«Η πίεση να υπάρξει συμφωνία είναι μεγάλη, αλλά όχι συμφωνία με οποιοδήποτε κόστος» τόνισε ανώτατη κοινοτική πηγή
Στους ρυθμούς μιας ακόμη καθοριστικής Συνόδου Κορυφής κινούνται οι Βρυξέλλες, της πρώτης με φυσική παρουσία μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κοροναϊού.
Οι ηγέτες των κρατών-μελών καλούνται να συμφωνήσουν για το Σχέδιο Ανάκαμψης, αλλά και το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο. Στο περιθώριο της Συνόδου αναμένεται να τεθούν τόσο η τουρκική προκλητικότητα όσο και το BREXIT.
Την ανάγκη να υπάρξει άμεσα συμφωνία τόνισε και ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος που πραγματοποιήθηκε μέσω τηλεδιάσκεψης όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στις διαβουλεύσεις αυτές, η Ελλάδα προσέρχεται συνοψίζοντας τις θέσεις της σε τρεις άξονες δήλωσε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας: «Πρώτον, να διατηρηθεί το ύψος των ενισχύσεων που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δεύτερον, να διατηρηθεί η προτεινόμενη από την Επιτροπή αναλογία επιχορηγήσεων και δανείων, ώστε κεντρικός κορμός των ενισχύσεων να είναι επιχορηγήσεις και όχι ο δανεισμός, και τρίτον, να μην υπάρξουν πρόσθετες ειδικές προϋποθέσεις για την ενίσχυση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, παρά μόνο όσες ήδη προβλέπονται στις συνθήκες και στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης», συμπλήρωσε.
Ο κ. Πέτσας ξεκαθάρισε ότι αναφορικά με το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027, τόσο οι αρχικές όσο και οι συμβιβαστικές προτάσεις κρίνονται γενικά ικανοποιητικές για την Ελλάδα.
Ενόψει της Συνόδου Κορυφής, ο πρωθυπουργός επικοινώνησε τη Δευτέρα τηλεφωνικά, με τον πρόεδρο του Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ προς τον οποίο επανέλαβε τις ελληνικές θέσεις και τόνισε ότι «μετά το τέλος της Συνόδου δεν πρέπει να γυρίσουμε στις πατρίδες μας χωρίς μία λύση κοινής αποδοχής».
Η Σύνοδος ξεκινά στις 10 το πρωί ώρα Βρυξελλών. Ωστόσο, αμφίβολη εκτιμάται ότι είναι η ολοκλήρωσή της το Σάββατο. Ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι οι διαπραγματεύσεις το πιο πιθανό είναι να ολοκληρωθούν την Κυριακή χωρίς συμφωνία με μία ακόμη Σύνοδο να προγραμματίζεται στο τέλος Ιουλίου οπότε και θα πουν το «ναι» τα 27 κράτη-μέλη.
«Η πίεση να υπάρξει συμφωνία είναι μεγάλη, αλλά όχι συμφωνία με οποιοδήποτε κόστος» τόνισε ανώτατη κοινοτική πηγή μιλώντας σε δημοσιογράφους ενώ συμπλήρωσε ότι «είναι αναγκαίο να τηρηθούν τα νούμερα ως έχουν» παρά τις πιέσεις των «φειδωλών», δηλαδή της Δανίας, της Σουηδίας, της Αυστρίας και της Ολλανδίας.
Η συμβιβαστική πρόταση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αφήνει ανέγγιχτο το Ταμείο Ανάκαμψης, κάτι το οποίο ικανοποίησε την Κομισιόν. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπήρξε καμία μείωση στα 750 δισ. ευρώ που είχε προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ ίδια παραμένει και η αναλογία, 500 δισεκατομμύρια ευρώ επιχορηγήσεις και 250 δισ. ευρώ δάνεια. Ωστόσο, από τα χρήματα των επιχορηγήσεων, το 70% θα δοθεί μέχρι το 2022 με βάση τον πληθυσμό, το ΑΕΠ κατά κεφαλή και την ανεργία κατά τα έτη 2015-2019, ενώ το υπόλοιπο 30% θα δοθεί το 2023 λαμβάνοντας υπόψη την πορεία της οικονομίας το 2020 και το 2021.
Όσον αφορά στο ΠΔΠ, σύμφωνα με τη συμβιβαστική πρόταση Μισέλ υπήρξε μείωση 26 δισεκατομμυρίων ευρώ, με αποτέλεσμα πλέον το ποσό να φτάνει τα 1,074 τρισ. ευρώ.
Πάντως, σύμφωνα με ευρωπαϊκή διπλωματική πηγή, οι «φειδωλοί» δείχνουν να έχουν σκληρύνει τη στάση τους κάτι που όπως εξήγησε «μπορεί να πρόκειται για διαπραγματευτικό χαρτί, μπορεί όμως και όχι».
Παράλληλα, κοινοτικός αξιωματούχος υπογραμμίζει ότι «δεν θα πρέπει να δίνουμε σημασία μόνο στους «φειδωλούς», αλλά σε κάθε χώρα καθώς και οι 27 πρέπει να συμφωνήσουν».
«Όλοι οι ηγέτες γνωρίζουν ότι πρόκειται για σοβαρό ζήτημα. Ο καθένας εκπροσωπεί τη χώρα του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και οι διαπραγματεύσεις αναμένονται σκληρές» σημειώνει η ίδια πηγή, ενώ σε σχέση με τη διάρκεια του ταμείου ανάκαμψης επισημαίνει «ότι θα ήταν προτιμότερο να είναι τετραετούς διάρκειας, ωστόσο και τα τρία χρόνια της πρότασης Σαρλ Μισέλ δεν έχουν κάποια θεμελιώδη διαφορά».
Ερωτηθείς για την πιθανότητα άσκησης βέτο, κοινοτικός αξιωματούχος σημείωσε ότι τα πάντα είναι «απρόβλεπτα».