«Το επόμενο τρίμηνο ο Ερντογάν πιθανόν να κάνει βήματα μέσα στην γεωπολιτική μας σκακιέρα»
Τη νίκη Μπάιντεν στις εκλογές των ΗΠΑ και την σημασία της για την Ελλάδα σχολίασαν μεταξύ άλλων ο αναπληρωτής υπουργός μετανάστευσης Γιώργος Κουμουτσάκος και ο ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και βουλευτής της ΝΔ, Άγγελος Συρίγος μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΙ.
Όπως ανέφερε ο κ. Κουμουτσάκος η εκλογή Μπάιντεν σημαίνει πρώτα απ΄ όλα μια άλλη μέρα για την Αμερική που πέρασε μια περίοδο 4 ετών με εντάσεις και μια πολιτική σου δίνω μου δίνεις χωρίς κλασσικές αξίες και πρόσθεσε πως η διαπροσωπική σχέση του απερχόμενου προέδρου (Τραμπ) με τον Ερντογάν του έδινε δυνατότητα να αισθάνεται ότι μπορεί προχωράει σε κινήσεις που δημιουργούσαν ένταση και αβεβαιότητα στην περιοχή.
Ωστόσο υπουργείο άμυνας ΗΠΑ, Κογκρέσο και Στέιτ Ντιπάρτμεντ ήταν πολύ πιο επιφυλακτικοί απέναντι στους Τούρκους. Κατά την διάρκεια της θητείας Τραμπ ελήφθησαν αποφάσεις που ήταν εξαιρετικά ενοχλητικές υπογράμμισε μεταξύ άλλων. '
Ωστόσο όπως ο ίδιος επεσήμανε αυτό το τρίμηνο ο πρόεδρος Ερντογάν μπορεί να επιχειρήσει να διαμορφώσει μια κρίσιμη μάζα εξελίξεων τέτοιων ώστε η νέα διοίκηση Μπάιντεν να βρεθεί μπροστά σε διαμορφωμένες καταστάσεις. «Αυτό το τρίμηνο που μένει μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων του νέου προέδρου τη ίδια και μεγαλύτερη εγρήγορση από πλευράς Ελλάδος, Αθήνας και Λευκωσίας διότι είναι ένα τρίμηνο που ξέρει ο Ερντογάν ότι είναι ευκαιρία διαμόρφωσης τετελεσμένων που δημιουργεί μια δέσμευση στην νέα αμερικανική διοίκηση».
Παράλληλα, ο κ. Συρίγος τόνισε πως πρέπει να ληφθεί υπόψη ένα πολύ κρίσιμο σημείο που έχουμε ξεχάσει στην Ελλάδα, ότι το 1978 ο Μπάιντεν νεοεκλεγείς γερουσιαστής στην πολιτεία Ντέλαγουερ είναι από αυτούς που ψηφίζουν υπέρ της συνεχίσεως του εμπάργκου όπλων κατά της Τουρκίας για την παράνομη εισβολή στην Κύπρο. Η τότε κυβέρνηση Κάρτερ ζήτησε να αρθεί το εμπάργκο που είχε επιβληθεί και ο Μπάιντεν ήταν από αυτούς που ψήφισαν υπέρ της συνεχίσεως θεωρώντας ότι δεν έχουν λήξει οι συνέπειες της παράνομης κατοχής.
Ο ίδιος πρόσθεσε πως η εκλογή του Μπάιντεν σημαίνει επιστροφή στην άσκηση μια πολύ πιο παραδοσιακής αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, σημαίνει απόλυτη συνεννόηση με την γραφειοκρατία του υπουργείων εξωτερικών και άμυνας δηλαδή δεν θα μπορεί πλέον ο Ερντογάν να πάρει στο τηλέφωνο τον Αμερικανό Πρόεδρο και να ανατρέψει τις προτάσεις της γραφειοκρατίας αυτών των υπουργείων. Αυτό με την σειρά του σημαίνει όπως ανέφερε και ο κ. Κουμουτσάκος πως το επόμενο τρίμηνο ο Ερντογάν πιθανόν να κάνει βήματα μέσα στην γεωπολιτική μας σκακιέρα, να κρατήσει κάποιες θέσεις, ούτως ώστε όταν έρθει ο Μπάιντεν που θα είναι θεωρητικός απένταντι του σε πολλά πράγματα ο Ερντογάν να έχει προχωρήσει τις θέσεις του.
Ο κ. Συρίγος σημείωσε μεταξύ άλλων πως πιστεύει ότι στην Ανατολική Μεσόγειο έχουμε να δούμε πολλές φάσεις. «Ηδη το πρώτο το είπε ο Ερντογάν στην δήλωση του 15 Νοεμβρίου είναι η επέτειος ανακηρύξεως του ψευδοκράτους του Ντεκτάς το 1983. Σε αυτή την επέτειο επιλέγει να πάει με τον αρχηγό των Γκρίζων Λύκων και λέει ότι θα κάνει πικ νικ στην περίκλειστη Αμμόχωστο. Αυτό συνιστά πρόκληση από μόνο του και είναι ενδεικτικό του τι θα δούμε τις επόμενες βδομάδες».
Επιπλέον, υπογράμμισε πως εκείνο που πρέπει να εχουμε υπόψη μας είναι ότι ο Μπάιντεν χαρακτηρίζεται από έντονη αντίθεση προς την Ρωσία και μέσα από το πρίσμα της Ρωσία θα προσεγγίσει την Τουρκία. Η ενεργοποίηση των πυραύλων S400 από την Άγκυρα λίγες ημέρες πριν τις εκλογές θα επιφέρει με βεβαιότητα κυρώσεις και οποιαδήποτε κίνηση προς Ρωσία θα αντιμετωπίζεται με αυστηρότητα. Αυτό σημαίνει πως αν η Τουρκία αποφασίσει να εγκαταλείψει την Ρωσία η Αμερική θα το δεχτεί
Υπο το πρίσμα αυτών που ανέφερε ο κ. Συρίγος, ο κ. Κουμουτσάκος δήλωσε πως η τακτική της Ελλάδας είναι η άμεση ενημέρωση, οι συνεχείς επικοινωνίες, η επεξήγηση του γιατί τα αμερικανικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή συμπίπτουν με τα συμφέροντα της Ελλάδας όσον αφορά την σταθερότητα της περιοχής βασισμένη στο διεθνές δίκαιο. «Αυτή την στιγμή η διοίκηση Μπάιντεν θα στηρίζεται στην διεθνής συνεργασία και λιγότερο στις αυτόνομες αμερικανικές κινήσεις σε σχέση με την διοίκηση Τραμπ».