Ξεκάθαρος ο πρωθυπουργός στην συνέντευξη που έδωσε τηλεοπτικό κανάλι της Λιθουανίας
«Χρειαζόμαστε μία ευρωπαϊκή λύση το συντομότερο δυνατό», δήλωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης για το θέμα της ενεργειακής κρίσης σε συνέντευξή του στο κρατικό τηλεοπτικό κανάλι LRT της Λιθουανίας.
«Χαίρομαι που στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπήρξε συμφωνία μεταξύ των συναδέλφων μου ότι πρέπει να αναθέσουμε στους υπουργούς μας να καταλήξουν σε μια ενιαία ευρωπαϊκή λύση που θα περιλαμβάνει επίσης ανώτατο όριο στον δείκτη TTF για τη χονδρική αγορά φυσικού αερίου, προκειμένου να αποφευχθούν υπερβολικές άνοδοι στην τιμή του φυσικού αερίου», τόνισε ο πρωθυπουργός και σημείωσε: «Αυτή θα ήταν μια ριζική λύση που θα βοηθήσει όλες τις ευρωπαϊκές χώρες να μειώσουν το κόστος της ενέργειας. Στο μεταξύ, όπως οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, και η Λιθουανία, έχουμε στηρίξει επιχειρήσεις και νοικοκυριά, έχουμε φορολογήσει τα υπερκέρδη των παραγωγών ενέργειας και χρησιμοποιήσαμε αυτά τα έσοδα για να στηρίξουμε τους πολίτες της χώρας μας. Και φυσικά, συνεισφέρουμε και από τον εθνικό προϋπολογισμό για να διατηρηθούν οι τιμές της ενέργειας σε λογικά επίπεδα.
Αλλά θέλω να είμαι πολύ σαφής: μέχρι να καταφέρουμε να βρούμε μια ευρωπαϊκή λύση, θα εξακολουθήσει να είναι πολύ δύσκολο για τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να στηρίζουν τους πολίτες, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις τους μέσω των εθνικών προϋπολογισμών. Ως εκ τούτου, χρειαζόμαστε μία ευρωπαϊκή λύση το συντομότερο δυνατό».
Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε επίσης ότι η Ελλάδα, όπως και πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εξαρτάται σε αρκετά μεγάλο βαθμό από το φυσικό αέριο, στην περίπτωσή μας, για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. «Και όλοι έχουμε αντιμετωπίσει μεγάλες δυσκολίες λόγω της εργαλειοποίησης του φυσικού αερίου από τον Πούτιν. Και έχουμε υποστηρίξει ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη γενεσιουργό αιτία του πληθωρισμού, που είναι οι πολύ υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, με μια παρέμβαση σε ευρωπαϊκό επίπεδο», επισήμανε, σύμφωνα με το ΑΠΕ ΜΠΕ.
Ο πρωθυπουργός ανέφερε επιπλέον ότι οι σχέσεις Ελλάδας - Λιθουανίας μπορούν να βελτιωθούν σημαντικά και πως οι δυο χώρες συνεργάζονται πολύ στενά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
«Η Λιθουανία έχει υπάρξει πολύ ένθερμος υποστηρικτής της ελληνικής πρωτοβουλίας για μια ευρωπαϊκή παρέμβαση για τον έλεγχο των τιμών του φυσικού αερίου», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης σημειώνοντας ότι οι δυο χώρες συνεργάζονται και στο μεταναστευτικό ενώ υπάρχει ταύτιση θέσεων σε σημαντικά θέματα εξωτερικής πολιτικής, σημαντική δυναμική για τη βελτίωση των οικονομικών σχέσεων, του εμπορίου, αλλά και των επενδύσεων από τις δύο πλευρές.
«Η Ελλάδα βγαίνει πολύ πιο δυνατή από μια πολύ παρατεταμένη οικονομική κρίση. Η οικονομία μας αναπτύσσεται με υψηλότερους ρυθμούς από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις που προσελκύουμε στη χώρα βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ. Επομένως, είναι επίσης σημαντικό για το κοινό σας, για τους Λιθουανούς, για τις λιθουανικές εταιρείες που ενδεχομένως ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην Ελλάδα, να κατανοήσουν ότι η Ελλάδα του 2022 δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα της οικονομικής κρίσης της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα. Έχουμε σημειώσει σημαντική πρόοδο και νομίζω ότι μπορούμε να ενισχύσουμε περαιτέρω τους οικονομικούς δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών μας, προς όφελος και των δύο λαών μας», συνέχισε ο πρωθυπουργός.
Ερωτηθείς για τον πόλεμο στην Ουκρανία και τι θα μπορούσε να σταματήσει τον Βλάντιμιρ Πούτιν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε πως η Ελλάδα και η Λιθουανία, καθώς και η υπόλοιπη ευρωπαϊκή οικογένεια, ενωμένες καταδικάζουν αυτόν τον επιθετικό πόλεμο, «την απολύτως αχρείαστη, απρόκλητη επίθεση που εξαπέλυσε ο Πούτιν στην Ουκρανία».
Σημείωσε πως σε γενικές γραμμές, η ευρωπαϊκή αντίδραση ήταν πολύ καλά συντονισμένη και αρκετά δυναμική.
«Όπως γνωρίζετε, έχουμε θέσει σε εφαρμογή οκτώ δέσμες κυρώσεων κατά της Ρωσίας και είμαι πεπεισμένος πως αυτές οι κυρώσεις αρχίζουν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη ρωσική οικονομία. Ταυτόχρονα, συνεχίζουμε να στηρίζουμε την ουκρανική κυβέρνηση, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και μέσω στρατιωτικής στήριξης. Αυτό επέλεξε να κάνει η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε ο πόλεμος, και θα συνεχίσουμε να το πράττουμε έως ότου η Ουκρανία μπορέσει να ισχυροποιηθεί ώστε να μη βρίσκεται σε θέση αδυναμίας. Υπό αυτό το πρίσμα, κανείς δεν θα πρέπει να αμφισβητεί τη δέσμευση των ευρωπαϊκών χωρών να σταθούν στο πλευρό της Ουκρανίας, στηρίζοντάς την ενάντια στη Ρωσία», πρόσθεσε.
Αναφερόμενος σε όσα συνέβησαν στη Μαριούπολη είπε ότι μας προξένησε σοκ το γεγονός ότι η πόλη βρέθηκε στην πρώτη γραμμή αυτού του πολέμου από την έναρξή του. «Δεν το γνωρίζει πολύς κόσμος, αλλά - όπως επισημάνατε - έχουμε στην Ουκρανία μια ισχυρή κοινότητα ελληνικής καταγωγής που διαμένει στην περιοχή γύρω από τη Μαριούπολη. Δυστυχώς δεν έχουμε αρκετά καλές πληροφορίες για να είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι ακριβώς συνέβη στην κοινότητα. Γνωρίζουμε ότι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και για το λόγο αυτό η Ελλάδα έχει δεσμευτεί πως όταν θα έρθει η στιγμή και καλώς εχόντων των πραγμάτων όταν αυτός ο πόλεμος τελειώσει, θέλουμε να διαδραματίσουμε ενεργό ρόλο στην ανοικοδόμηση της Μαριούπολης. Έχουμε αυτή την πόλη στην καρδιά μας. Δυστυχώς καταστράφηκε από την αποτρόπαια επίθεση που εξαπέλυσε ο Πούτιν κατά της Ουκρανίας», πρόσθεσε.
Απαντώντας σε ερώτηση για το μεταναστευτικό υπενθύμισε ότι τον Μάρτιο του 2020 η Τουρκία εργαλειοποίησε μετανάστες και προσπάθησε να τους εξωθήσει με επιθετικό τρόπο προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Την περίοδο εκείνη, η Ελλάδα υπερασπίστηκε τα ευρωπαϊκά σύνορά μας και επεσήμανε ότι καμία ξένη χώρα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιεί τους μετανάστες ως γεωπολιτικό όπλο. Τα ανθρώπινα βάσανα και ο ανθρώπινος πόνος δεν θα πρέπει να εργαλειοποιούνται. Και σταθήκαμε στο πλευρό της Λιθουανίας όταν η Λευκορωσία επιχείρησε να κάνει το ίδιο με τη χώρα σας», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης.
Και πρόσθεσε: «Πιστεύω πως είναι επιτακτική ανάγκη να καταλήξουμε σε μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση σε αυτές τις τακτικές, με στόχο να αποτρέψουμε την επανάληψη της μεταναστευτικής κρίσης του παρελθόντος. Βεβαίως, ταυτόχρονα, η Ευρώπη έχει ανοίξει τις πόρτες της στους πρόσφυγες από την Ουκρανία, ως όφειλε να πράξει. Στην Ελλάδα ήρθαν περίπου 60.000 με 70.000 Ουκρανοί, τους οποίους φροντίσαμε και, καλώς εχόντων των πραγμάτων, κάποια στιγμή, ελπίζουμε σύντομα, θα είναι σε θέση να επιστρέψουν στα σπίτια τους».
Μετά από σχετική ερώτηση ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι η Τουρκία εφάρμοσε αυτές τις πρακτικές προτού ο Λουκασένκο τις αντιγράψει και επιχειρήσει να κάνει το ίδιο σε βάρος της Λιθουανίας.
«Καταστήσαμε πολύ σαφές στην Τουρκία ότι πρέπει να συνεργαστούμε για να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα. Η Τουρκία φιλοξενεί σήμερα περισσότερους από 4 εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες. Έχει υπογράψει συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2016. Και είναι υποχρεωμένη με βάση αυτή τη συμφωνία να κάνει ό,τι μπορεί για να σταματήσει την παράνομη μετακίνηση ανθρώπων από την Τουρκία στην Ελλάδα. Έχουμε πληθώρα στοιχείων ότι αυτό δεν συμβαίνει και ότι, αν μη τι άλλο, η Τουρκία ενθαρρύνει ενεργά και προωθεί μετανάστες και πρόσφυγες στην Ελλάδα. Συνεπώς, καλούμε και πάλι την Τουρκία να συνεργαστεί με την Ελλάδα, να συνεργαστεί με την Ευρώπη για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος. Είναι πολύ λυπηρό όταν βλέπουμε ανθρώπους σε πολύ μικρές φουσκωτές λέμβους στη θάλασσα. Το Ελληνικό Λιμενικό Σώμα είναι πάντα σε ετοιμότητα ώστε να τους σώσει και έχει σώσει χιλιάδες ανθρώπους στη θάλασσα. Αλλά αυτοί οι άνθρωποι αναχωρούν από τις τουρκικές ακτές και είμαι βέβαιος ότι η Τουρκία μπορεί να κάνει πολύ περισσότερα για να εμποδίσει τους διακινητές να επωφελούνται από αυτόν τον ανθρώπινο πόνο».
Τόνισε επίσης ότι Ελλάδα και Λιθουανία έχουν υποχρέωση να υπερασπίζονται τα σύνορά τους. «Η υπεράσπιση των συνόρων μας δεν σημαίνει ότι δεν σεβόμαστε τα θεμελιώδη δικαιώματα. Όπως σας είπα, έχουμε σώσει χιλιάδες ανθρώπους στη θάλασσα, αλλά έχουμε επίσης την υποχρέωση να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να διασφαλίσουμε ότι άνθρωποι δεν θα εισέρχονται παράνομα στις χώρες μας. Ταυτόχρονα, πρέπει να επισημάνω ότι η Ελλάδα μπόρεσε να χορηγήσει άσυλο σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που είχαν να έρθει στην Ελλάδα.
Καταφέραμε να κατασκευάσουμε εντελώς νέες υποδομές, ανθρώπινες εγκαταστάσεις, για να υποδεχθούμε όσους καταφέρνουν να φτάσουν στα ελληνικά νησιά. Λύσαμε το πρόβλημα των ασυνόδευτων ανηλίκων. Είναι ίσως οι πιο ευαίσθητοι από όλους τους πρόσφυγες που κατέληξαν στην Ελλάδα. Επομένως, πιστεύω ότι εφαρμόζουμε μία πολιτική που είναι πολύ ξεκάθαρη όσον αφορά την επιθυμία μας να προστατεύσουμε τα σύνορά μας, ενώ ταυτόχρονα προστατεύουμε τα θεμελιώδη δικαιώματα. Δεν μπορούμε να φανταστούμε μια ζώνη ελεύθερης κυκλοφορίας που να ενθαρρύνει την ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων, μια ζώνη Σένγκεν, χωρίς να προστατεύουμε τα εξωτερικά μας σύνορα.
Εάν δεν προστατεύσουμε τα εξωτερικά μας σύνορα, εν τέλει η ζώνη Σένγκεν θα καταρρεύσει. Συνεπώς, θεωρώ ότι ακολουθούμε τη σωστή πολιτική, και είναι μια πολιτική -πρέπει να επισημάνω- που υποστηρίζεται από την συντριπτική πλειονότητα των κρατών μελών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.