«Πρωτοφανής για τη Μεταπολίτευση η ενίσχυση του ΕΣΥ το τελευταίο 15μηνο»
«Η Ελλάδα με τις σχετικώς λίγες ΜΕΘ αντέχει απολύτως, ενώ χώρες με ισχυρή παράδοση, όπως το Βέλγιο, αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε τεράστια έλλειψη ΜΕΘ» τόνισε μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό της Βουλής ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας «έχει ενισχυθεί το τελευταίο 15μηνο με έναν τρόπο που δεν είχε συμβεί ποτέ στη Μεταπολίτευση». Ταυτοχρόνως, έδωσε απαντήσεις στα θέματα της εγχώριας επικαιρότητας (κορονοϊός, κατάσταση στα πανεπιστήμια, χωρικά ύδατα), αλλά και όχι μόνον (αμερικανικές εκλογές και τρομοκρατική ενέργεια στην Αυστρία).
Στο εισαγωγικό του σχόλιο για την τρομοκρατική επίθεση στη Βιέννη, ο υπουργός Επικρατείας έκανε λόγο για ενέργειες που δεν στρέφονται κατά συστημικών παραγόντων και κρατικών αξιωματούχων, αλλά κατά απλών πολιτών. Πρόκειται -πρόσθεσε- για «απειλή που στρέφεται κατά των βασικών ιδανικών και ελευθεριών». Κληθείς να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει πληροφορίες που θέλουν τζιχαντιστές να έχουν εισέλθει και στη χώρα μας, ο υπουργός ξεκαθάρισε ότι πραγματοποιούνται «πολύ σκληροί έλεγχοι στις νόμιμες πύλες εισόδου», ενώ «από τις παράνομες πύλες τον τελευταίο χρόνο έχουν μειωθεί στο 90% οι ροές», σε κάθε περίπτωση πάντως «δεν έχει υπάρξει η οποιαδήποτε κίνηση η οποία να συνιστά απειλή κατά της εθνικής μας κυριαρχίας».
Στο βασικό θέμα της περιόδου, τον κοροναϊό, ο υπουργός Επικρατείας παρατήρησε κατ' αρχάς ότι «όταν χώρες ανάλογου μεγέθους, όπως το Βέλγιο ή η Πορτογαλία, ακούμε ότι έχουν ημερήσιο αριθμό κρουσμάτων που ξεπερνά τις 25.000, όταν χώρες με τεράστιες δυνατότητες, όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία έχουν 30.000 κρούσματα ημερησίως, η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από αυτό».
Και, εν συνεχεία, «εξακολουθούμε να βρισκόμαστε σε μια σχετικά καλή κατάσταση, η έξαρση χτυπάει και τη χώρα μας, έχουμε λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα. Η Ελλάδα, και πάλι, όπως και στο πρώτο κύμα, ήταν εμπροσθοβαρής σε ό,τι αφορά τα μέτρα, και στο κομμάτι της αυστηροποίησης και στην ενίσχυση των υγειονομικών μονάδων της χώρας».
Εξάλλου «στην Ελλάδα υπήρχε ανέκαθεν ένα αποδυναμωμένο Εθνικό Σύστημα Υγείας, το οποίο έχει ενισχυθεί το τελευταίο 15μηνο με έναν τρόπο που δεν είχε συμβεί ποτέ στη Μεταπολίτευση. Έχουν προσληφθεί 7.000 νοσηλευτές και γιατροί που εντάχθηκαν αμέσως», δήλωσε. Όπως εξήγησε, σήμερα έχουμε κάτι παραπάνω από 300 κλίνες Μονάδων Εντατικής Θεραπείας που είναι αφιερωμένες στην Covid 19 και υπάρχει η δυνατότητα ο αριθμός αυτός να αυξηθεί από τις ΜΕΘ άλλων χρήσεων. Γενικά για τις κλίνες ΜΕΘ, «από τις 557 που παραλάβαμε, σήμερα έχουν ξεπεράσει τις 1.000». Διευκρίνισε δε, ότι η αναβολή χειρουργείων αφορά μόνο σε χρόνια προβλήματα υγείας και σε περιπτώσεις που επιδέχονται αναβολή.
Απαντώντας στη δήλωση - ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τις ΜΕΘ, ο Γ. Γεραπετρίτης υποστήριξε: «Σε ορισμένες περιπτώσεις υφίσταται πίεση στο ΕΣΥ, η βόρεια Ελλάδα δέχεται μια αυξανομένη πίεση κρουσμάτων και διασωληνώσεων, αλλά δεν είμαστε σε καμία περίπτωση σήμερα σε καθεστώς να έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες του συστήματος. Αντιθέτως, οι δυνατότητες παραμένουν εξαιρετικά ισχυρές. Η Ελλάδα με τις σχετικώς λίγες ΜΕΘ αντέχει απολύτως, ενώ χώρες με ισχυρή παράδοση, όπως το Βέλγιο, αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε τεράστια έλλειψη ΜΕΘ».
Ερωτηθείς αν υπάρχει ενδεχόμενο επέκτασης των τοπικών lockdown, απάντησε πως αυτό θα συμβεί αν απαιτηθεί. «Όλα τα μέτρα, και στην πρώτη και στη δεύτερη φάση, έχουν ληφθεί έγκαιρα πρώτα σε μας παρά στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης», επισήμανε και έφερε το παράδειγμα της χρήσης μάσκας. «Όσο δεν βρισκόμαστε σε μια κατάσταση να απαιτείται καθολική απαγόρευση σε όλη τη χώρα, θα προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε όρθια την κοινωνία και την αγορά», είπε συμπληρωματικά και ξεκαθάρισε ότι μια απόφαση καθολικής απαγόρευσης θα ήταν «εξαιρετικά άστοχη για πολλούς λόγους»: αναλυτικά, «θα οδηγούσε σε μαρασμό της οικονομίας», υπάρχουν ακόμη «σοβαρότατες δευτερογενείς συνέπειες που δεν μπορούμε άμεσα να τις μετρήσουμε», όπως οι ψυχολογικές που σχετίζονται με τον περιορισμό των ελευθεριών των πολιτών και τον εγκλεισμό στα σπίτια, ιδίως στις νεότερες ηλικίες.