«Το νομοσχέδιο καθιερώνει δύο αρχές, πρώτον, ότι ο κατώτατος μισθός δεν μπορεί να μειώνεται, μόνο να αυξάνεται και το ακριβές ύψος της αύξησης θα καθορίζεται από έναν αντικειμενικό μηχανισμό» τόνισε ο πρωθυπουργός
«Το νομοσχέδιο το οποίο συζητούμε σήμερα, μπορεί να έχει τον χαρακτήρα μιας τεχνικής προσαρμογής σε μια ευρωπαϊκή οδηγία. Πιστεύουμε όμως ότι αποτελεί μια πολύ σημαντική αλλαγή στην αγορά εργασίας και μια τολμηρή θα έλεγα, τομή στην εξέλιξη της» ανέφερε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την ομιλία του στη συζήτηση στη Βουλή για το νομοσχέδιο που αφορά στον κατώτατο μισθό.
Ο πρωθυπουργός έκανε λόγο για το κλείσιμο μιας δύσκολης εποχής για τη χώρα και την αρχή ενός ανοδικού κύκλου ατομικής και επαγγελματικής προκοπής και τόνισε πως το νομοσχέδιο καθιερώνει δύο αρχές, πρώτον, ότι ο κατώτατος μισθός δεν μπορεί να μειώνεται, μόνο να αυξάνεται και το ακριβές ύψος της αύξησης θα καθορίζεται από έναν αντικειμενικό μηχανισμό. «Με θεμέλιο τον τρόπο καθορισμού του κατώτατου μισθού, τη βάση δηλαδή των αποδοχών που στο εξής από το 2027 και μετά, για να ακριβολογώ, θα ακολουθούν μόνο ανοδική πορεία, στηριγμένες μάλιστα σε ένα αντικειμενικό σύστημα υπολογισμού που θα καλύπτει τον ετήσιο πληθωρισμό, αλλά θα λαμβάνει προφανώς υπόψη και την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας. Ουσιαστικά το νομοσχέδιο αυτό κλείνει οριστικά μια πολύ δύσκολη εποχή για τη χώρα την εποχή των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις και κάνει ένα σημαντικό βήμα ώστε η βασική αμοιβή, ο κατώτατος μισθός, να μην συνιστά απλώς ένα μέσο επιβίωσης, αλλά την αρχή ενός ανοδικού κύκλου επαγγελματικής και ατομικής προκοπής», δήλωσε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε:
«Γιατί, ας μη γελιόμαστε, από την αρχή της οικονομικής κρίσης, χιλιάδες νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας ήταν από τις πιο αδικημένες κοινωνικά κατηγορίες. Γι’ αυτό άλλωστε και η βελτίωση της θέσης τους ήταν και παραμένει προτεραιότητά μας. Να θυμίσω στα έδρανα της αντιπολίτευσης και ειδικά στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κυβερνούσε έως το 2019, ότι ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα, όταν μας εμπιστεύτηκε για πρώτη φορά ο ελληνικός λαός, ήταν 650 ευρώ την τελευταία 5ετία. Το ποσό αυτό έχει αυξηθεί στα 830 ευρώ. Συμπαρασύροντας προς τα πάνω προφανώς και τις τριετίες και τα πολλά επιδόματα, τα οποία συνδέονται με αυτόν και όχι μόνο αυτό.
Η κυβέρνηση δεσμεύθηκε πριν από τις εκλογές του 2023 ότι ο κατώτατος μισθός το 2027 θα φτάσει τα 950 ευρώ. Και αυτή τη δέσμευσή μας θα την τηρήσουμε στο ακέραιο. Μιλάμε για μια συνολική αύξηση 46%. Και βέβαια εκφράσαμε το 2023 την προσδοκία μας ότι οι συνολικές μας πολιτικές θα οδηγήσουν και στην αύξηση του μέσου μισθού από λίγο παραπάνω από 1.000 ευρώ που ήταν το 2019, στα 1.500 ευρώ. Και εκτιμώ, ότι τον στόχο αυτόν όχι μόνο θα τον πετύχουμε, αλλά θα τον ξεπεράσουμε κιόλας.
Και θα ήταν καλό στο σημείο αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επειδή πολλές φορές γίνονται συγκρίσεις με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες δεν στηρίζονται σε αντικειμενικά δεδομένα, να συμφωνήσουμε τουλάχιστον ότι αυτή είναι η εικόνα. Το λέω, κύριε Ανδρουλάκη και υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί, για το τι συμβαίνει με τον κατώτατο μισθό στη χώρα μας σε σχέση με όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η Ελλάδα είναι στην 11η θέση στην Ευρώπη. Δεν είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη, όπως συχνά ισχυρίζονται κάποιοι»
Ο ίδιος κατέθεσε το σχετικό πίνακα στα πρακτικά αναφέροντας πως «και αυτό καταδεικνύει ότι οι πολιτικές αύξησης του κατώτατου μισθού και στήριξης των πιο αδύναμων εργαζομένων έχουν επιφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα και ως προς τα συγκριτικά στοιχεία σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, για να μπορεί αυτή η διαρκής αναβάθμιση του εισοδήματος και πέραν του 2027 να μπορεί να συνεχίζεται το παρόν νομοσχέδιο καθιερώνει δύο απλές αρχές.Ο κατώτατος μισθός στη χώρα μας δεν μπορεί να μειώνεται παρά μόνο να αυξάνεται. Και δεύτερον, ότι το ακριβές ύψος της αύξησης θα καθορίζεται από έναν αντικειμενικό μηχανισμό, ο οποίος θα συμπεριλαμβάνει δύο και πάλι αντικειμενικούς δείκτες (…)».
Σε ό,τι αφορά στη λειτουργία των τραπεζών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προανήγγειλε λίαν συντόμως παρεμβάσεις με στόχο την ανακούφιση των καταναλωτών και των καταθετών. «Υπάρχουν ζητήματα, όσον αφορά στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, που χρήζουν αντιμετώπισης, όπως οι υψηλές προμήθειες, τα χαμηλά επιτόκια στις καταθέσεις, τα στεγαστικά δάνεια, που δεν δίνονται με τον καλύτερο ρυθμό, αλλά και ακίνητα που ακόμη δεν έχουν εκποιήσει προκειμένου να μπουν στην αγορά. Έχουμε ζητήσει από τις τράπεζες να αντιδράσουν, δεν μας έχει ικανοποιήσει η αντίδραση τους και πολύ σύντομα να αναμένετε παρεμβάσεις από την κυβέρνηση, που θα αντιμετωπίζουν τα συγκεκριμένα προβλήματα. Αλλά ας είμαστε ρεαλιστές, σε αυτή τη συγκυρία, πυροτεχνήματα, όπως η έκτακτη φορολόγηση δεν θα δώσουν απάντηση στα προβλήματα, που αντιμετωπίζουν οι πολίτες», είπε ο πρωθυπουργός.
Επίσης, για τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ περί μείωσης του ΦΠΑ σε βασικά προϊόντα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επικαλέστηκε το παράδειγμα της Ισπανίας και τόνισε χαρακτηριστικά, ότι «η μείωση του ΦΠΑ οδήγησε σε πρόσκαιρη μείωση των τιμών, αλλά σωρευτικά οδήγησε τελικώς σε μεγαλύτερες αυξήσεις από τις αντίστοιχες στη χώρας μας όπου ο ΦΠΑ είναι υψηλότερος». Ο πρωθυπουργός τόνισε επίσης, ότι «ο δημόσιος διάλογος δεν έχει περιθώριο για ακοστολόγητες υποσχέσεις», καθώς και ότι «δεν μπορούν να ανοίγουν συζητήσεις ή να υπάρχουν κρυφές ατζέντες για αυξήσεις φόρων, όπως το έκανε τις προάλλες βουλευτής σας, κύριε Ανδρουλάκη».