“Φοβάμαι τους ανθρώπους
που σού 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν”.
Με αυτούς τους στίχους ο Μανώλης Αναγνωστάκης, έδωσε κατά τον καλύτερο τρόπο το στίγμα της εποχής. Ή ακόμα καλύτερα το στίγμα των γεγονότων που σημάδεψαν την εποχή. Μια περίοδο με έντονα πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Διεκδικήσεις. Και αίμα. Γιατί η εξέγερση είχε και αίμα...
Η 17η Νοεμβρίου, συμβολίζει την κορυφαία λισως από τις συλλογικές πράξεις αντίστασης που σημάδεψαν την επταετία της χούντας. Μέσα από τη γενιά του κινήματος του Πολυτεχνείου αναδείχθηκαν πρόσωπα και προσωπικότητες. Άλλοι γνωστοί και άλλοι άγνωστοι.
Μερικών το όνομα πολυακουσμένο, συνυφασμένο αργότερα με τη νεότατη πολιτική ιστορία της χώρας μας, με κυβερνητικά ή άλλα πόστα σε θέσεις κλειδιά. Ακόμα περισσότεροι όμως, είναι εκείνοι που βρέθηκαν μεν στην πρώτη γραμμή των γεγονότων, αλλά επέλεξαν στη συνέχεια να τραβήξουν το δικό τους δρόμο, μακριά από κομματικές ταμπέλες και αξιώματα. Ανώνυμοι αλλά πρωταγωνιστές. Μέσα από τις μαρτυρίες τους θελήσαμε να αναζητήσουμε την εμπειρία εκείνων των ημερών, όπως ακριβώς την έζησαν οι νέοι τότε - χωρίς τους αναχρονισμούς και τις επετειακές εκλογικεύσεις σαράντα ολόκληρων χρόνων.
Το news.gr, μίλησε με δύο από τους πρωταγωνιστές του '73. Της γενιάς του Πολυτεχνείου. Από εκείνους που επέλεξαν να θυμούνται και όχι να τους θυμούνται. Ο κάθε ένας, έχει να καταθέσει τη δική του προσωπική μαρτυρία για τα γεγονότα.
Ο πρώτος, φοιτητής τότε της Καλών Τεχνών. Σήμερα καθηγητής εικαστικών σε σχολείο της Παλλήνης. Ο Νίκος Γιαννάκης, 40 χρόνια μετά θυμάται και αφηγείται τα γεγονότα εκείνων των ημερών. Όπως τα έζησε εκείνος. Γεγονότα που όπως λέει ξεκίνησαν από αντίδραση για την ανεξέλεγκτη δράση της αστυνομίας...
“Υπήρχε η αντίδραση για όσους διέκοπταν τα μαθήματα για να πάνε φαντάροι. Επίσης, θέλαμε να φύγουν οι αστυνομικοί μέσα από τις αίθουσες. Θέλαμε να φύγουν τα δοτά συμβούλια που είχε ορίσει η Χόυντα. Στην Καλών Τεχνών φανταστείτε, δουλεύαμε με γυμνά μοντέλα και έμπαιναν κάθε τρεις και λίγο οι ασφαλίτες, προκαλώντας σαματά. Μόνο και μόνο από περιέργεια και από μαγκιά. Δεν υπήρχε σχέδιο δράσης. Το μόνο που ήθελαν ήταν να δείξουν ότι κατείχαν εξουσία', αφηγείται ο κύριος Γιαννάκης.
“Θέλαμε να δούμε τι θα κάνουμε για να φύγουν οι αστυνομικοί από τις σχολές. Έτσι, δώσαμε την Τετάρτη ραντεβού. Σημειωτέον, η σχολή λειτουργούσε και το απόγευμα και ήμαστε μαζεμένοι καμία εβδομηνταριά άτομα. Από αυτούς λίγοι ανεβήκαμε στο διάδρομο για να δούμε πως θα κινηθούμε”, συνεχίζει την περιγραφή του.
Όπως χαρακτηριστικά λέει, πολύς ήταν ο κόσμος που δεν ενδιαφερόταν για ό,τι συνέβαινε. Πολύς ήταν επίσης ο κόσμος που δεν συμμετείχε καν στο κίνημα.
O Νίκος Γιαννάκης
Η πορεία προς την εξέγερση...
“Αφού λοιπόν μαζευτήκαμε οι ανέντακτοι και συζητήσαμε, τέσσερα άτομα από τα 70, αποφασίσαμε ότι πρέπει να γίνει κατάληψη. Ζητήσαμε σε όλες τις παρατάξεις να φύγουν γιατί δεν μπορούσαμε να τους προστατεύσουμε και επιπλέον δεν μπορούσαμε να αναλάβουμε την ευθύνη παρουσίας τους στο κτίριο”.
Θυμάται αμέσως μετά την ομάδα των τεσσάρων να βγαίνει και να κατευθύνεται προς το κτίριο της Αρχιτεκτονικής για να σχεδιάσει τις επόμενες κινήσεις.
“Είχαμε ήδη αποφασίσει για το επόμενο μας βήμα. Οι φοιτητές Αρχιτεκτονικής, Ανωτάτης Εμπορικής και άλλων σχολών παρέμεναν μέχρι εκείνη την ώρα αναποφάσιστοι. Σιγά σιγά όμως, γινόταν ένα ψηστήρι μεταξύ ανεντάκτων και αποφάσισαν κι εκείνοι με τη σειρά τους ότι θα στηρίξουν την κατάληψη”.
Ήταν τότε, που κόσμος ερχόταν διαρκώς στο κτίριο του Πολυτεχνείου, με το σκεπτικό να συμμετέχουν κι εκείνοι στην κατάληψη.
“Κατά τις 10, και ενώ είχε περάσει η ώρα, αποφασίσαμε οι τέσσερις των Καλών Τεχνών να κλείσουμε τις πόρτες γιατί δεν μπορούσαμε να ελέγξουμε ποιος έμπαινε και ποιος έβγαινε. Βλέπαμε κόσμο με πολιτικά και τον υποψιαζόμαστε. Έτσι, μπήκαμε στο εργαστήριο της γλυπτικής και πήραμε σίδερα, με τα οποία δέσαμε πόρτες της Τοσίτσα και της Στουρνάρα. Από άλλες σχολές μπήκαν στην Αρχιτεκτονιοκή και τραγουδούσαν όλο το βράδυ”.
Οι επαναστάτες των Μεγάρων...
Τότε μάλιστα ήταν σε εξέλιξη και οι αντιδράσεις για την απαλλοτρίωση της γης στα Μέγαρα, από τη ΣΤΡΑΝ του Στρατή Ανδρεάδη για τη δημιουργία διυλιστηρίων στην περιοχή, γεγονός που είχε προκαλέσει την έντονη αντίδραση των κατοίκων για την κίνηση του επιχειρηματία.
“Φανταστείτε”, συνεχίζει ο κύριος Γιαννάκης, “ότι οι πρώτοι οργανωμένοι ήρθαν από την Πάχη των Μεγάρων για να μπουν στο Πολυτεχνείο. Η Συντονιστική Επιτροπή οργανώθηκε. Είπε ότι θα βγάζει συνθήματα και εμείς ακολουθήσαμε. Ενώ περνούσε η ώρα, είδαμε απέναντι να έρχονται τα τηλεοπτικά συνεργεία”. “Φοβηθήκαμε ότι θα μας καταγράψουν. Πήραμε καθρέφτες για να αντιφεγγίσουμε τις μηχανές τους. Ήταν κάποιο ολλανδικό συνεργείο, όπως μάθαμε αργότερα”.
“Διαφωνούσαμε με το Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία”
Ο κύριος Γιαννάκης ανατρέχει, στη στιγμή που τα πρώτα πανό έκαναν την εμφάνισή τους και το λευκό πανί άρχιζε να γεμίζει συνθήματα.
“Πολλά από αυτά όμως, όπως και το Ψωμί Παιδεία δεν μας ενδιέφεραν και δεν πιστεύαμε ότι έτσι θα πέσει η Χούντα. Ήρθε η Πέμπτη και η Παρασκευή. Έμεινα άυπνος μέχρι και το Σάββατο μέσα. Η υπερένταση ήταν τεράστια κι ας ρωτήσει κάποιος αν αντέχει άνθρωπος έτσι. Γράφαμε συνθήματα. Τα στέλναμε έξω. Περιφρουρούσαμε την Καλών Τεχνών για να μην καταστραφεί τίποτα και στα εργαστήρια και στα τυπογραφεία. Να μείνουν όλα τα πολύτιμα υλικά ανέγγιχτα”.
Κόσμος μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο...
“Ο κόσμος ήταν και έξω και μέσα, σε αντίδραση για τη Χούντα. Ζητούσε το ερέθισμα για να φτάσει μέχρι εκεί. Αρκετοί φωτογραφίζονταν”.
Φέρνει στη μνήμη του, όταν την Παρασκευή το βράδυ άρχισε η ρίψη μεγάλου αριθμού δακρυγόνων, κατά τις 8 το βράδυ στο προαύλιο του κτιρίου.
“Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω από που. Μερικά τα θάψαμε με πηλό από το εργαστήρι της γλυπτικής για να μην διαρρεύσει ο καπνός”. Οι μέρες περνούσαν, και μετά ακολούθησαν λίγο πολύ τα γνωστά....”
Οι τελευταίες ώρες
“Βρισκόμουν περιφρούρηση στο εργαστήρι της γλυπτικής. Μόλις μπήκε το τανκ μέσα, έφυγα προς τη σχολή χημικών μηχανικών. Εκείνη την ώρα από την πλευρά της Στουρνάρη είχαν γκρεμίσει το κάγκελο και έβγαινε ο κόσμος έξω. Οι αξιωματικοί του στρατού προσπαθούσαν να μην χτυπηθούμε. Ένας από αυτούς μάλιστα, έστρεψε τα όπλα κατά των αστυνομικών για να διαφύγει ο κόσμος από τη μία πλευρά. Από την άλλη χτυπούσαν με τα γκλομπ οι αστυνομικοί. Έτρεξα και μπήκα σε μία πολυκατοικία ανοιχτή και κατέβηκα στο υπόγειο. Ξαφνικά, χτυπάει ένα γκλομπ στο σκαλί δίπλα μου και ανεβαίνω μαζί με όλους τους άλλους προς τους πρώτους ορόφους, χτυπώντας κουδούνια σε μια προσπάθεια να διαφύγουμε. Κανείς δεν άνοιγε...”
Περιγράφει τα λεπτά αγωνίας, καθώς οι ένοικοι ήταν προστατευμένοι πίσω από τις καλά μανταλωμένες πόρτες του σπιτιού τους δεν άνοιγαν σε κανέναν υπό το φόβο της αστυνομίας.
“Πήραμε τα πατάκια από τις πόρτες για ασπίδα. Φτάσαμε στην ταράτσα. Σπάσαμε ένα τζάμι και αρχίσαμε να βοηθάμε ο ένας τον άλλο να βγει έξω. Από εκεί ταράτσα – ταράτσα βρεθήκαμε σε άλλη πολυκατοικία”.
Από τις στιγμές που έρχονται πιο έντονα στο μυαλό του είναι τότε που “ένας κύριος”, όπως λέει, φιλοξένησε εκείνον και τους υπόλοιπους συμφοιτητές του στο σπίτι του στη διάρκεια της νύχτας....
“Μας έβαλε να πλυθούμε γιατί είχαμε μουτζουρωθεί από το κλιμακοστάσιο της πολυκατοικίας που προσπαθήσαμε να κρυφτούμε. Την άλλη μέρα το πρωί πήγε ένας από εμάς στο περίπτερο για τσιγάρα και να δει τι γίνεται. Έτσι, μπορέσαμε τελικά να διαφύγουμε. Συλλήψεις γινόταν συνέχεια ακόμα και το πρωί όταν ανέβαινα την Καλλιδρομίου”.
Όπως λέει, όλοι ήξεραν πια ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, ακόμα κι εκείνοι που δεν συμμετείχαν στην εξέγερση.
“Παντού η ατμόσφαιρα το άφηνε να διαρρεύσει. Ο κόσμος ήταν παντού ανάστατος. Τελικά, ούτε τη χούντα διώξαμε, ούτε τους αστυνομικούς. Τους είχαμε για πολύ καιρό μετά εκεί....”.
Ο πολιτικοποιημένος...
“Συμμετείχα στο κίνημα. Όταν έγινε η εισβολή είχα ήδη τραυματιστεί. Υπήρξε μία κατεύθυνση πολιτική σε όλο αυτό που γινόταν...”, θυμάται με τη σειρά του ο γεωπόνος σήμερα, Δημήτρης Καρακώστας.
“Η Πατησίων την Παρασκευή ήταν γεμάτη. Οι επικεφαλής της πορείας έφτασαν στην Κλαυθμώνος, όπου άρχισε το πρώτο ξύλο και εκεί τραυματίστηκα άσχημα. Με έραψαν σε ένα φαρμακείο, όπως όπως και ξαναγύρισα στο Πολυτεχνείο”.
Όπως λέει ο κύριος Καρακώστας, όταν έγινε η εισβολή ήταν στο γιατρό.
Μιλάει για μία εποχή, όπου υπήρχε μία κατάσταση στην κοινωνία, στέρησης δημοκρατικών ελευθεριών από το επίπεδο της τέχνης και του πολιτισμού μέχρι το επίπεδο της πολιτικής, την οποία βίωνε ένας μεγάλος αριθμός του φοιτητικού χώρου.
Αρκετά γεγονότα, πρόδρομοι της εξέγερσης...
“Πριν το Πολυτεχνείο έγινε μία ακόμα συγκέντρωση στα Χαυτεία, η οποία χτυπήθηκε από την αστυνομία. Πριν από το καλοκαίρι υπήρχαν ήδη γεγονότα. Στο Πολυτεχνείο στις 16 Φεβρουαρίου, την άνοιξη του '73 στην Ανωτάτη Εμπορική και πάει λέγοντας. Με χίλιους δύο τρόπους οι φοιτητές προσπαθούσαν να εκδηλώσουν την άποψη και τα αισθήματά τους και φαινόταν η στόχευση αυτής της κινηματικής διαδικασίας που δεν ήταν άλλη από το να πέσει η Χούντα”, σημειώνει ο άλλοτε φοιτητής της Γεωπονικής.
Στέκεται στη βίαιη διακοπή της αναβολής στράτευσης από τη Χούντα. Τότε που οι αντιφρονούντες πλήρωναν με την κατάταξή τους τα αντιχουντικά τους αισθήματα. “Μας συνελάμβαναν και μας έδερναν χωρίς κατηγορία. Μας έδερναν και μας άφηναν, και πάλι από την αρχή. Είτε γιατί ήμαστε φοιτητές είτε γιατί δεν είχαν κάτι να μας προσάψουν και προσπαθούσαν να βρουν. Ένα μέτρο, το οποίο θα σταματούσε το κίνημα των φοιτητών – όπως πίστευαν τουλάχιστον - ήταν να επιστρατεύσουν τους επικεφαλής του κινήματος και να κόψουν το κεφάλι του τέρατος. Μια διαρκής προσπάθεια τρομοκράτησης και αποβολής από τις σχολές, επικρατούσε εκείνη την εποχή”,
“Συμπαράσταση λαέ...”
“Το σύνθημα "Συμπαράσταση λαέ" ακούστηκε στη Νομική. Μάλιστα, είχαμε υποστήριξη από αρκετό κόσμο. Έρχονταν άνθρωποι είτε από περιέργεια, είτε δημοκράτες, είτε φίλοι, είτε συγγενείς και έτρωγαν ξύλο. Στο Πολυτεχνείο είχαμε γενική συμμετοχή πολιτών. Οι μαθητές που ήταν κοντά στην φοιτητική συνέλευση και η εργατική τάξη που ήταν επίσης κοντά μας, συμμετείχαν στη συντονιστική επιτροπή”, σημειώνει ο κύριος Καρακώστας.
"Η αστυνομία έχασε τον έλεγχο"
Όπως λέει, η αστυνομία είχε αρχίσει τότε να χάνει τον έλεγχο της κατάστασης. “Δεν μπορούσε 'να λύσει το πρόβλημα' από τη στιγμή που είχε μπει ο λαός στο προσκήνιο. Δεν ήταν μόνο οι 3000 φοιτητές που έπρεπε να αντιμετωπίσει. Ήταν χιλιάδες άνθρωποι, οι οποίοι από την πρώτη μέρα προσέτρεχαν για βοήθεια.
Όπως υποστηρίζει, η αστυνομία μπορούσε 'να κάνει καλά' έναν ορισμένο αριθμό ανθρώπων εκείνη την εποχή. Με τις προκηρύξεις, τον ραδιοφωνικό σταθμό και άλλες μεθόδους, ενημερωνόταν επί τρεις ημέρες ο κόσμος για το τι συνέβαινε.
“Γράφαμε συνθήματα στα τρόλεϊ, Έτσι, έσπαγε ο φόβος που επικρατούσε στην κοινωνία. Το κίνημα έδωσε μία ποιοτική αλλαγή στην όλη υπόθεση του φοιτητικού κινήματος και ανάγκασε τον Παπαδόπουλο να χρησιμοποιήσει τα τανκς”, λέει ο κύριος Καρακώστας.
“Ήμαστε έτοιμοι για την αυτοθυσία...”
“Ακόμα και όταν υπήρξε η εισβολή ήμαστε έτοιμοι για την αυτοθυσία”, συνεχίζει βυθισμένος στις μνήμες του.
“Ακόμα και απέναντι στα όπλα. Όταν αναγκάζεται ο άλλος να βάλει τα τανκς, σε δυναμώνει ψυχολογικά. Υπήρχε συντονισμός δράσης. Όταν λαμβανόταν μία απόφαση ήταν σεβαστή από όλους, παραμερίζοντας τελικά όποιες αντιθέσεις μπορεί να υπήρχαν”.
Το κίνημα και οι προβοκάτορες...
Κάνει λόγο για προβοκάτορες, οι οποίοι προσπάθησαν να ρίξουν ευθύνες, όντας οι ίδιοι μέσα στο κίνημα. Για ανθρώπους, οι οποίοι προσπάθησαν να σπείρουν τη διχόνοια για την εισβολή και τους θανάτους στο Πολυτεχνείο παρότι οι περισσότεροι συμμετέχοντες ήταν αποφασισμένοι και περήφανοι. “Χαφιέδες πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν”, σημειώνει.
Παραλληλίζει την κατάσταση που επικρατούσε τότε στην κοινωνία, με τη σημερινή.
“Εμείς ζητούσαμε τότε ψωμί παιδεία ελευθερία. Γράφαμε τα συνθήματά μας. Άλλα λιγότερο, άλλα περισσότερο εξέφραζαν το σύνολο αυτού του κόσμου. Ζητούσαμε μία καλύτερη κατάσταση στην παιδεία. Σήμερα διαλύεται η παιδεία, λέει.
Υποστηρίζει ότι το φοιτητικό κίνημα οφείλει να διεκδικήσει καλύτερη παιδεία.
“Τώρα διαλύουν τα Πανεπιστήμια και απολύουν. Και τότε υπήρχε μία οικονομική κρίση πριν την πετρελαϊκή κρίση. Σήμερα το πρόβλημα της εργασίας είναι τραγικότερο από τότε, συγκριτικά. Έχουμε 1.500.000 ανέργους. Τότε δεν είχαμε. Ούτε μείωση του μεροκάματου είχαμε”.
Σήμερα όπως λέει όμως, είναι πιο επιφανειακά τα πράγματα, ως προς τον τρόπο αντιμετώπισης. “Τότε δεν είχαν ψηφίσει τον Παπαδόπουλο. Την κατάσταση τη σημερινή με δικομματική την ψήφισε ο κόσμος και νιώθει ένοχος γι' αυτό. Τον Παπαδόπουλο και τον Παττακό δεν τον ενέκρινε κανείς. Αυτή είναι η διαφορά”.
Ο ίδιος συνελήφθη αρκετές φορές, όντας φοιτητής. Δεν θυμάται ακριβώς πόσες, γιατί ήταν συχνό φαινόμενο οι συλλήψεις τότε. Υπέστη βασανιστήρια από τη χούντα. Γιατί, όπως λέει, ήταν φοιτητής. Άσχημοι ξυλοδαρμοί είτε στη Μεσογείων, στην ασφάλεια, είτε στην ασφάλεια Θεσσαλονίκης. “Τρώγαμε δύο ώρες ξύλο μέχρι να μελανιάσει το κορμί. Την πρώτη φορά μας είχαν για στρατοδικείο 22 άτομα και μάλιστα βρήκα την υπόθεση αργότερα, στα αρχεία του στρατοδικείου. Μας κατηγορούσαν ως κατάσκοπους, ακόμα και πριν την εξέγερση του Πολυτεχνείου”, θυμάται ο ίδιος.
Μια εξέγερση λοιπόν, που δεν έριξε αμέσως τη Χούντα - όπως μας είπε χαρακτηριστικά και ο κύριος Γιαννάκης. Το κίνημα του Πολυτεχνείου ήταν εκείνο όμως, που άνοιξε το δρόμο για την ανατροπή της, περίπου ένα χρόνο αργότερα και έδωσε το σύνθημα και την πνοή για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα. Η εξέγερση, μέσα τα μάτια των πρωταγωνιστών. Εκείνων που έδωσαν τα δικά τους μηνύματα, βάζοντας στην άκρη το φόβο. Αποφασισμένοι να ανατρέψουν αυτό που για εκείνους ήταν βραχνάς: Τη Χούντα των Συνταγματαρχών. Άλλωστε, όπως έλεγε και ο Λειβαδίτης, "αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν' αγωνίζεσαι".
Διαβάστε επίσης: