Για τους δύο υπουργούς Εξωτερικών είναι η τρίτη φορά που συναντώνται
Στις 12:20 υποδέχθηκε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας τον Αμερικανό ομόλογό του Μάικ Πομπέο στο κατώφλι του υπουργείου Εξωτερικών. Από την είσοδο του νεοκλασικού ο Ν. Δένδιας τον οδήγησε στην αίθουσα Καποδίστρια του πρώτου ορόφου όπου οι δύο άνδρες ξεκίνησαν τις κατ' ιδίαν συνομιλίες τους. Για τους δύο υπουργούς Εξωτερικών είναι η τρίτη φορά που συναντώνται, καθώς τον Ιούλιο ο Ν. Δένδιας είχε επισκεφθεί τη Ουάσιγκτον, λίγες ημέρες μετά τις εκλογές, ενώ είχε επίσης την ευκαιρία να συναντήσει τον Αμερικανό ομόλογό του στο περιθώριο των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
Η υπογραφή του σημαντικού Πρωτοκόλλου Τροποποίησης της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (Mutual Defense Cooperation Agreement - MDCΑ), που επιταχύνει τον βηματισμό της συμμαχικής σχέσης Αθήνας-Ουάσινγκτον, θα πραγματοποιηθεί μετά το πέρας των διευρυμένων συνομιλιών των δύο αντιπροσωπειών, σε συνέχεια της κατ'ιδίαν συνάντησης των δύο υπουργών Εξωτερικών και πριν από τις κοινές δηλώσεις στον Τύπο.
Τη μεγάλη σημασία της υπογραφής αυτής της επικαιροποιημένης Αμυντικής Συμφωνίας Ελλάδας-ΗΠΑ τόνισε ο Νίκος Δένδιας, σε συνέντευξή του χθες το βράδυ στο δελτίο των ειδήσεων του τ/σ «Αντ1», χαρακτηρίζοντάς την ως μία Συμφωνία που "θωρακίζει τη χώρα μας, θωρακίζει τα συμφέροντά μας, αυξάνει το αμερικανικό αμυντικό αποτύπωμα στην περιοχή μας".
Οι συζητήσεις που θα έχει σήμερα, όπως εξήγησε ο υπουργός Εξωτερικών, με τον Μ. Πομπέο, "θα καλύψουν το σύνολο των ελληνικών ενδιαφερόντων: την κατάσταση στα Βαλκάνια, τη σχέση μας με την Τουρκία, το Κυπριακό, τις απαράδεκτες τουρκικές προκλήσεις, τις παραβιάσεις της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και όλα τα ευρύτερα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου".
Η επίσκεψη του Μάικ Πομπέο εκτός του ότι είναι η πρώτη επίσκεψη Αμερικανού υπουργού μετά από χρόνια στην Αθήνα είναι και η μεγαλύτερη σε διάρκεια αν τη συγκρίνει κανείς με την επίσκεψη του προκατόχου του Τζον Κέρι ο οποίος είχε μείνει στην Αθήνα λίγες μόνο ώρες. Ένδειξη της εξαιρετικής σημασίας που δίνει η αμερικανική πλευρά στη στενότερη αμυντική και όχι μόνο συνεργασία της με την Ελλάδα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά ζητήματα περιφερειακού ενδιαφέροντος δεδομένου του σημαντικού ρόλου της χώρας μας ως πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή.
Σε ανακοίνωσή του εξάλλου χθες το βράδυ το Στέιτ Ντιπάρτμεντ τόνιζε ότι η επίσκεψη του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας σηματοδοτεί ένα «ιστορικό σημείο» για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα είναι ένας ζωτικός εταίρος που μοιράζεται βασικούς στρατηγικούς στόχους με τις ΗΠΑ και αποτελεί έναν πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή. «Μαζί οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ελλάδα επενδύουν στο μέλλον της ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων, συμπεριλαμβανομένης της αποκατάστασης της Θεσσαλονίκης ως πύλης προς τα Βαλκάνια για επενδύσεις και εμπόριο» αναφέρεται μεταξύ άλλων χαρακτηριστικά.
Όπως επισημαίνει επίσης το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η συνεργασία ΗΠΑ-Ελλάδας σε όλα τα μέτωπα θα ενισχύσει την ικανότητα της Ελλάδας να προάγει την ειρήνη και τη σταθερότητα στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο. Ειδικότερα για τη Συμφωνία αναφέρει: «Χαιρετίζουμε τη συμφωνία μας για επικαιροποίηση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA), η οποία θα μας επιτρέψει να επεκτείνουμε τις διμερείς μας δραστηριότητες στη Λάρισα, το Στεφανοβίκιο και την Αλεξανδρούπολη και να διατηρήσουμε την αυξημένη δραστηριότητα στη ναυτική βάση της Σούδας. Η συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας επιτρέπει την αμοιβαία επωφελή βελτίωση των υποδομών και υποστηρίζει την αυξημένη συνεργασία με την Ελλάδα και τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ. Επικροτούμε επίσης την Ελλάδα για τη δαπάνη 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα», τονίζεται χαρακτηριστικά.
Παράλληλα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ κάνει ειδική αναφορά στην ανάπτυξη της διμερούς οικονομικής σχέσης ενώ υπογραμμίζοντας ότι η ενεργειακή ασφάλεια είναι σημαντική για τη θωράκιση της οικονομικής και πολιτικής ασφάλειας αλλά και τη διασφάλιση της κυριαρχίας, γίνεται μνεία στο πώς η χώρα μας συμβάλλει στην ενίσχυση της ενεργειακής διαφοροποίησης της Ευρώπης.