Η μη εφαρμογή του μέτρου επιβάλει την μη εφαρμογή του συνόλου των αντίμετρων
Την πρόθεση της κυβέρνησης να αποτραπεί η συμφωνηθείσα με τους δανειστές περικοπή συντάξεων, θα αποτυπώνει το προσχέδιο του Προϋπολογισμού του 2019, που κατατίθεται σήμερα στην Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας και κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο.
Όπως είπε «από τη δική μας πλευρά έχουμε ήδη δηλώσει με σαφήνεια, ότι το μέτρο της περικοπής των συντάξεων δεν είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5%, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα εφαρμοστεί και το σύνολο των αντιμέτρων». «Αντιθέτως» πρόσθεσε «έχουμε εξηγήσει και αυτό θα αποτυπώνεται στο Προσχέδιο, ότι και χωρίς την εφαρμογή του μέτρου των περικοπών των συντάξεων υπάρχει αρκετός δημοσιονομικός χώρος για την εφαρμογή της δέσμης μέτρων που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός στην ομιλία του στην 83η ΔΕΘ.
Η ακριβής ποσοτικοποίηση των μέτρων αυτών θα καθοριστεί στο πλαίσιο της επεξεργασίας των προϋπολογισμών όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου».
Με νηφαλιότητα, σωφροσύνη και αίσθηση εθνικού καθήκοντος
Αναφερόμενος στο χθεσινό δημοψήφισμα στην ΠΓΔΜ, είπε ότι «ολοκληρώθηκε με μεγάλη υπεροχή του "ΝΑΙ", πρόκειται για μια θετική εξέλιξη στην πορεία για την κύρωση και θέση σε ισχύ της Συμφωνίας των Πρεσπών» και πρόσθεσε ότι «η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει με νηφαλιότητα, σωφροσύνη και αίσθηση του εθνικού της καθήκοντος να υποστηρίζει την ανάγκη για να τεθεί σε ισχύ η Συμφωνία των Πρεσπών».
Ωστόσο επεσήμανε, ότι την ελληνική κυβέρνηση την προβληματίζει η χαμηλή συμμετοχή των πολιτών στην όλη διαδικασία, καθώς αναδεικνύεται ότι μεγάλο τμήμα των πολιτών αντιμετωπίζει τη συμφωνία με σκεπτικισμό και τελικά η συντριπτική υπεροχή του "ΝΑΙ" δεν καθίσταται πολιτικά δεσμευτική για την αντιπολίτευση και σημείωσε: «Το λόγο επομένως έχει τώρα η Βουλή της ΠΓΔΜ και ελπίζουμε ότι η πρωτοβουλία της κυβέρνησης τού κ. Ζάεφ για Συνταγματική Αναθεώρηση θα τελεσφορήσει. Από τη δική μας πλευρά τονίζουμε ότι συνεχίζουμε να παρακολουθούμε στενά τις εξελίξεις και υποστηρίζουμε την πρωτοβουλία του κου Ζάεφ με κύριο γνώμονα μας τη διαφύλαξη της δυναμικής της Συμφωνίας των Πρεσπών».
Παράλληλα τόνισε πως το κλίμα εθνικισμού και καχυποψίας που συντηρείται και στις δύο πλευρές των συνόρων από συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις υπονομεύει τις δυνατότητες επίλυσης της διαφοράς μεταξύ των χωρών μας και φιλοδοξεί να συντηρήσει το πολιτικό και ιστορικό αδιέξοδο στα Βαλκάνια, λέγοντας: «Ο παραλογισμός της στάσης αυτής και στην Ελλάδα αλλά και στην ΠΓΔΜ έχει οδηγήσει σε ένα λογικά ανυπόφορο εθνικιστικό παράδοξο».
Ο κ. Μητσοτάκης και το VMRO ενισχύουν τον εθνικισμό
«Τόσο η ΝΔ όσο και το VMRO χαρακτηρίζουν τη συμφωνία εθνικά επιζήμια και επιβλαβή για τα εθνικά συμφέροντα: Η ΝΔ για τα συμφέροντα της Ελλάδας και το VMRO για τα συμφέροντα της ΠΓΔΜ», υπογράμμισε και πρόσθεσε: «Βλέπουμε, λοιπόν, τη Νέα Δημοκρατία, ακολουθώντας τις εθνικιστικές φωνές στο εσωτερικό της, να πανηγυρίζει για το γεγονός ότι οι απέναντι εθνικιστές κατάφεραν να επιφέρουν μέσω της αποχής πλήγμα στην διαδικασία της κύρωσης της Συμφωνίας. Tην βλέπουμε να επιχαίρει για την δήθεν πολιτική επιτυχία όσων στη γειτονική χώρα επιμένουν στην διατήρηση της ονομασίας "Μακεδονία", όσων θεωρούν τους εαυτούς τους απόγονους του Μεγαλέξανδρου και διαδήλωναν χθες στην πόλη των Σκοπίων με σύνθημα: "όχι στην ελληνική γενοκτονία". Και αναρωτιέται κανείς: Αν η συμφωνία είναι επιζήμια για την Ελλάδα πώς είναι δυνατόν να είναι ταυτόχρονα επιζήμια και για την ΠΓΔΜ και πως μπορεί να ισχύει και το αντίθετο; Η απάντηση είναι ότι τόσο η ΝΔ όσο και το VMRO, αιχμάλωτοι και οι δύο μιας ακροδεξιάς λογικής και υπό το φόβο του πολιτικού κόστους δεν τολμούν να αναλάβουν την ευθύνη για να βρεθεί μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στην διαφορά μεταξύ των δύο χωρών. Προτιμούν να διατηρούν το αδιέξοδο, προτιμούν να μεταθέτουν το θέμα, να συντηρούν τον εθνικισμό».
Απευθυνόμενος προς τη ΝΔ, ο κ. Τζανακόπουλος διατύπωσε το ερώτημα: «Αν αυτή η συμφωνία είναι εθνικά επιζήμια για την Ελλάδα και παρόλα αυτά δήθεν απορρίφθηκε από τον γειτονικό λαό ποια κατά τη γνώμη της μπορεί να είναι η λύση;» και πρόσθεσε: «Η απάντηση είναι σαφής: Καμία. Άρα, ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει ούτε τη βούληση, ούτε το όραμα, ούτε βεβαίως τη δύναμη να συγκρουστεί με τις αντιδραστικές δυνάμεις και ιδεολογίες στο εσωτερικό της ΝΔ αλλά και στην ελληνική κοινωνία για να δημιουργηθεί ένα άλλο κλίμα φιλίας, συνεργασίας και συνανάπτυξης στην ευρύτερη Βαλκανική. Προτιμά να οχυρώνεται πίσω από αντιδραστικές και ακροδεξιές δυνάμεις με μοναδικό του σκοπό όχι την εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος αλλά των μικροπολιτικών του επιδιώξεων. Και δυστυχώς ξέρει πολύ καλά ότι αυτή είναι η πραγματικά εθνικά επιζήμια στάση. Αυτή είναι η στάση που τροφοδοτεί ένθεν κακείθεν τους εθνικισμούς, τους φανατισμούς και τον ιστορικό παραλογισμό. Συνεχίζει λοιπόν ο κ. Μητσοτάκης την παράδοση του κ. Σαμαρά των ομοίων του που είναι και οι υπεύθυνοι για όσα σήμερα έχουν να αντιμετωπίσουν οι δύο λαοί. Και το λέω με τη μεγαλύτερη δυνατή ένταση και σαφήνεια: Ο κ. Μητσοτάκης με τη στάση του ενισχύει τον εθνικισμό στη γειτονική μας χώρα όπως και ο εθνικισμός του VMRO ενισχύει τον εθνικισμό στην Ελλάδα. Δύο όψεις του ίδιου νομίσματος λοιπόν ΝΔ και VMRO καθώς ο ένας δεν υπάρχει χωρίς τον άλλο».
Στο σημείο αυτό ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε: «Επαναλαμβάνω λοιπόν το αυτονόητο: Η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει με νηφαλιότητα, σωφροσύνη και αίσθηση του εθνικού της καθήκοντος να υποστηρίζει την ανάγκη για να τεθεί σε ισχύ η Συμφωνία των Πρεσπών. Αυτός είναι και ο μοναδικός δρόμος για να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στη σχέση των δύο χωρών και ώστε τα Βαλκάνια να κάνουν ένα ακόμη βήμα προς την σταθεροποίηση και την εξασφάλιση της φιλίας και της συνεργασίας».