Το βαρύ κατηγορητήριο που αντιμετωπίζουν οι τέσσερις βουλευτές της Χρυσής Αυγής, οι οποίοι πρόκειται να απολογηθούν το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου, καταγράφει τον κομβικό ρόλο που φέρονται να έχουν ως μέλη της “εγκληματικής οργάνωσης” ναζιστικού τύπου σε σειρά αξιόποινων πράξεων, όπως ανθρωποκτονίες, βαριές σωματικές βλάβες, εκρήξεις, εμπρησμούς, εκβιάσεις . Εμφανίζονται ως επίσημοι εκφραστές των θέσεων και των παράνομων δράσεων της εγκληματικής οργάνωσης, δίνοντας οι ίδιοι εντολές ή εγκρίνοντας σειρά επιθέσεων σε βάρος όσων είχαν στοχοποιηθεί από τη Χρυσή Αυγή ως “πολιτικοί ή φυλετικοί εχθροί” της.
Οι δικαστικές λειτουργοί, στα έγγραφά τους, αναφέρουν συνολικά 68 κατηγορούμενους, ενώ είναι ξεκάθαρο πως η ανάκριση παραμένει ανοικτή αναζητώντας και άλλα, άγνωστα πρόσωπα που ενδεχομένως έχουν εμπλοκή στην υπόθεση.
Η αρχή, σύμφωνα με τα κατηγορητήρια, γίνεται το 1987, όταν οι κατηγορούμενοι εντάσσονται στην οργάνωση η οποία είχε χαρακτηριστικά παραστρατιωτικών ομάδων για την επιβολή των ναζιστικών και ρατσιστικών αρχών της και συνεχίζουν τη δράση τους και μετά την είσοδο τους στη Βουλή. Συγκεκριμένα, το κατηγορητήριο αναφέρει ότι η οργάνωση “αρχικά είχε τη μορφή κλειστής ολιγάριθμης ομάδας ιδεολογικής επιμορφώσεως εθνικοσοσιαλιστών (ναζιστών) με αρχηγό και επικεφαλής τον Νίκο Μιχαλολιάκο, μετεξελίχτηκε δε σε πολιτικό σχηματισμό υπό την επωνυμία «Λαϊκός Σύνδεσμος- Χρυσή Αυγή», με την ίδια ως άνω ιδεολογική κατεύθυνση, κατά τα πρότυπα του γερμανικού εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος του Adolf Hitler, με κυρίαρχο πάντοτε τον «Αρχηγό»”.
Σύμφωνα με τις ανακρίτριες που συνέταξαν τα κατηγορητήρια, η οργάνωση χωρίζεται σε δυο τμήματα. Το “πολιτικό”, στις διακηρυσσόμενες αρχές του οποίου περιλαμβάνεται η εξόντωση των “εχθρών του Έθνους”. Εκεί ,δηλαδή, φαίνεται ότι “χτίζονταν” οι ιδεολογικές θέσεις και αντιλήψεις και “βαφτίζονταν” οι εχθροί στα πρόσωπα των μεταναστών, των ρομά και γενικά όσων δεν ανήκουν στην (Αρία) Λευκή Φυλή. Και το “επιχειρησιακό”, το οποίο υπό την ίδια ηγεσία λειτουργούσε με στρατιωτική δομή, με τα γνωστά τάγματα εφόδου τα οποία είχαν αναλάβει τις “εκκαθαριστικές επιχειρήσεις”.