«Κατανοώ το άγχος, την πίεση, ακόμη και την επιθετικότητα των νέων ανθρώπων»
Ο παραγόμενος πλούτος και η δίκαιη διανομή του, οι σχέσεις τού πολιτικού συστήματος με τους νέους ανθρώπους, αλλά και οι δύο πόλοι της πολιτικής αντιπαράθεσης, βρέθηκαν στο επίκεντρο συνέντευξης του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη στο ραδιοφωνικό σταθμό «Σκάι». «Εμείς πλέον συνομιλούμε απευθείας με την κοινωνία, δεν νομίζω ότι δούλεψε το μοντέλο της επιχειρούμενης συναίνεσης», ήταν μια χαρακτηριστική αναφορά του στο θέμα.
«Είναι η πρώτη φορά, μετά το τέλος της δεκαετίας του 2000, που η χώρα παράγει κέρδος, στην πραγματικότητα είναι νέος πλούτος που παράγεται, πλούτος που θα πρέπει να διανεμηθεί με όρους ισότητας και δικαιοσύνης», είναι το σήμα που έστειλε ο υπουργός Επικρατείας.
Για την αντιπαράθεση με την αξιωματική αντιπολίτευση, επεσήμανε πως «δημιουργούνται δύο πόλοι στη χώρα, είναι ο πόλος της λογικής τον οποίον εκφράζει ο πρωθυπουργός -και τον εκφράζει με μια συνετή, ριζοσπαστική πολιτική, μια πολιτική η οποία στηρίζεται στη δημιουργία παραγωγικών πλεονασμάτων για τη χώρα- και από την άλλη πλευρά δημιουργείται ένας πόλος του άλογου, δηλαδή ένας πόλος που δεν έχει καμία απολύτως επαφή με την πραγματικότητα, τις ανάγκες της χώρας και κυρίως, με τις ανάγκες των επόμενων γενεών».
«Εμείς πλέον συνομιλούμε απευθείας με την κοινωνία, δεν νομίζω ότι δούλεψε το μοντέλο της επιχειρούμενης συναίνεσης, διότι η συναίνεση προϋποθέτει μια κρίσιμη μάζα κοινού ορθού λόγου για να μπορέσεις να προχωρήσεις. Ο κοινός ορθός λόγος αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, οπότε θα προχωρήσουμε σε αυτό το μοτίβο», προϊδέασε, σε συνέχεια όσων είπε για το ίδιο θέμα ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη.
Ένα από τα βασικότερα θέματα της συνέντευξης ήταν η σχέση της κυβέρνησης και εν γένει του πολιτικού συστήματος με τη νέα γενιά: «υπάρχει ένα ζήτημα επικοινωνίας των νέων συνολικά με το πολιτικό σύστημα (...) αισθάνονται ότι δεν βρίσκονται στο επίκεντρο των δημόσιων πολιτικών, ότι είναι έξω από τις συζητήσεις που γίνονται για το μέλλον της χώρας», σημείωσε εμφατικά ο Γ. Γεραπετρίτης, αναγνωρίζοντας, επιπλέον, ότι μαθητές και φοιτητές αισθάνονται ότι έχασαν δύο χρόνια από τη ζωή τους.
«Κατανοώ το άγχος, την πίεση, ακόμη και την επιθετικότητα των νέων ανθρώπων. Πρέπει να μπορέσουμε να ανατάξουμε τη σχέση εμπιστοσύνης της Πολιτείας με τους νέους ανθρώπους -και νομίζω πως θα το κάνουμε διορθώνοντας τις όποιες αστοχίες και δημιουργώντας εμπροσθοβαρείς πολιτικές. Τα περισσότερα από τα μέτρα, τα οποία εξαγγέλθηκαν το τελευταίο διήμερο, έχουν μια στόχευση για το μέλλον», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Και συνέχισε, λέγοντας: «πρέπει να υπάρχει σχέση αλήθειας και εμπιστοσύνης προς τη νέα γενιά, οι νέοι δεν είναι τόσο ευεπίφοροι στο λαϊκισμό», υποστήριξε και τους δικαιολόγησε λέγοντας ότι «έχουν βιώσει όλες τις κρίσεις από το 2010 ως προσωπικές κρίσεις εμπιστοσύνης με την πολιτική συνολικά. Ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία, για τους νέους μετασχηματίζεται σε αμφισβήτηση συνολικά για το πολιτικό σύστημα. Αυτό πρέπει να αναταχθεί και θα αναταχθεί λέγοντας την αλήθεια (...) συνειδητά βάζουμε ψηλά τον πήχη των προσδοκιών και για τη νέα γενιά».
Σε ό,τι αφορά την Παιδεία ειδικότερα, αφού επεσήμανε ότι είναι «η γέφυρα για την αγορά εργασίας», δήλωσε ότι εκεί «γίνονται τεκτονικές αλλαγές», υπογράμμισε δε, τη ζήτηση για τα δημόσια ΙΕΚ, που έφθασε στις 22.000 αιτήσεις. Ανάμεσα στις εξαγγελίες του πρωθυπουργού είναι «η επέκταση του στεγαστικού επιδόματος 1.000 ευρώ και στους σπουδαστές των δημόσιων ΙΕΚ», προσέθεσε, κάνοντας λόγο για «ραγδαίο μετασχηματισμό».
Για το θέμα της ανεργίας ανέφερε ότι φθάνει στα επίπεδα της ανεργίας του 2010, και, παρότι «δεν είμαστε χαρούμενοι, προφανώς, που υπάρχει ανεργία», το γεγονός ότι επιστρέφει σε εκείνα τα επίπεδα, και «μετά από 11 χρόνια βαθιάς κρίσης, τότε έχουμε λόγο για βιώσιμη αισιοδοξία απέναντι στους νέους».
Και, συμπλήρωσε σε άλλο σημείο της συνέντευξης, η κατάργηση του φόρου γονικής παροχής εξυπηρετεί στην πραγματικότητα τη νέα γενιά, καθώς υπάρχουν πολλές λιμνάζουσες περιουσίες, όπου οι γονείς αδυνατούν να πληρώσουν το φόρο.
Επίσης, περιέγραψε τη «μεγάλη ανησυχία» που είχε, με το που θα τελειώσουν τα εργαλεία στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων, «να έχουμε μαζικές απολύσεις και κλείσιμο επιχειρήσεων. Αντ' αυτού είχαμε 72.000 νέες θέσεις απασχόλησης σε σχέση με τον Ιούνιο του 2019. Ακόμα, 46.000 νέες επιχειρήσεις σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2019». Αλλά και αύξηση ιδιωτικών καταθέσεων 35 δισ., αυξήθηκε δηλαδή το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, 19 δισ. από τα οποία είναι νοικοκυριών.
Απαντώντας σε ερώτημα, γιατί η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης δεν αφορά δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους υπενθύμισε ότι, εν αντιθέσει με τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, αυτοί την περίοδο της πανδημίας δεν υπέστησαν μείωση των εισοδημάτων τους, διατήρησαν ακέραιο το μισθό τους. Ενώ και με τη μείωση της φορολογίας υπήρξε σημαντικότατη αύξηση του διαθεσίμου εισοδήματος.
Στο πεδίο των ιδιωτικοποιήσεων, αφού παρατήρησε ότι οι ιδιωτικοποιήσεις που έγιναν επί ΣΥΡΙΖΑ ήταν «ψευδεπίγραφες», γιατί «είχαν τη μέγγενη της κρατικής παρέμβασης και καμία προοπτική», αντέτεινε πως «σήμερα στην Ελλάδα υπάρχουν επενδυτικές προοπτικές». Εξάλλου, «όταν η Ελλάδα καθίσταται χώρος προορισμού για επιχειρηματικούς κολοσσούς (Microsoft, Amazon, Pfizer) σήμερα και όχι τότε (σ.σ. επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ), είναι ψήφος εμπιστοσύνης που δημιουργεί για τη χώρα μας τη μεγαλύτερη παρακαταθήκη».
Για την ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ ειδικότερα, τόνισε πως «σηματοδοτεί τη νέα εποχή ανάπτυξης στη χώρα, ενώ συνέκρινε το τίμημα των 2,15 δισ. με την αποτίμηση της αξίας της μητρικής εταιρείας, της ΔΕΗ, που αγγίζει τα 2,3 δισ. -και όλα αυτά «χωρίς να δοθεί το management της εταιρείας», συμπλήρωσε.
Διευκρινιστικά, «η κάλυψη για την κατανάλωση ενέργειας αφορά όλες τις εταιρείες ενέργειας, η ΔΕΗ έχει επιπλέον απορρόφηση του κόστους της τάξης του 30%, άρα θα καλυφθεί η όποια αύξηση σε ένα επίπεδο της τάξης του 80%», είπε ακόμη συμπεραίνοντας ότι «οι όποιες αυξήσεις - αν υπάρξουν - θα είναι μηδενικές».
Κλείνοντας ο κ. Γεραπετρίτης, ανέφερε: «η επιστροφή σε κάποιους δημοσιονομικούς κανόνες θα γίνει κάποια στιγμή, θα γίνει με μέτρο, έτσι ώστε να μην κλυδωνισθεί η οικονομία των κρατών - μελών. Βεβαίως και βρισκόμαστε σε εγρήγορση για την επιστροφή των κανόνων αυτών, όμως δεν μας φοβίζουν οι δημοσιονομικοί κανόνες. Αυτή τη στιγμή η ελληνική οικονομία παράγει νέο μέρισμα».