Βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή, τόνισε ο πρωθυπουργός
«Η Ελλάδα έχει διαβεί τον Ρουβίκωνα της κρίσης, βρίσκεται σε μια νέα εποχή», σημείωσε ο Αλέξης Τσίπρας στην εναρκτήρια ομιλία στη δεύτερη Ευρωαραβική Διάσκεψη υπό την επωνυμία «Προς μια Σταθερή Συμμαχία». Ο Έλληνας πρωθυπουργός καλωσορίζοντας τις πολυμελείς επιχειρηματικές αντιπροσωπείες από τον αραβικό κόσμο, απηύθυνε κάλεσμα να «αξιοποιήσουν αυτή τη μεγάλη αλλαγή προκειμένου να θέσουμε μαζί τις βάσεις για ένα νέο όραμα ελληνο-αραβικής και ευρω-αραβικής οικονομικής συνεργασίας».
Τόνισε επιπλέον ότι η ΕΕ μπορεί να αναβαθμίσει το ρόλο της, μόνο αν συνεργαστεί με τον αραβικό κόσμο για ειρήνη και σταθερότητα στη Συρία, στο Ιράκ, στη Λιβύη, στην Υεμένη. Επισήμανε δε ότι πολλές από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε, μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για την Μεσόγειο.
Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι η Ελλάδα βγαίνει από μια βαθιά κρίση, βεβαιότητα που δεν επιβεβαιώνουν μόνο οι αριθμοί, όπως είπε, αλλά και το μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον. Σημείωσε επίσης τη βεβαιότητα όχι μόνο της ανάκαμψης, αλλά και του γεγονότος ότι ως μια χώρα που παραμένει στην καρδιά της Ευρώπης και πάντοτε σε μια κρίσιμη τοποθεσία στον παγκόσμιο χάρτη, «η Ελλάδα σήμερα αποτελεί όχι μόνο κρίσιμη γεωπολιτικά χώρα αλλά και έναν ιδιαίτερα ελκυστικό επενδυτικό προορισμό».
Τόνισε ειδικότερα ότι η Ελλάδα «δημιουργεί σημαντικές ευκαιρίες για την οικονομική ανάπτυξη και τη συνεργασία της επόμενης μέρας στην ευρύτερη περιοχή και ταυτόχρονα παίζει και σημαντικό ρόλο ως παράγοντας ειρήνης και σταθερότητας». Υπογράμμισε ότι «έχει ιδιαίτερη σημασία αυτή τη σημαντική επενδυτική ευκαιρία που σπεύδουν αυτές τις στιγμές να αξιοποιήσουν σημαντικοί οικονομικοί παράγοντες σε όλον τον πλανήτη, πρωτίστως να σπεύσουν να την αξιοποιήσουν οι παραδοσιακοί εταίροι της χώρας μας, οι εταίροι με ιστορικές σχέσεις στην ευρύτερη περιοχή». Επισήμανε την ιστορική σχέση ανάμεσα στην Ελλάδα και τον αραβικό κόσμο, για να τονίσει πως «τώρα είναι η ευκαιρία να πάρει μια άλλη προοπτική, επενδύοντας και στο παρόν και στο μέλλον».
Ο κ. Τσίπρας παρέπεμψε στα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας «που δείχνουν ότι μετά από επτά χρόνια βαθιάς ύφεσης που στοίχισε στη χώρα το 25% του εθνικού της προϊόντος, σήμερα ανακάμπτει: Το 2017 αναμένεται να κλείσει με ρυθμούς ανάπτυξης κοντά στο 2%, το 2018 οι προβλέψεις είναι κοντά στο 2,5%. Πετυχαίνουμε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για δύο συνεχόμενα έτη, υπερβαίνοντας κατά πολύ τους δημοσιονομικούς στόχους του προγράμματος, πράγμα που μας δίνει και φέτος, για 2η χρονιά, τη δυνατότητα να έχουμε μια επιστροφή με το χαρακτήρα της αναδιανομής του κοινωνικού μερίσματος». Επιπλέον, είπε ότι οι επενδύσεις σημείωσαν αύξηση 11,2% το πρώτο τρίμηνο του 2017 και οι εξαγωγές αύξηση 15% το πρώτο οκτάμηνο του 2017. Την ίδια στιγμή, ο τουρισμός αυξάνεται συνεχώς με στόχο να υπερβεί τους 35 εκατ. τουρίστες το 2021.
Προσέθεσε ότι οι διαδοχικές αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής μας ικανότητας, η ταχεία αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ομολόγων -που προσεγγίζουν πλέον τα επίπεδα προ της κρίσης- η έξοδος από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος και η επιτυχημένη έξοδος στις αγορές τον περασμένο Ιούλη, «σηματοδοτούν σαφώς την ανάκαμψη της οικονομίας μας».
Ο Αλέξης Τσίπρας υπογράμμισε παράλληλα όμως ότι η λογική της κυβέρνησης δεν είναι μόνο να αντιμετωπίσει την κρίση, να βελτιώσει κάποιος δείκτες, να πετύχει κάποιους ρυθμούς ανάπτυξης συγκυριακούς, «αλλά και να υπερβούμε το οικονομικό μοντέλο που μας οδήγησε σε αυτήν». Σημείωσε ότι γίνεται μια τιτάνια προσπάθεια διόρθωσης των κακών κειμένων, να προχωρήσουν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις και να δημιουργηθεί ένα υγιές περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα και την προσέλκυση επενδύσεων: δραστική μείωση του χρόνου αδειοδότησης επιχειρήσεων και επενδύσεων, σταθεροποίηση των φορολογικών συντελεστών για σημαντικές επενδύσεις, αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου, της φοροδιαφυγής και της σπατάλης στον δημόσιο τομέα, αλλά και της γραφειοκρατίας.
Ο πρωθυπουργός επισήμανε τη δημιουργία ειδικής Task Force υπό την εποπτεία του, με ρόλο να παρακολουθεί σημαντικά επενδυτικά πρότζεκτ, να διευκολύνει τους επενδυτές και να λύνει γραφειοκρατικά προβλήματα που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της επενδυτικής προσπάθειας. «Και ήδη», είπε, «προχωρούν σημαντικές επενδύσεις που έβρισκαν σημαντικά προβλήματα στην υλοποίησή τους στο παρελθόν». Τόνισε ότι έχουν προχωρήσει και πρότζεκτ μεγάλα στα οποία συμμετέχουν μεγάλες αραβικές εταιρείες, όπως ο Αστέρας Βουλιαγμένης, το Ελληνικό «που είμαστε από πάνω και διαρκώς παρακολουθούμε όλη τη διάρκεια της υλοποίησης αυτού του μεγάλου πρότζεκτ».
Είπε ότι η Ελλάδα καθιερώνεται σταδιακά ως μία δυναμική οικονομία με υψηλής κατάρτισης ανθρώπινο δυναμικό και ένας σημαντικός περιφερειακός κόμβος για την ενέργεια, το εμπόριο, τις μεταφορές και τις τηλεπικοινωνίες. Αναφέρθηκε στα σημαντικά έργα (αγωγoί TAΠ, IGB, κάθετος Διάδρομος, EastMed, ανάπτυξη κέντρου επανυγροποίησης FSRU στην Αλεξανδρούπολη, EurasiaInterconnector, μακροπρόθεσμα ο Eurafrica Interconnector, σιδηροδρομικές διασυνδέσεις με το Βελιγράδι και με τη Μαύρη Θάλασσα, Σιδηροδρομική Εγνατία, ακτοπλοϊκή σύνδεση Σμύρνης-Θεσσαλονίκης, αναβάθμιση των λιμανιών μας σε μείζονος σημασίας διαμετακομιστικά κέντρα).
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι «η Ελλάδα ήταν πάντα σταυροδρόμι πολιτισμών και γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη και την Μέση Ανατολή» και πως «σε αυτήν την πορεία θα συνεχίσει, ως πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας, κόμβος οικονομικής συνεργασίας και πολιτιστικών ανταλλαγών και κέντρο διπλωματικού και επιστημονικού διαλόγου για το μέλλον της περιοχής».
Είπε ότι η Διάσκεψη εδραιώνεται, σταδιακά, ως κεντρική πρωτοβουλία για την ενίσχυση του ευρωαραβικού διαλόγου και της οικονομικής μας συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή. Αυτό για δύο λόγους: α) επειδή σήμερα έχουμε ανάγκη ένα πλαίσιο διαλόγου που θα θέσει σε νέες βάσεις τις ευρωαραβικές σχέσεις, β) επειδή η Ελλάδα -για γεωπολιτικούς και ιστορικούς λόγους- αποτελεί το καλύτερο εφαλτήριο για αυτόν τον διάλογο και την αναβάθμιση της συνεργασίας μας.
Ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι η Ευρωαραβική Διάσκεψη πραγματοποιείται σε μία νέα περίοδο, για την Ευρώπη, για τον αραβικό κόσμο και για τις σχέσεις τους. Επισήμανε ότι στην ΕΕ υπάρχει η προσπάθεια να ξαναβρεί τον βηματισμό της, μετά από 8 χρόνια οικονομικής κρίσης, τη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση μετά τον Β'ΠΠ, το Brexit και μια σειρά από εξαιρετικά οδυνηρά τρομοκρατικά χτυπήματα.
«Σε αυτήν λοιπόν την περίοδο, καθίσταται σαφές ότι πολλές από τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε στην Ευρώπη, μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο μέσω μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για την Μεσόγειο και μέσω της ενδυνάμωσης των σχέσεων της Ευρώπης με τον αραβικό κόσμο», υπογράμμισε. Τόνισε ότι επιβάλλεται να συνεργαστούμε ακόμα στενότερα: για την ειρήνη και τη σταθερότητα, την αντιμετώπιση των σύγχρονων κινδύνων και προκλήσεων όπως αυτή της τρομοκρατίας, την αποτελεσματική διαχείριση προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, την αντιμετώπιση της παγκόσμιας απειλής της κλιματικής αλλαγής. Και ασφαλώς, για την οικονομική, ενεργειακή και πολιτιστική συνεργασία και για τον τουρισμό, όπου ανοίγονται τεράστιες νέες ευκαιρίες για την περιοχή μας.
Τόνισε ότι γενικότερα καθίσταται σαφές πως «η ΕΕ μπορεί να αναβαθμίσει τον διεθνή της ρόλο μόνο αν συνεργαστεί με τον αραβικό κόσμο για την ειρήνη και σταθερότητα στη Συρία, στο Ιράκ, στη Λιβύη και στην Υεμένη», με αποφασιστικότητα, αλλά στη βάση του διεθνούς δικαίου, μαθαίνοντας από τα λάθη της, του παρελθόντος.
Καθίσταται σαφές, πρόσθεσε, ότι η ΕΕ πρέπει να υποστηρίξει την ταχεία επανέναρξη αξιόπιστων συνομιλιών για το Παλαιστινιακό, με στόχο μια δίκαιη λύση στη βάση δύο κρατών που συνυπάρχουν με ασφάλεια. Με την ίδρυση ενός ανεξάρτητου, βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους επί τη βάσει των συνόρων του 1967, με πρωτεύουσα τα Ανατολικά Ιεροσόλυμα. Μια θέση που σταθερά η ελληνική πλευρά διατυπώνει εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Παράλληλα, πρόσθεσε, επιβάλλεται όλοι να αγωνιστούμε για τη διατήρηση του θρησκευτικού και πολιτιστικού πλουραλισμού στη Μέση Ανατολή, γνωρίζοντας πόσο σημαντικό είναι αυτό, όχι μόνο για τη Μέση Ανατολή αλλά για την ίδια την Ευρώπη. Και επίσης «πόσο σημαντική είναι η προστασία του πλουραλισμού στην ίδια την Ευρώπη -στην οποία διαμένουν εκατομμύρια Άραβες- απέναντι στις δυστυχώς ενισχυόμενες φωνές της άκρας δεξιάς, του ρατσισμού και της ισλαμοφοβίας».
Κατόπιν αυτών, ο πρωθυπουργός τόνισε πως σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο, η Ελλάδα διαδραματίζει έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο, εντός της ΕΕ και σε αυτή την κρίσιμη περιοχή. Και αυτό, όπως επισήμανε:
- Ως χώρα με ισχυρούς πολιτιστικούς, οικονομικούς, διπλωματικούς και ιστορικούς δεσμούς με τον αραβικό κόσμο.
- Ως η μόνη χώρα της Ευρωζώνης και του ΝΑΤΟ που βρίσκεται στο σταυροδρόμι της Ευρώπης, της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής.
- Ως χώρα ιδρυτής της Συνόδου των ευρωπαϊκών χωρών του Νότου και άλλων κρίσιμων περιφερειακών πρωτοβουλιών, όπως της Διάσκεψης για τον Θρησκευτικό και Πολιτιστικό Πλουραλισμό στη Μέση Ανατολή ή της Διάσκεψης της Ρόδου για την Ασφάλεια.
- Ως χώρα πυλώνας σταθερότητας που προωθεί σχήματα συνεργασίας διμερώς -ή μαζί με την Κύπρο τριμερώς και πολυμερώς- με κρίσιμες χώρες της περιοχής όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία, ο Λίβανος, η Παλαιστίνη και άλλες αραβικές χώρες.
- Ως χώρα που αγωνίστηκε και αγωνίζεται καθημερινά για τη στήριξη και την αξιοπρέπεια των εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών από τη Μέση Ανατολή που εισήλθαν στη χώρα μας, με στόχο να πάνε στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.
- Ως χώρα που αποκτά έναν ολοένα και πιο δυναμικό οικονομικό ρόλο στην περιοχή.