Ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής αναφέρθηκε στις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν, λόγω των αυξημένων ροών, σε ορισμένα νησιά του Ανατ. Αιγαίου
Η ανάγκη για πλήρη και διαρκή εφαρμογή της «Κοινής Δήλωσης ΕΕ - Τουρκίας», με στόχο τον μηδενισμό των ροών, βρέθηκε στο επίκεντρο της ομιλίας του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρη Βίτσα, κατά τη διάρκεια της 69ης Συνεδρίασης της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες στη Γενεύη. Ο κ. Βίτσας μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι η χώρα μας από την έναρξη της προσφυγικής κρίσης μέχρι και σήμερα λειτουργεί με πυξίδα και οδηγό τις προβλέψεις της Συνθήκης της Γενεύης, παρέχοντας διεθνή προστασία σε αναγνωρισμένους πρόσφυγες.
Όσον αφορά την «Κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας», ο υπουργός, τόνισε ότι παρά την δραστική μείωση, οι ροές ουσιαστικά δεν σταμάτησαν, ενώ από την αρχή του 2018 έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση. Σημειώνοντας μάλιστα ότι τους τελευταίους τέσσερις μήνες έχουν καταγραφεί περισσότερες από 17.400 νέες αφίξεις, ο κ. Βίτσας υπογράμμισε την ανάγκη για πλήρη και διαρκή εφαρμογή της «Κοινής Δήλωσης ΕΕ - Τουρκίας», με στόχο τον μηδενισμό των ροών.
Ακόμη, ο κ. Βίτσας αναφέρθηκε στις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν, λόγω των αυξημένων ροών, σε ορισμένα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, καθώς και στις προσπάθειες που καταβάλλονται για την αποσυμφόρησή τους. «Συνεχίζουμε να μεταφέρουμε ανθρώπους που πληρούν τις προϋποθέσεις από τα νησιά στην ενδοχώρα, δημιουργώντας περισσότερες θέσεις φιλοξενίας για την υποδοχή τους», επισήμανε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι η εφαρμογή της νέας νομοθεσίας για την εξέταση του Ασύλου αποδίδει ήδη καρπούς ως προς την επιτάχυνση των διαδικασιών, πάντα με σεβασμό στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Είναι προφανές ότι ένα νέο πρόγραμμα μετεγκατάστασης σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ αποτελεί επιτακτική ανάγκη, υπογράμμισε ο κ. Βίτσας κι εξέφρασε την άποψη ότι πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες για εξεύρεση συλλογικών λύσεων στο πλαίσιο της ΕΕ, με βάση τις αρχές της αλληλεγγύης και του διαμοιρασμού της ευθύνης.
Παράλληλα, εξέφρασε την ελπίδα ότι το «Παγκόσμιο Σύμφωνο για τους Πρόσφυγες» που προωθεί η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, θα αποτελέσει μια ισχυρή βάση για την εμπλοκή ολόκληρης της Διεθνούς Κοινότητας στον σκοπό της προστασίας και της υποστήριξης των προσφύγων, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ένα παγκόσμιο πρόγραμμα μετεγκατάστασης. Η Ελλάδα, έχοντας αποδείξει ότι εκτελεί στο ακέραιο τις διεθνείς της υποχρεώσεις σε σχέση με την προστασία των προσφύγων, τόνισε ο υπουργός κι υπογράμμισε ότι καμία χώρα δεν μπορεί από μόνη της να αντιμετωπίσει προκλήσεις τόσο μεγάλες που λαμβάνουν σαφή παγκόσμιο ή περιφερειακό χαρακτήρα και απαιτούν δίκαιη κατανομή της ευθύνης.
Επιπλέον, ο κ. Βίτσας αναφέρθηκε στην Εθνική Στρατηγική για την ένταξη, η οποία θεσμοθετεί τον συντονισμό όλων των κρατικών φορέων και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης με στόχο τη διευκόλυνση της ένταξης των προσφύγων στην ελληνική κοινωνία. Εκτός από τα προγράμματα εκμάθησης ελληνικής γλώσσας και ανάδειξης και ανάπτυξης επαγγελματικών δεξιοτήτων με στόχο την ένταξη στην αγορά εργασίας, ο υπουργός έκανε λόγο για την ελεύθερη πρόσβαση των παιδιών των προσφύγων στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Κατά το προηγούμενο ακαδημαϊκό έτος περισσότερα από 8.000 προσφυγόπουλα παρακολούθησαν μαθήματα σε ελληνικά δημόσια σχολεία, ενώ για φέτος ο αριθμός ανήλθε στα 9.500 παιδιά περίπου, συμπλήρωσε ο κ. Βίτσας.