Η εντυπωσιακή επίδοση του Κινήματος Αλλαγής, οι βεβαιότητες και οι αβεβαιότητες για τις επόμενες εκλογές
Η «ψαλίδα» ανάμεσα σε Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ μικραίνει, όμως παραμένει αρκετά μεγάλη, σύμφωνα με το Πολιτικό Βαρόμετρο της Public Issue για τον Ιανουάριο του 2018.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνα, στην πρόθεση ψήφου η Νλεα Δημοκρατία προηγείται με ποσοστό 37%, έναντι 21,5% (διαφορά 15,5%) και ακολουθούν η Δημοκρατική Συμμαχία/Κίνημα Αλλαγής με 13%, η Χρυσή Αυγή με 8%, το ΚΚΕ με 7,5%, η Ένωση Κεντρώων με 2,5%, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες με 2% και το Ποτάμι με 1%. Άλλο κόμμα επιλέγει το 7,5% των ερωτηθέντων.
Από την εκτίμηση της εκλογικής επιρροής των κομμάτων, σύμφωνα με την Public Issue, προκύπτουν ορισμένα ασφαλή συμπεράσματα («βεβαιότητες»), σε περίπτωση που υπάρξει, σε σύντομο χρονικό διάστημα, πρόωρη εκλογική αναμέτρηση:
α. Η ΝΔ αναμένεται να είναι το πρώτο κόμμα, καθώς το εκτιμώμενο άνω όριο της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ (24,5%) υπολείπεται κατά 9,5%, από το εκτιμώμενο κάτω όριο της εκλογικής επιρροής της ΝΔ (34%).
β. Η επόμενη Βουλή θα έχει λιγότερα κόμματα από τη τρέχουσα. Με βάση την εκτίμηση, την είσοδό τους στη Βουλή εξασφαλίζουν, κατά πάσα πιθανότητα, μόνον πέντε κόμματα: η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, το Κίνημα Αλλαγής, η Χρυσή Αυγή και το ΚΚΕ. Σημαντικές πιθανότητες διατηρούν ακόμα δύο κόμματα: η Ένωση Κεντρώων και οι ΑΝΕΛ. Αντίθετα, ούτε το Ποτάμι, ούτε κάποιο άλλο από τα εκτός Βουλής κόμματα (ΛΑΕ, Πλεύση Ελευθερίας κ.λπ.) φαίνεται σήμερα να εξασφαλίζουν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Επομένως, ο αναμενόμενος αριθμός κομμάτων της επόμενης Βουλής προβλέπεται να είναι σαφώς μικρότερος από εκείνον της τρέχουσας.
γ. Το κομματικό σύστημα σταθεροποιείται εκ νέου. Η υπογραφή του Μνημονίου το 2010 αποτέλεσε τον καταλύτη της ανασύνθεσης του δικομματικού συστήματος. Μετά τις «διπλές» εκλογές του 2015, φαίνεται ότι οδηγούμαστε σε μια νέα ισορροπία. Ο νέος συρρικνωμένος δικομματισμός (ΝΔ/ΣΥΡΙΖΑ) δείχνει να παγιώνεται, σε επίπεδα που περιορίζονται τον τελευταίο χρόνο σε ποσοστά της τάξης του 61%-62% (Διάγραμμα 3Α).
Η ΝΔ, ενώ ανέκαμψε σημαντικά, ύστερα από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, προσεγγίζοντας εκ νέου τα επίπεδα επιρροής του 2007 (43% το καλοκαίρι του 2017), δεν κατόρθωσε να συγκρατηθεί σε αυτά τα επίπεδα, ευρισκόμενη τον φετινό Ιανουάριο ξανά στα επίπεδα των αρχών του 2016 (37%).
Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ, έπειτα από τη ραγδαία φθορά του, μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2016, σταθεροποιήθηκε στο 18μηνο 7/2016-12/2017 σε επίπεδα της τάξης του 18%-20%, για να «σπάσει» αυτό το φράγμα στη μέτρηση του πρώτου μήνα του τρέχοντος έτους, ανακάμπτοντας στο 21,5%.
Παράλληλα, αρκετά από τα κόμματα που δημιουργήθηκαν ή αναδείχθηκαν κατά τη μνημονιακή περίοδο (ΔΗΜΑΡ, ΑΝΕΛ, Ποτάμι) ήδη απορροφήθηκαν ή φθίνουν διαρκώς, ενώ η επιρροή της ΧΑ εμφανίζει προς το παρόν στασιμότητα.
δ. Τρίτο κόμμα το Κίνημα Αλλαγής. Από την εκτίμηση της εκλογικής επιρροής, προκύπτει σήμερα καθαρά ότι το νέο κομματικό μόρφωμα που προέκυψε ως προϊόν ανασύνθεσης και μετεξέλιξης στο χώρο της Κεντροαριστεράς εμφανίζεται ως ο επικρατέστερος μνηστήρας για την τρίτη θέση στον εκλογικό ανταγωνισμό. Ταυτόχρονα,η εκλογή της Φώφης Γεννηματά στην αρχηγία του κόμματος έχει ενισχύσει σημαντικά την αρχηγική της εικόνα (+5%), καταγράφοντας το χαμηλότερο αρνητικό ισοζύγιο δημοτικότητας την τελευταία 2ετία.
ε. Η αποχή θα κυμανθεί στα επίπεδα του Ιανουαρίου 2015. Ο μέσος όρος της πρόθεσης αποχής και της αντικομματικής ψήφου (λευκό/άκυρο), κατά τη διάρκεια του τρέχοντος εκλογικού κύκλου είναι 21%, πολύ κοντά στα επίπεδα του εκλογικού κύκλου 2012-2015 (18%). Αξίζει να τονισθεί, η σημαντική υποχώρηση της πρόθεσης αποχής στην τρέχουσα έρευνα (8,5%, από 15% τον προηγούμενο Οκτώβριο). Ταυτόχρονα, τα επίπεδα των αναποφάσιστων (11,5%) ταυτίζονται με τα αντίστοιχα του εκλογικού κύκλου 2012-2015. Συνεπώς, με βάση τα έως σήμερα δημοσκοπικά δεδομένα, το ύψος της αποχής δεν αναμένεται να υπερβεί τα επίπεδα του Ιανουαρίου του 2015 (24,9%).
Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με την Public Issue, η εκτίμηση της εκλογικής επιρροής των κομμάτων αφήνει αναπάντητα κάποια βασικά «ερωτηματικά», που δημιουργούν αβεβαιότητες αναφορικά με τις επόμενες βουλευτικές εκλογές:
α. Θα εξασφαλίσει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία η ΝΔ;
Σήμερα βρίσκεται αρκετά κοντά – αλλά αυτό το ενδεχόμενο έχει απομακρυνθεί και έχει καταστεί περισσότερο επισφαλές, σε σύγκριση με το προηγούμενο 3μηνο.
β. Πόσα κόμματα θα μπουν στη Βουλή;
Η εκτίμηση εκλογικής επιρροής της Ένωσης Κεντρώων απέχει μόλις 0,5%, ενώ των ΑΝΕΛ απέχει 1% από το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης (3%). Με δεδομένο το περιθώριο σφάλματος, είναι αδύνατος ο προσδιορισμός του ακριβούς αριθμού των κομμάτων που τελικά θα υπερβούν το κατώφλι του 3% και επομένως θα εξασφαλίζουν την είσοδό τους στην επόμενη Βουλή.
Πιθανότητες αυτοδυναμίας της ΝΔ
Σκοπός κάθε εκλογικής αναμέτρησης είναι η ανάδειξη κυβέρνησης για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων, είναι ο μοναδικός παράγοντας που καθορίζει την δυνατότητα αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος (Πίνακας 3). Προκειμένου να διερευνηθεί η πιθανότητα η ΝΔ να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής (151 έδρες), εκτιμήθηκαν τα πιθανά όρια της κοινοβουλευτικής της δύναμης σε τρία σενάρια. Στο πρώτο σενάριο – το οποίο προκύπτει από τη σημειακή εκτίμηση εκλογικής επιρροής – θεωρείται ότι πέντε κόμματα υπερβαίνουν το κατώφλι του 3%. Τα υπόλοιπα δύο σενάρια προκύπτουν προσθέτοντας κάθε φορά, από τα κόμματα που στο προηγούμενο σενάριο έμεναν εκτός Βουλής, εκείνο το κόμμα που είχε το υψηλότερο ποσοστό. Στο πρώτο σενάριο, η ΝΔ βρίσκεται πολύ κοντά στην επίτευξη του στόχου της αυτοδυναμίας, καθώς, με ποσοστό 37% αναμένεται να κερδίσει 156 έδρες, ενώ μπορεί να επιτύχει την αυτοδυναμία, έστω και οριακά, αρκεί η εκλογική της επιρροή να υπερβεί το 35,5%. Ο στόχος της αυτοδυναμίας απομακρύνεται, στην περίπτωση που η επόμενη Βουλή είναι 6κομματική, καθώς η εκλογική της επιρροή πρέπει να υπερβεί το 36,5%, για να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών.
Στην υποθετική περίπτωση μιας 7κομματικής Βουλής, το όριο της αυτοδυναμίας ανεβαίνει στο 37% (πίνακας 3). Όπως είναι φανερό, εάν η εκλογική επιρροή της ΝΔ προσεγγίσει το εκτιμώμενο κάτω όριό της (34%), η επίτευξη της αυτοδυναμίας καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη, ακόμα και στην περίπτωση, που μόλις 5 κόμματα εισέλθουν στην επόμενη Βουλή.
Ο εκλογικός ορίζοντας της Κεντροαριστεράς
Η έρευνα του Ιανουαρίου πραγματοποιήθηκε ύστερα από την εκλογή ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής, το νέο ενιαίο φορέα της Κεντροαριστεράς.
Στο διάστημα που έχει προηγηθεί, η εκλογική επιρροή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης εμφανίζει διαρκή άνοδο, από το καλοκαίρι του 2016, με αποτέλεσμα τον τρέχοντα μήνα να φθάσει το 13%, για πρώτη φορά από τον Μάιο του 2012. Η δημιουργία του νέου φορέα και η διαδικασία για την εκλογή νέας ηγεσίας άσκησε ενισχυτική επίδραση, στην ήδη ανοδική δυναμική, που παρουσίαζαν τα ποσοστά της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.
Η περαιτέρω άνοδος της επιρροής του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες, που θα μπορούσε να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ και να αποδυναμώσει το ενδεχόμενο αυτοδυναμίας της ΝΔ. Αποτελεί δηλαδή έναν «παράγοντα κλειδί» της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης. Ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η προέλευση των ψηφοφόρων που επιλέγουν το νέο φορέα της Κεντροαριστεράς.
Το γεγονός ότι η επιρροή της ΝΔ συρρικνώνεται τον Ιανουάριο για πρώτη φορά κάτω από το 40%, ίσως να οφείλεται στο γεγονός ότι ένα τμήμα των «αντιΣΥΡΙΖΑ» ψηφοφόρων του ενδιάμεσου χώρου, που μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου στραφήκαν προς την αποχή, μη διαθέτοντας πολιτική έκφραση, φαίνεται τώρα να αποκτούν επιλογή, στο μέτρο που το νέο σχήμα εμφανίζεται ως εναλλακτική λύση αντιπολίτευσης. Η τάση αυτή, δημοσκοπικά, καταγράφεται εμφανώς στην απότομη και σημαντική συρρίκνωση της πρόθεσης αποχής.
Δείτε ολόκληρη την έρευνα εδώ.