Αιχμηρή κριτική της εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση για την ακρίβεια και την αισχροκέρδεια
Την άποψη ότι οι κάλπες μόνο θα δώσουν «λύση» στα προβλήματα των πολιτών, όπως η ακρίβεια και η κερδοσκοπία, εξέφρασε η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Πόπη Τσαπανίδου, σε συνέντευξη εφ' όλης τής ύλης που παραχώρησε στο ραδιόφωνο ”Στο Κόκκινο” 105,5 FM, ενώ μίλησε και για τα νέα της καθήκοντα.
Όπως είπε «η σοβαρή θέση που ανέλαβε τη γεμίζει ευθύνη», ενώ σημείωσε ότι «συμφωνεί με την ψυχή τής πολιτικής του κόμματος που αποφάσισε να στηρίξει». «Είναι δύσκολο να βγεις από τη ζώνη ασφαλείας σου. Και εγώ έτσι λειτουργώ, αλλά στην προκειμένη δεν σκέφτηκα να πω όχι σε αυτά τα νέα καθήκοντα. Ως πολίτης έχω ευθύνη απέναντι στα κοινά και στη χώρα. Και είναι ώρα όλοι να βάλουμε το δικό μας λιθαράκι και να ανοίξουμε τη βεντάλια της πολιτικής», δήλωσε.
«Έχουμε μπροστά μας μια πολύ δύσκολη μάχη να δώσουμε. Και το βασικό δίλημμα με το οποίο όλοι ερχόμαστε αντιμέτωποι είναι ένα. Μας αρέσει να ζούμε σε μια χώρα όπου το δημόσιο χρήμα γίνεται κομφετί σε πάρτι και που το μοιράζονται πέντε άνθρωποι; Μας αρέσει μια κυβέρνηση που παίρνει το χρήμα και το δίνει στους λίγους και αφήνει αστεία επιδόματα για τους φτωχούς, για να τα πάρει μετά μέσα από την υπερφορολόγηση, την ακρίβεια και την κερδοσκοπία; Ή θα αλλάζουμε ρότα και θα πάμε με την πολιτική που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, ώστε να μην αφεθεί κανένας ευάλωτος πολίτης μόνος και πίσω» επισήμανε και προσέθεσε: «Μοναδική λύση μπορεί να δώσει μονάχα η κάλπη και το πρόγραμμα που θα υλοποιήσει η επόμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία».
«Ο κόσμος πλέον αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει μετά από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης Μητσοτάκη και όλα αυτά τα αποδίδει κάπου. Η κοινωνία αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις βασικότερες ανάγκες και γονατίζει από την ακρίβεια, σκέφτεται να ανάψει καλοριφέρ για να ζεσταθεί. Για όλα αυτά ευθύνεται η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που σύντομα θα ζητήσει την ψήφο των πολιτών», τόνισε η κ. Τσαπανίδου. «Δεν συζητάμε πλέον θεωρητικά για την πολιτική της κυβέρνησης, τα βιώνουμε όλα στην τσέπη μας», είπε.
«Σαφώς οι εποχές είναι δύσκολες και υπάρχουν μεγάλα διεθνή γεγονότα που επηρεάζουν και την παγκόσμια οικονομία, ωστόσο οι ρυθμοί με τους οποίους η χώρα μας υιοθετεί την ακρίβεια στα πάντα και οι αντιστοίχως αργοί ρυθμοί με τους οποίους η ακρίβεια αποκλιμακώνεται, όταν διεθνώς οι τιμές πέφτουν, είναι για βραβείο! Η εβδομάδα ξεκινάει για τη χώρα μας και πάλι με αρνητική πρωτιά, αφού είμαστε η ακριβότερη χώρα στην χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος», σημείωσε και προσέθεσε: «Η μεγαβατώρα στην Ελλάδα είναι ακριβότερη και η αισχροκέρδεια είναι στα ύψη σε βάρος νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Όλα αυτά ενώ το φυσικό αέριο έχει πέσει σε απίστευτα χαμηλές τιμές και δεν καταλαβαίνω, γιατί πληρώνουμε τόσο ακριβά σε αυτή τη χώρα για πάνω από 20 ημέρες. Την ίδια ώρα δεν καταλαβαίνω, πώς γίνεται να πέφτουν οι τιμές διεθνώς στα αγαθά και στην Ελλάδα να ανεβαίνουν».
Η Πόπη Τσαπανίδου επισήμανε: «Πρέπει να αλλάξει ο τρόπος που προσεγγίζουμε τη λύση σε αυτά τα προβλήματα και όχι να τα χρεώνουμε όλα στις διεθνείς εξελίξεις και δυσκολίες. Απαιτούνται έλεγχοι για την εξισορρόπηση των τιμών, μείωση του ΦΠΑ και φυσικά αύξηση στους μισθούς. Γι' αυτό στον ΣΥΡΙΖΑ μιλάμε για τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών. Για να πάρουν οι πολίτες μια ανάσα και να μπορέσει να αυξηθεί η αγοραστική τους δύναμη».
Για την υπόθεση της παρακολούθησης του Κωνσταντίνου Φλώρου, αρχηγού ΓΕΕΘΑ, από την ΕΥΠ -του οποίου η θητεία παρατάθηκε για ένα έτος- η εκπρόσωπος του κόμματος δήλωσε: «Δεν έχει ανοίξει ρουθούνι για τις αποκαλύψεις σχετικά με την παρακολούθησή του. Αλλά και ο ίδιος δεν έχει βγει να διαψεύσει! Ο κ. Φλώρος σε μια πολύ δύσκολη εθνική περίοδο έχει την ευθύνη του στρατεύματος, και την ευθύνη τού να μας κάνει όλους να αισθανόμαστε ασφαλείς. Κάθε μέρα ο Ερντογάν ξυπνάει και λέει ό,τι θέλει. Σε τέτοιες συνθήκες, ο αρχηγός του στρατού είναι υπό παρακολούθηση από την κυβέρνηση. Αυτό από μόνο του είναι απίθανο, είναι εξωφρενικό». Απαντώντας στο γιατί δεν προσφεύγει ο κ. Φλώρος στην ΑΔΑΕ η εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εκτίμησε ότι «αυτό ενισχύει την όποια σκιά ενοχής υπάρχει».
«Τα δημοσιεύματα του Documento ήταν πολύ αποκαλυπτικά. Και όσο δεν τα διαψεύδουν και καθυστερούν, τα επιβεβαιώνουν. Αντί να ρίχνει άπλετο φως στην υπόθεση των παρακολουθήσεων η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί για να την θάψει», είπε, και συμπλήρωσε: «Η, δε, παρέμβαση του Ισίδωρου Ντογιάκου εξυπηρετεί απολύτως την κυβέρνηση Μητσοτάκη και υπονομεύει τη μοναδική αρχή στην οποία μπορούμε να προσφύγουμε για να πάρουμε απαντήσεις. Αντί να λύσουμε στον κ. Ράμμο τα χέρια να βγει, να ελέγξει και να μάθει, η κυβέρνηση κάνει το ακριβώς αντίθετο». Κατά την ίδια, «ενώ θέλουμε να νιώσουμε ασφάλεια σαν κοινωνία, μαθαίνουμε ότι ο ένας παρακολουθεί τον άλλο, ο ένας σέρνει τον άλλο για λόγους μίζας, βλέπουμε ότι παίρνουν χρήματα από την τσέπη μας για όλα αυτά».
«Αυτό εμένα δεν με θυμώνει απλώς αλλά με κάνει και να ντρέπομαι για την κατάσταση που έχουμε φτάσει σε αυτή τη χώρα. Και να ανησυχώ κυρίως για τον τρόπο με τον οποίο η ΝΔ αντιμετωπίζει την κατάσταση. Είναι σαν να προσπαθεί να προκαλέσει στον κόσμο μια ανοσία στη διαφθορά, ρίχνοντας λάσπη στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, για να κάνει τι; Για να δείξει ότι όλοι είναι ίδιοι». υποστήριξε η κ. Τσαπανίδου.
Τέλος, σχετικά με την κηδεία του έκπτωτου βασιλέως Κωνσταντίνου και τις εικόνες που παρακολουθούμε στο κέντρο της Αθήνας, η Πόπη Τσαπανίδου εξέφρασε τα συλλυπητήριά της στην οικογένεια του εκλιπόντος, ωστόσο υπογράμμισε την «αλλαγή ατζέντας που επιχειρείται από τα μέσα ενημέρωσης», αφού και «η δημόσια τηλεόραση καλύπτει με τέτοιο τρόπο μια κηδεία ενός ιδιώτη», και ξεκαθάρισε:
«Ο χειρισμός της όλης κατάστασης είναι για γέλια και για κλάματα. Το κεφάλαιο του έκπτωτου βασιλιά έχει κλείσει από την ιστορία εδώ και χρόνια. Ο ίδιος ο ιδρυτής της ΝΔ, ο Κων/νος Καραμανλής, είχε κλείσει αυτό το κεφάλαιο. Δυστυχώς, όμως, όλα όσα αποφασίστηκαν στη Διυπουργική Επιτροπή, που συνεδρίασε την Παρασκευή, γύρισαν τούμπα. Η κυβέρνηση αναβάθμισε την εκπροσώπηση στην κηδεία, και ο κ. Μητσοτάκης, ενώ αρχικά είχε κλείσει το μάτι προς το Κέντρο, τώρα έκλεισε και το άλλο μάτι σε πιο ακραίες κατευθύνσεις, παρασυρόμενος και από τον Αντώνη Σαμαρά. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κλείνει τα μάτια όπου μπορεί και προσπαθεί να γίνει αρεστή όπου μπορεί».