Νέο κεφάλαιο στην ελληνική αγορά ενέργειας ανοίγει από 1ης Νοεμβρίου
Νέο κεφάλαιο στην ελληνική αγορά ενέργειας ανοίγει από 1ης Νοεμβρίου, με την εφαρμογή του νέου μοντέλου χονδρεμπορικής αγοράς ρεύματος (target model) που θα οδηγήσει όπως επισημαίνει σε δηλώσεις του ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης σε μείωση του κόστους ενέργειας για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και δημιουργεί, μεταξύ άλλων τις προϋποθέσεις για την άρση χρόνιων στρεβλώσεων, ενίσχυση του ανταγωνισμού, σύζευξη της ελληνικής αγοράς με την ευρωπαϊκή.
Η Ελλάδα είναι η τελευταία από τις χώρες της ΕΕ που προχωρά στην εφαρμογή του target model γεγονός που, όπως τονίζει ο υπουργός είναι ένας από τους βασικούς λόγους για μια ανεπιθύμητη πρωτιά: Η χώρα μας έχει την υψηλότερη χονδρεμπορική τιμή ρεύματος στην ΕΕ, με σημαντικές παρενέργειες για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
«Αυτό επιδιώκουμε να αλλάξει!», αναφέρει ο κ. Χατζηδάκης και προσθέτει: «Θα απαιτηθεί βεβαίως μια περίοδος προσαρμογής, όπως έδειξε το προηγούμενο της εφαρμογής του νέου μοντέλου στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Χρειάστηκε κάποιος χρόνος μέχρι να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα οι συμμετέχοντες στην αγορά (παραγωγοί, προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, Διαχειριστές, εποπτικές αρχές).Όμως, η εφαρμογή του είχε αδιαμφισβήτητα θετικά αποτελέσματα. Αυτόν τον δρόμο θα ακολουθήσουμε και εμείς. Την 1η Νοεμβρίου ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην ελληνική αγορά ενέργειας. Δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την άρση των χρόνιων στρεβλώσεων που τη χαρακτηρίζουν. Για την ενίσχυση του ανταγωνισμού, με συμμετοχή όλων των βασικών παικτών. Για τη βαθμιαία κατάργηση μιας σειράς μηχανισμών που λειτουργούσαν εκτός αγοράς και όχι πάντα ορθολογικά. Για την εισαγωγή των διμερών συμβολαίων, όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες. Και φυσικά για τη σύζευξή της -μέσω Ιταλίας και Βουλγαρίας- με την πανευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας! Είναι μια διαδικασία που θα οδηγήσει σε μείωση του κόστους ενέργειας για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Και σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των εγχώριων και διασυνοριακών διασυνδέσεων, θα επιτρέψει στη χώρα μας να αξιοποιήσει καλύτερα το πλούσιο αιολικό και ηλιακό δυναμικό της και να αυξήσει τις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας».