«Τα λόγια δεν αρκούν πλέον. Θα πρέπει να δούμε ξεκάθαρες πράξεις» ξεκαθάρισε ο πρωθυπουργός
«Τα προβλήματα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αφορούν την Ευρώπη, καθώς επηρεάζουν την Ανατολική Μεσόγειο. Σχετίζονται με το ΝΑΤΟ, καθώς επηρεάζουν το νοτιοανατολικό του τμήμα. Έχουμε καταστήσει σαφές πως δεν νοείται να μην βρεθεί η Τουρκία αντιμέτωπη με συνέπειες εάν συνεχίσει τις προκλητικές ενέργειες. Και πιστεύω πως αυτό είναι πλέον σαφές σε όλους τους παράγοντες που ενδιαφέρονται για αυτή τη γωνιά του κόσμου».
Αυτό διεμήνυσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά τη διάρκεια συζήτησης με τον δημοσιογράφο του Politico Matthew Kaminski, στο πλαίσιο του διεθνούς συνεδρίου τεχνολογίας και καινοτομίας «Web Summit 2020» της Λισαβόνας, που εφέτος διενεργείται διαδικτυακά.
«Τα λόγια δεν αρκούν πλέον. Θα πρέπει να δούμε ξεκάθαρες πράξεις από την τουρκική πλευρά και αυτό σημαίνει πραγματική αλλαγή στην πολιτική της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο», τόνισε ο πρωθυπουργός, όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ερωτηθείς σχετικώς με την πολιτική των ΗΠΑ, έναντι της Ευρώπης και της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο υπό τη νέα προεδρία Μπάιντεν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι προσβλέπει «ότι η νέα κυβέρνηση θα επαναλειτουργήσει παραγωγικά στη συνεργασία των ΗΠΑ με την Ευρώπη και στο να κάνει πιο ενεργή την παρουσία των ΗΠΑ στους κόλπους του ΝΑΤΟ». Είπε χαρακτηριστικά, μάλιστα ότι «δεν είναι μυστικό ότι έχουμε διαφωνίες με την Τουρκία», υπενθυμίζοντας παράλληλα ότι «έχουμε λάβει τη στήριξη του State Department και της Ευρώπης».
Ο πρωθυπουργός σημείωσε δε χαρακτηριστικά πως «δεν νομίζω ότι η συμπεριφορά της Τουρκίας συνάδει με τον ρόλο της ως βασικού μέλους του ΝΑΤΟ όταν αγοράζει προηγμένα πυραυλικά συστήματα από τη Ρωσία ή όταν χρησιμοποιεί ανοιχτά τρομοκράτες από τη Συρία για να συμμετέχει σε πολέμους».
Ερωτηθείς για το πώς τοποθετείται στη συζήτηση, που έχει ανοίξει περί στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης καθώς και για το εάν ο Γάλλος Πρόεδρος Εμάνουελ Μακρόν είναι μία μοναχική φωνή στο συγκεκριμένο θέμα ο κ. Μητσοτάκης απάντησε: «Δεν νομίζω ότι είναι μια μοναχική φωνή. Πιστεύω πως θα πρέπει να βρούμε τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στα οφέλη του ελεύθερου εμπορίου και τη συνειδητοποίηση πως υπάρχουν κάποιοι τομείς στους οποίους θα θέλαμε η Ευρώπη να δείξει ένα επίπεδο της αποκαλούμενης "στρατηγικής αυτονομίας". Η φαρμακευτική βιομηχανία είναι ένας τέτοιος τομέας για παράδειγμα. Και μπορώ να σκεφτώ και πολλούς ακόμα. Θεωρώ πως υπάρχει μια δυναμική ως προς αυτό το ζήτημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να προσδιορίσουμε ξεκάθαρα τους τομείς που θεωρούμε στρατηγικής σημασίας και στους οποίους θα θέλαμε την ανεξαρτησία της Ευρώπης από άλλες μεγάλες δυνάμεις, είτε για οικονομικούς, είτε για γεωπολιτικούς λόγους».
Οι αγορές, και οι ξένοι επενδυτές νιώθουν σαφώς πιο ασφαλείς με την Ελλάδα
Υπεραμυνόμενος, εξάλλου του μεταρρυθμιστικού έργου της κυβέρνησης αλλά και υπογραμμίζοντας την εμπιστοσύνη, που επιδεικνύουν πλέον οι αγορές προς την Ελλάδα, ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι «η Ελλάδα δεν είναι πια η χώρα που υστερεί στην ευρωζώνη. Και θεωρώ πως αυτό είναι ένα σημαντικό επίτευγμα για μια χώρα που βίωσε μια πολύ δύσκολη δεκαετία. Αν κοιτάξει κανείς την καμπύλη αποδόσεων, οι αποδόσεις για τους τίτλους κάθε διάρκειας είναι ουσιαστικά κάτω του 1%. Φαντάζει αδιανόητο αν το συγκρίνουμε με το πού βρισκόμασταν πριν από έναν χρόνο. Για εμένα δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι έχουμε αφήσει πίσω μας την περίοδο της κρίσης. Φαίνεται πως και οι αγορές συμμερίζονται την άποψη αυτή. Και αν το ενδιαφέρον για ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα είναι μία μονάδα μέτρησης για την αξιοπιστία της χώρας, μπορώ σας διαβεβαιώσω ότι συνομιλώ σε καθημερινή βάση με ξένους επενδυτές που ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην Ελλάδα. Πιστεύω πως ο κόσμος πλέον αντιλαμβάνεται το αφήγημα της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης για την Ελλάδα».
Έδωσε, μάλιστα, έμφαση στον τρόπο με τον οποίο το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ και οι ιδιωτικές επενδύσεις θα προσφέρουν στη χώρα τούς αναγκαίους πόρους για να υλοποιήσει τις βαθιές τομές, που προωθεί η κυβέρνηση και οι οποίες θα ενισχύσουν την ελληνική οικονομία: «Για πρώτη φορά δεν έχουμε μόνο το σχέδιο. Έχουμε και τους δημόσιους πόρους -δηλαδή κοινοτικούς σε αυτή την περίπτωση- που θα μας βοηθήσουν να κάνουμε πράξη τον μετασχηματισμό αυτό. Η Ελλάδα ήταν πάντα αντιμέτωπη με ένα επενδυτικό έλλειμμα. Πώς γεφυρώνεται αυτό το χάσμα; Μέσω ιδιωτικών κεφαλαίων αλλά και μέσω ευρωπαϊκών πόρων. Το γεγονός ότι θα έχουμε 32 δισεκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και επιπλέον 40 δισεκατομμύρια χρηματοδότησης μέσω των συνηθισμένων ευρωπαϊκών οργάνων, μας δίνει την πεποίθηση πως πλέον διαθέτουμε τη δύναμη πυρός, την οικονομική δυνατότητα να υλοποιήσουμε πρακτικά μια ουσιαστική αναμόρφωση της ελληνικής οικονομίας».
Σε σχετική ερώτηση του κ. Καμίνσκι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε πως η κυβέρνηση εννοεί να προχωρήσει στην υλοποίηση της μεταρρυθμιστικής της ατζέντας παρά τις αρνητικές παρενέργειες της πανδημίας του κορονοϊού: «Σωστά επισημαίνετε πως η χώρα τα πήγαινε αρκετά καλά τους πρώτους τρεις μήνες του έτους. Και μάλιστα πολύ καλύτερα σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Αλλά, είναι βέβαιο πως η χώρα θα επηρεαστεί σημαντικά από την πανδημία. Αναμένεται ύφεση, αντίστοιχη του μέσου όρου της ευρωζώνης. Επομένως, γνωρίζουμε πως έχουμε πολλή δουλειά μπροστά μας για να ανακτήσουμε το χαμένο έδαφος. Ωστόσο, θα ήθελα να επισημάνω πως παρά την πανδημία, προσπαθήσαμε -και θα έλεγα με επιτυχία- να διατηρήσουμε τη μεταρρυθμιστική μας ατζέντα. Με τον όρο "μεταρρυθμιστική ατζέντα" αναφέρομαι στην αύξηση της ελκυστικότητας της Ελλάδας για άμεσες ξένες επενδύσεις, τη μείωση των φόρων, την αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας και την αξιοποίηση των φυσικών συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων με στόχο να προσελκύσουμε κεφάλαια από το εξωτερικό. Κατά την πανδημία γίναμε μάρτυρες κάποιων success stories που παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον. Για παράδειγμα, πριν από έναν μήνα η Microsoft ανακοίνωσε ότι θα δημιουργήσει τρία μεγάλα data centers στην Ελλάδα. Αυτό δεν είναι το μόνο παράδειγμα. Οι επιχειρήσεις έχουν στραμμένο το βλέμμα στην εποχή μετά τον Covid, αξιολογούν ποιες χώρες θα είναι σε θέση να πετύχουν μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και θεωρώ πως η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλή θέση».
Ακολούθως, ο πρωθυπουργός, υπέδειξε ορισμένους από τους τομείς στους οποίους η κυβέρνηση δρομολογεί μεταρρυθμίσεις διαβεβαιώνοντας παράλληλα για την πολιτική βούληση της κυβέρνησης σχετικά με τις απαιτούμενες αλλαγές: «Πολλές από τις μεταρρυθμίσεις αφορούν την πλευρά της προσφοράς και σχετίζονται με τα υποκείμενα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας. Γνωρίζαμε από την αρχή ότι δεν ήμασταν ανταγωνιστικοί σε όρους φορολογίας. Επομένως, μειώσαμε τη φορολογία των επιχειρήσεων. Μειώσαμε τους φόρους επί των μερισμάτων. Επίσης κάναμε πιο ελκυστικές τις επενδύσεις στην Ελλάδα παρέχοντας φορολογικά επενδυτικά κίνητρα στον τομέα της Έρευνας και Ανάπτυξης. Θα δοθούν περαιτέρω φορολογικά κίνητρα για πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις. Το 2020, μειώσαμε τους φόρους στο μισθολόγιο. Μειώσαμε επίσης τους φόρους για αυτούς που έχουν υψηλές αμοιβές γεγονός, που κάνει πιο καθιστά πιο ελκυστικό να προσλάβουν κάποιον στην Ελλάδα. Στο δημοσιονομικό σκέλος, είναι μεγάλη μας χαρά το γεγονός ότι πλέον η Ελλάδα δανείζεται με ιστορικά χαμηλά επιτόκια. Υπάρχει λοιπόν ευρεία εμπιστοσύνη στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας… Επομένως, σε ό,τι αφορά τα δημοσιονομικά μας, το έλλειμμα και το χρέος θα αυξηθούν αλλά οι αγορές δεν προβληματίζονται με την εξέλιξη αυτή, καθώς αυτή είναι η τάση παγκοσμίως. Υπάρχει μεγάλη εμπιστοσύνη σε αυτή την κυβέρνηση. Απομένουν σχεδόν τρία χρόνια έως τη λήξη της θητείας μας. Έχουμε απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, δεν συντρέχουν οι πολιτικοί περιορισμοί που καλούνται να αντιμετωπίσουν κάποιες κυβερνήσεις συνασπισμού στην Ευρώπη. Όταν επιλέγουμε μία πολιτική, επιδεικνύουμε αποτελέσματα ταχύτατα. Τόσο οι αγορές, όσο και οι ξένοι επενδυτές νιώθουν σαφώς πιο ασφαλείς με την Ελλάδα αυτές τις μέρες».
Εμφανίστηκε μάλιστα βέβαιος ότι η χώρα έχει αφήσει πίσω της την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας δίνοντας έμφαση στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδος. «Μιλάμε για μια χώρα της ευρωζώνης που ακόμα οι αξίες είναι χαμηλά, επειδή η χώρα βγαίνει από την οικονομική κρίση.. Και βέβαια έχει τομείς στους οποίους μπορούμε να διαδραματίσουμε πρωταγωνιστικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως ο βιώσιμος τουρισμός και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Κατά την γνώμη μου διαθέτει εξαιρετικά ανταγωνιστικό εργατικό δυναμικό, που αποτελεί και ένα από τα πιο σημαντικά πλεονεκτήματα της χώρας. Καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια να είμαστε οι κορυφαίοι στους τομείς όπου νιώθουμε ότι έχουμε το φυσικό συγκριτικό πλεονέκτημα» είπε ο πρωθυπουργός.
Για το Ταμείο Ανάκαμψης
Αναφερόμενος στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και πώς αυτά σχετίζονται με τον κυβερνητικό προγραμματισμό γύρω από τις μεταρρυθμίσεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιβεβαίωσε πως «καθοριστικής σημασίας για τα σχέδια μας» Υπενθύμισε, δε, ότι «η Ελλάδα ήταν μια από τις πρώτες χώρες που υπέβαλαν το προσχέδιο με τα έργα στα οποία θα αξιοποιηθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
«Όπως γνωρίζετε, υπάρχουν πολύ συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές, σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό σε πράσινες και ψηφιακές πρωτοβουλίες. Αλλά, όλα αυτά ευθυγραμμίζονται πολύ καλά με το μακροπρόθεσμο πρόγραμμά μας για τον μετασχηματισμό της χώρας… Είμαι πολύ αισιόδοξος για το σχέδιο που υποβάλαμε και αναμένουμε παρατηρήσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Και ελπίζω πως το όλο θέμα της τελικής έγκρισης του Ταμείου Ανάκαμψης θα επιλυθεί μέχρι το επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, καθώς όλες οι ευρωπαϊκές χώρες χρειάζονται τα χρήματα αυτά και νομίζω πως θα πρέπει να αρχίσουν να ρέουν προς κράτη μέλη το δεύτερο μισό του 2021».
Σε ερώτηση για το κατά πόσον το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα θα πιέσει τον Ούγγρο πρωθυπουργό, Όρμπαν για το θέμα του βέτο που ασκεί η χώρα του μαζί με την Πολωνία σχετικά με το Ταμείο Ανάκαμψης, ο πρωθυπουργός παρατήρησε ότι «το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα έχει αναστείλει τη συμμετοχή του Fidesz της Ουγγαρίας, δηλαδή του πολιτικού κόμματος στο οποίο ανήκει ο πρωθυπουργός 'Ορμπαν, εύλογα θεωρώ. Πιστεύω στην ικανότητα της καγκελαρίου Μέρλκελ να φτάσει σε ένα συμβιβασμό, να βρει μία λύση που θα συνάδει με την απόφαση των ηγετών κρατών και κυβερνήσεων που ελήφθη φέτος τον Ιούλιο. Μου φαίνεται αδιανόητο το γεγονός ότι αυτό το ορόσημο για την ΕΕ θα καθυστερήσει, επειδή δύο κράτη μέλη διαφωνούν ως προς την ερμηνεία της συμφωνίας μας, η οποία -κατά την γνώμη μου- είναι απόλυτα σαφής. Η απόφαση αυτή ήταν κάτι παραπάνω από σημαντική. Ήταν μια εντυπωσιακή απόφαση που έλαβε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρακολουθείς στενά τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θυμάσαι πως τον προηγούμενο Μάρτιο θα ήταν αδιανόητο για την Ευρωπαϊκή Ένωση να κάνει αυτό το βήμα, να δανειστεί δηλαδή ως υπερεθνική οντότητα και να διοχετεύσει επιχορηγήσεις απευθείας στα κράτη- μέλη. Συνέβη όμως. Και αυτό ενέπνευσε εμπιστοσύνη σε όλους, περιλαμβανομένων των κεφαλαιαγορών αλλά και εκείνων που αγοράζουν ευρωπαϊκό χρέος σε επίπεδο κρατών. Είμαι σίγουρος πως πολύ σύντομα θα βρεθεί λύση».