ το κάνω στη χρονιά και το συστήνω στις γυναίκες που θέλουν να το κάνουν. Απλώς τους δίνουμε μια κατεύθυνση πώς το αντιμετωπίζει η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. Το ΠΑΠ τεστ θα γίνεται, όπως γινόταν και πριν”.
Σχολιάζοντας, τέλος, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για την υγεία όπως το ανέπτυξε ο κ. Τσίπρας στη ΔΕΘ, η κ. Παπακώστα αναφέρει ότι σήμερα "για πρώτη φορά, δεν υπάρχει Έλληνας πολίτης, αλλά και πολίτης που ήρθε από άλλη χώρα και μένει νόμιμα στη χώρα μας και δεν είναι ασφαλισμένος, που δεν θα έχει φροντίδα. Ο κ. Τσίπρας έπρεπε να πει ότι αυτό το πρόγραμμα ήδη τρέχει. Την ευαισθησία για τον άνθρωπο δεν τη μονοπωλεί κανείς. Με θλίβει το ότι μπαίνει μπροστά, ως ορολογία η ανθρωπιστική κρίση και μονοπωλείται από μια πτέρυγα. Καλά έκανε ο κ. Τσίπρας και ύψωσε ως σημαία του τον άνθρωπο, αλλά γιατί δεν αναγνωρίζει και τις ευαισθησίες στις πολιτικές της κυβέρνησης;".