Την πρόθεση της κυβέρνησης να ανοίξει διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος με τρόπο που αυτή θα συμβάλει στην αντιμετώπιση της βαθιάς οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης, αποκάλυψε μιλώντας στη συζήτηση του προϋπολογισμού ο υφυπουργός Εσωτερικών Χαράλαμπος Αθανασίου. Ελλείψει χρόνου (σ.σ. είναι εξαιρετικά περιορισμένος ο χρόνος ομιλίας στον προϋπολογισμό των υπουργών), ο κ. Αθανασίου δεν αναφέρθηκε στα κεφάλαια που η κυβέρνηση επιθυμεί να ανοίξει με τη δρομολόγηση της διαδικασίας Αναθεώρησης του Συντάγματος.
Εξέφρασε όμως τον προβληματισμό του για τα όρια του άρθρου 60 του Συντάγματος που ορίζει ότι "οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση" και ότι "η παραίτηση από το βουλευτικό αξίωμα είναι δικαίωμα του βουλευτή και συντελείται μόλις ο βουλευτής υποβάλει γραπτή δήλωση στον Πρόεδρο της Βουλής".
Ο κ. Αθανασίου αναφέρθηκε στο άρθρο 60 του Συντάγματος με αφορμή, όπως είπε, τις διαγραφές βουλευτών επειδή διαφοροποιήθηκαν στην ψήφιση των μέτρων του Μεσοπροθέσμου Προγράμματος.
Ο υφυπουργός Εσωτερικών επισήμανε ότι εκτός από το άρθρο 60 του Συντάγματος υπάρχει και το άρθρο για τα οργανωμένα κόμματα. "Πρέπει να δούμε μέχρι που μπορεί να πάνε, με βάση το Σύνταγμα, αυτά τα όρια της ελευθερίας", είπε ο κ. Αθανασίου και προσέθεσε ότι "δεν επιτρέπεται να ανατρέπονται αποφάσεις αντίθετες με αυτές που έχουν ληφθεί στο εσωτερικό των κομμάτων που οδηγούν και σε παραβίαση του καταστατικού τους, διότι έτσι αλλοιώνονται και οι πλειοψηφίες με βάση τις οποίες λαμβάνονται αποφάσεις μέσα στα κόμματα".
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο υπουργός αναφερόμενος στην τρικομματική κυβέρνηση υπογράμμισε ότι "τολμά με πολιτικό κόστος και όραμα". Αναρωτήθηκε, επίσης, ποιος μπορεί να παραγνωρίσει το θάρρος του προέδρου του ΠΑΣΟΚ που, αν και γνώριζε τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζε και το κόστος που επωμιζόταν, ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών και στη συνέχεια τη στήριξη της κυβέρνησης. Αντίστοιχα, και για τον πρόεδρο της ΔΗΜΑΡ Φώτη Κουβέλη αναρωτήθηκε ποιος μπορεί να παραγνωρίσει τη σύνεση και τη νηφαλιότητα με τις οποίες αντιμετωπίζει τις διαβολές για τον πατριωτισμό του, όπως και τον τίμιο και ίσιο λόγο του πρωθυπουργού.