«Απαντήσεις για όλα με θεσμικό τρόπο»
Μια ημέρα μετά την αποδοχή από την κυβέρνηση στο αίτημα του κ. Τσίπρα για προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή και το άνοιγμα του κοινοβουλίου στις 22 Αυγούστου για το θέμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου μίλησε στην ΕΡΤ.
«Η Κυβέρνηση, με θεσμικό τρόπο, θα αναζητήσει την αλήθεια στην σοβαρή αυτή υπόθεση για την οποία δεν πρέπει να μείνει καμία σκιά».
«Από την πρώτη στιγμή που ήρθε στο φως η υπόθεση αυτή η κυβέρνηση είναι συνεπής στην γραμμή και στην τακτική να γίνει ότι πρέπει προκειμένου να πάρουμε απαντήσεις. Δεν θέλουμε να μείνει καμία σκιά. Να υπάρξουν απαντήσεις στα ερωτήματα που προκύπτουν για τον κ. Ανδρουλάκη και τον πολιτικό κόσμο συνολικά. Η Δικαιοσύνη θα κάνει τη δουλειά της. Οι απαντήσεις αυτές δεν γίνεται παρά να γίνουν με ένα θεσμικό τρόπο. Ό,τι θεσμικά πρέπει να γίνει -ποτέ δεν αρνηθήκαμε τη σοβαρότητά του- θα γίνει. Η κυβέρνηση δεν έχει καμία διάθεση κωλυσιεργείας και της οποιαδήποτε καθυστέρησης αυτής της ιστορίας γιατί πρώτοι εμείς θέλουμε να μη μείνει καμία σκιά στο σοβαρό αυτό ζήτημα», δήλωσε ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ.
Μιλώντας στην εκπομπή «Από τις Έξι» ο κ. Οικονόμου επισήμανε ότι «ο πρωθυπουργός προχώρησε σε μια σειρά θεσμικών παρεμβάσεων για να διορθωθούν πράγματα εξαιτίας των οποίων προέκυψε και το μη πολιτικά ανεκτό θέμα της παρακολούθησης ενός ευρωβουλευτή, ενός αιρετού εκπροσώπου ελληνικού κόμματος».
Συνεχίζοντας στο θέμα των επισυνδέσεων και το αίτημα του προέδρου του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ για δημοσιοποίηση των στοιχείων που τον αφορούν ο κ. Οικονόμου υποστήριξε ότι «επρόκειτο τυπικά για μια νόμιμη παρακολούθηση.
«Αυτός είναι ο νόμος. Αυτός ο νόμος δεν ισχύει τώρα. Είναι κάτι που διαχρονικά ισχύει. Ξεκινά από το 1994 η ΕΥΠ δικαιούται να προβαίνει σε νόμιμες παρακολουθήσεις με άδεια του Εισαγγελέα. Όλα αυτά διέπονται από ένα αυστηρό νομικό πλαίσιο που απαγορεύουν τη δημόσια συζήτηση».
Σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, σε ό,τι αφορά την καθ’ ομολογία νόμιμη παρακολούθηση από την ΕΥΠ των συνομιλιών του κ. Ανδρουλάκη, ανέφερε ότι ο ίδιος γνωρίζει πώς μπορεί να ενημερωθεί.
Όσον αφορά την σχετική δήλωση του πρωθυπουργού ότι ήταν «λάθος η παρακολούθηση Ανδρουλάκη», ο κ. Οικονόμου εστίασε στις αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο που εξήγγειλε ο κ. Μητσοτάκης τονίζοντας για άλλη μια φορά ότι δεν πρέπει «να ξαναβρεθούμε αντιμέτωποι με τέτοια παράδοξα ζητήματα. Όπως είναι διαμορφωμένο από το 1994 το θεσμικό πλαίσιο δεν εξαιρεί κανένα από τη νόμιμη παρακολούθηση σύμφωνα με την επαγγελματική ή πολιτική σου ιδιοτητα. Αυτό το πλαίσιο δεν το άλλαξε καμία κυβέρνηση μέχρι τώρα. Είναι δύσκολη η άσκηση η ισορροπία μεταξύ της διαφύλαξης των Εθνικών ζητημάτων και της διαφύλαξης των προσωπικών δεδομένων. Φάνηκε με την περίπτωση του κ. Ανδρουλάκη. Προφανώς πρέπει να υπάρχουν περισσότερα φίλτρα και περισσότερες ασφαλιστικές δικλείδες».
Απαντώντας για το εάν ο πρωθυπουργός γνώριζε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε χαρακτηριστικά: «Προφανώς και δεν γνώριζε και γι’ αυτόν το λόγο υπήρξαν δύο παραιτήσεις ανάληψης της ευθύνης που δεν είχε ενημερώσει για την εκκίνηση της διαδικασίας. Γιατί εκεί θα ήταν η παρέμβαση του πρωθυπουργού, στην εκκίνηση της διαδικασίας, για το αν υπήρχαν επαρκή στοιχεία για την παρακολούθηση ενός αιρετού. Από εκεί και πέρα όλα έγιναν νόμιμα».
Πολιτική ευθιξία η παραίτηση Δημητριάδη
Αναφορικά με το θέμα της παραίτησης του κ. Δημητριάδη ο υφυπουργός στον Πρωθυπουργό δήλωσε ότι παρά το γεγονός ότι ούτε και εκείνος ήξερε, η παραίτησή του έγινε για λόγους πολιτικής ευθιξίας».
Ερωτηθείς για το εάν γνώριζαν άλλοι στο περιβάλλον του πρωθυπουργού για τις παρακολουθήσεις της ΕΥΠ τόνισε ότι αυτό «είναι ένα θέμα που προσφέρεται για συνωμοσιολογίες. Μέσω του θεσμικού τρόπου θα δοθούν όλες οι απαντήσεις που πρέπει».
Ο κ. Οικονόμου πρόσθεσε επίσης ότι όσοι κατηγορούν την κυβέρνηση γι’ αυτό το θέμα συνδυάζουν πράγματα που δεν είναι απαραίτητα άσχημα: «Δεν θεωρούμε ότι είναι λάθος ότι η ευθύνη της ΕΥΠ υπάγεται απευθείας στο γραφείο του πρωθυπουργού. Και όσοι το λένε αυτό, ας πουν ότι η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα που γίνεται αυτό», επισημαίνοντας ότι με αυτό τον τρόπο μηδενίζουν το σημαντικό ρόλο της ΕΥΠ για τη δυνατότητα της Ελλάδας να αντιμετωπίσει πρωτόγνωρες απειλές.
«Όταν παρατηρούνται λάθη πρέπει με βεβαιότητα να τα αναγνωρίζεις. Η μισή αλήθεια είναι ότι το πλαίσιο του νόμου των επισυνδέσεων είναι από το 1994. Η κυβέρνηση διορθώνει τις παθογένειες» είπε και πρόσθεσε ότι η «ΕΥΠ θα όφειλε όταν παίρνει μια απόφαση να κοιτάξει ένα προβεβλημένο πρόσωπο να ενημερώσει. Αν αυτό είχε τεθεί υπόψιν πριν εκκινήσει τη διαδικασία η εξέλιξη θα ήταν τελείως διαφορετική».
Πρόσθεσε επίσης ότι «από την ώρα που είχε ξεκινήσει η διαδικασία κανείς δεν θα είχε δικαίωμα να παρέμβει, τονίζοντας και πάλι ότι το Μέγαρο Μαξίμου και ο Πρωθυπουργός δεν ενημερώθηκε σε κανένα στάδιο.
Ερωτηθείς για το αν η ΕΥΠ ή κάποια άλλη υπηρεσία έχει προμηθευτεί το Predator, το επίμαχο λογισμικό για παρακολουθήσεις, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργό ήταν απόλυτος στο ότι «η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει προμηθευτεί κανένα από τα κακοβουλα λογισμικά. Η ιστορία αυτή αφορά πολλές χώρες της Ευρώπης. Οι ελληνικές υπηρεσίες δεν χρησιμοποιούν κακόβουλα λογισμικά. Άλλο πράγμα τα Predator και άλλο το ζήτημα των νόμιμων επισυνδέσεων».
Συμπλήρωσε σχετικά ότι όντως «υπάρχει ένα θέμα. Πρέπει να βρούμε τρόπους διαφύλαξης του απόρρητου των επικοινωνιών».
Αναφορικά με την εξέλιξη της υπόθεσης διευκρίνισε ότι βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα των δικαστικών αρχών και ότι «όλες οι κρατικές υπηρεσίες θα προσπαθήσουν να φτάσουν στην άκρη του νήματος και σε αυτό το ζήτημα».