Τι απάντησε ο πρωθυπουργός των Σκοπίων για το αν θα προσφύγει σε δημοψήφισμα στη χώρα του για το θέμα της ονομασίας
Την πεποίθησή του ότι υπάρχει δυνατότητα εξεύρεσης λύσης στο ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ, και μάλιστα έως το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2018, εξέφρασε ο πρωθυπουργός της χώρας Ζόραν Ζάεφ.
Σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό «Alpha», ο κ. Ζάεφ διαμήνυσε πως οι αναφορές περί «κόκκινης γραμμής» δεν θα αποτελέσουν αιτία ή δικαιολογία ώστε να μπουν περιορισμοί στις συνομιλίες.
Ερωτηθείς αν θα προσφύγει σε δημοψήφισμα στη χώρα του για το θέμα της ονομασίας, απάντησε ότι του είναι απαραίτητη η υποστήριξη των πολιτών αλλά και της αντιπολίτευσης. Εξέφρασε μάλιστα την πεποίθηση πως η αντιπολίτευση της χώρας του θα συμβάλει θετικά στην εξεύρεση λύσης με την Ελλάδα, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να αποφασίσουν από κοινού για την επίλυση του ζητήματος.
Θέλησε να απευθύνει μήνυμα τόσο στο εσωτερικό της χώρας του όσο και στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση στην Ελλάδας, ότι «πρέπει να υπάρχει καλό πνεύμα και βούληση, ώστε οι δύο χώρες να δημιουργήσουν φιλικές σχέσεις και να είμαστε πραγματικά αφοσιωμένοι και στο εσωτερικό των χωρών μας να αντιμετωπίσουμε το θέμα για να λυθεί το πρόβλημα». Χαρακτήρισε ως «θετική ελπίδα αυτό που δήλωσε πρόσφατα ο κ. Καμμένος, ότι αν υπάρχει σύμφωνη γνώμη των πολιτικών φορέων των δύο χωρών, και αυτός θα συμφωνήσει για τη λύση».
Εξέφρασε επίσης την επιθυμία του να συναντηθεί και με τον υπουργό Εθνικής 'Αμυνας και με τον πρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά φυσικά αφού συναντηθεί πρώτα, όπως επισήμανε, με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Ερωτηθείς σχετικά, δήλωσε έτοιμος να συζητήσει το θέμα μετονομασίας του αεροδρομίου των Σκοπίων θέλοντας, όπως είπε, να επιδείξει τη φιλία του προς τους πολίτες της Έλληνες.
Επανέλαβε πως η πΓΔΜ δεν είναι ο μοναδικός κληρονόμος του Μεγάλου Αλεξάνδρου σημειώνοντας: «Εγώ το δήλωσα δημόσια επειδή πιστεύω περισσότερο στο μέλλον του δικού μας κράτους από το να είμαι περιχαρακωμένος από τις προκαταλήψεις του παρελθόντος, γιατί γνωρίζω ότι ο Μέγας Αλέξανδρος θα αποτελούσε το στοιχείο εκείνο που θα μας ενώσει και όχι το στοιχείο διαίρεσης».
Παράλληλα, ο Ζόραν Ζάεφ προσδιόρισε ως στρατηγικό στόχο της πΓΔΜ την ένταξη στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Επικεντρώνοντας την ανάλυσή του στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας του, ανέφερε πως «πετύχαμε να ελευθερώσουμε μια απομονωμένη χώρα που την προηγούμενη περίοδο ήταν πραγματικά φυλακισμένη στην ιδέα του εθνικισμού, στη διαφθορά και στην εγκληματικότητα που ελέγχονταν από την προηγούμενη κυβέρνηση».
Σε αυτό το πλαίσιο, είπε πως η χώρα του περιμένει πολλά χρόνια να περάσει τις πύλες της Ευρώπης και κάθε εμπειρία είναι επιθυμητή, ιδιαίτερα όταν προέρχεται από τη γείτονα φίλη Ελλάδα. «Όλες οι εμπειρίες, θετικές και αρνητικές, που έχει αποκτήσει είναι καλοδεχούμενες» πρόσθεσε όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ειδική αναφορά έκανε ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ στον Αλέξη Τσίπρα, λέγοντας πως είναι ένας ηγέτης ο οποίος πιστεύει στις ίδιες αξίες που πιστεύει και ο ίδιος. «Έχουμε γεννηθεί την ίδια χρονιά και απ' ό,τι φαίνεται ο Θεός ήθελε να γεννηθούμε την ίδια χρονιά για να μπορέσουμε να λύσουμε ένα ευαίσθητο πρόβλημα που υφίσταται μεταξύ των δύο κρατών» συμπλήρωσε ο κ. Ζάεφ.
Αναφερόμενος στο μέλλον της χώρας του, εστίασε στην ανάγκη να γίνει ένα σύγχρονο, οικονομικά σταθερό, κοινωνικά υπεύθυνο κράτος που πιστεύει στα στάνταρ της ΕΕ. «Είναι καιρός να επιδείξουμε ένα νέο πρόσωπο στην Ευρώπη και στα Βαλκάνια, αφήνοντας πίσω μας επιφυλάξεις και τις ιστορικές προκαταλήψεις για το τι είναι καλό για τους λαούς τους και τις σχέσεις καλής γειτονίας» υπογράμμισε.
Σε ό,τι αφορά τα Βαλκάνια, διατύπωσε την άποψη ότι δεν είναι πλέον μια πυριτιδαποθήκη και διαμήνυσε ότι ήρθε πλέον η ώρα να υιοθετήσουν ειρήνη, σταθερότητα, συνεργασία και ελεύθερη διακίνηση πολιτών και ιδεών.
Τέλος, αναφερόμενος στην προσφυγική κρίση, είπε πως το θέμα αποτέλεσε άλλη μια γέφυρα προσέγγισης των δύο χωρών και δήλωσε ευτυχής που για πρώτη φορά οι υπουργοί Δημόσιας Τάξης των δύο κρατών επικοινώνησαν και συντόνισαν από κοινού αυτή την κρίση, εφαρμόζοντας τις ευρωπαϊκές οδηγίες και τους νόμους.