Συνάντηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία με τον νέο πρέσβη των ΗΠΑ Τζορτζ Τσούνη
Οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ, οι διαπραγματεύσεις για ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, αλλά και η κλιμακούμενη επιθετικότητα της Τουρκίας, συζητήθηκαν στη συνάντηση που είχε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Αλέξης Τσίπρας με τον νέο πρέσβη των ΗΠΑ, Τζορτζ Τσούνη.
Σύμφωνα με την ενημέρωση του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας καλωσόρισε το νέο Πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Ελλάδα και εξέφρασε τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στην προώθηση του Στρατηγικού Διαλόγου για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις με ιδιαίτερη έμφαση στην οικονομία και την ενέργεια». Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υπογράμμισε την ανάγκη οι στρατηγικές-αμυντικές σχέσεις των δύο χωρών να αναπτύσσονται σε αμοιβαία επωφελή βάση, με απτές δεσμεύσεις για την άμυνα της Ελλάδας, επαναλαμβάνοντας τη διαφωνία του με την πρόσφατη επ´ αόριστον αναθεώρηση της διμερούς αμυντικής συμφωνίας, χωρίς ουσιαστικές δεσμεύσεις από τη μεριά των ΗΠΑ για τη στήριξη της χώρας, έναντι των προκλητικών παραβιάσεων του Διεθνούς Δικαίου από τη πλευρά της Τουρκίας».
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες «διατύπωσε την έντονη αντίθεσή του με την αποστολή οπλισμού στην Ουκρανία και μάλιστα βαρέως οπλισμού που προέρχεται από κρίσιμες στρατιωτικά θέσεις στα νησιά και στη μεθόριο της χώρας». Ακολούθως «ξεκαθάρισε ότι σε περίπτωση που προκειμένου να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ Φινλανδία και Σουηδία, υπάρξουν υποχωρήσεις εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων, όπως διαφαίνεται από τις δηλώσεις Στόλτενμπεργκ, η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μελλοντικής κυβέρνησης της χώρας, θα είναι αρνητική».
Τόνισε την ανάγκη οι ΗΠΑ να καταδικάσουν ευθέως τις υπερπτήσεις και παραβιάσεις στο Αιγαίο και να παγώσουν την πώληση των F16 στη γείτονα, καθώς δεν μπορεί οι ΗΠΑ να δίνουν αεροσκάφη στην Τουρκία, προκειμένου να παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο με υπερπτήσεις πάνω από τα ελληνικά νησιά. Τέλος, επεσήμανε την ανάγκη να πιεστεί η Τουρκία για να ανοίξει τους διαύλους με την Ελλάδα προκειμένου να αποφευχθεί η περαιτέρω κλιμάκωση της έντασης και να επιστρέψουμε σε έναν διάλογο ύφεσης».