Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η έξοδος από τα μνημόνια είναι οριστική και αναγνωρίζεται από εταίρους και οίκους αξιολόγησης
Με την επισήμανση ότι «έφθασε η στιγμή να κοιτάξουμε την επόμενη ημέρα, που μπορεί να είναι ελπιδοφόρα» ξεκίνησε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας την εισήγησή του στο έκτακτο Υπουργικό Συμβούλιο που συγκάλεσε ο ίδιος και στο οποίο έκανε αποτίμηση της συμφωνίας της 21ης Ιουνίου του Eurogroup.
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η έξοδος της Ελλάδας από τα μνημόνια είναι οριστική, επισημαίνοντας ότι αυτό δεν αποτελεί επισήμανση μόνο της κυβέρνησης, αλλά και των διεθνών οίκων αξιολόγησης, το σύνολο των οποίων -όπως ανάφερε- αναβαθμίζει την ελληνική οικονομία, αλλά και των εταίρων μας στην ΕΕ, οι οποίοι αναγνωρίζουν τις θυσίες του ελληνικού λαού. Ο κ. Τσίπρας σημείωσε, ότι «υπήρξαν πολλές φορές λάθη, υπερβολές και αστοχίες, για τις οποίες έχουν ευθύνη οι ελληνικές κυβερνήσεις του παρελθόντος και όχι μόνο αυτές, αλλά και οι θεσμοί που σχεδίαζαν και επέβαλλαν την εφαρμογή των μέτρων».
«Έφθασε όμως η στιγμή να κοιτάξουμε την επόμενη ημέρα, που μπορεί να είναι ελπιδοφόρα» συνέχισε ο πρωθυπουργός, γιατί όπως είπε «εξασφαλίσαμε μέτρα για το χρέος, που δίνουν τη δυνατότητα στη χώρα να εξασφαλίσει μία σταθερή έξοδο στις αγορές». Ο κ. Τσίπρας είπε ότι «με την επιμήκυνση των ωριμάνσεων των ελληνικών ομολόγων, αλλά και την περίοδο χάριτος αποπληρωμής κεφαλαίου και τόκων για τα δάνεια του EFSF, ύψους 100 δισ. ευρώ, γίνεται το αποφασιστικό βήμα, ώστε μεσοπρόθεσμα οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού Δημοσίου να μην υπερβαίνουν το 15% του ΑΕΠ».
Επίσης, όπως είπε, έχει εξασφαλιστεί η επιστροφή των κερδών των Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών και της ΕΚΤ από τα ελληνικά ομόλογα που έχουν αγοράσει, ύψους 4,8 δισ. ευρώ, «επιστροφές που θα γίνονται σε ετήσιες δόσεις, εφόσον η Ελλάδα τηρεί τους δημοσιονομικούς κανόνες που συμφωνήθηκαν». «Κυρίως έχουμε εξασφαλίσει ένα πολύ σημαντικό στήριγμα για πιθανές αναταράξεις από εξωγενείς παράγοντες, το λεγόμενο χρηματοδοτικό μαξιλάρι, ύψους περίπου 25 δισ. ευρώ» σημείωσε, τονίζοντας ότι «πρόκειται εδώ για ένα απολύτως κρίσιμο μέτρο, μια δικλείδα ασφαλείας που καλύπτει χρηματοδοτικά τις ανάγκες της χώρας, για τουλάχιστον 2 έτη μετά το τέλος του προγράμματος στήριξης». «Έτσι οι έξοδοι στις αγορές θα γίνονται χωρίς χρηματοδοτική πίεση και θα αποσκοπούν στη βέλτιστη διαχείριση του χρέους μας» είπε ο πρωθυπουργός, συμπληρώνοντας ότι είναι «η πρώτη φορά που η Ελλάδα έχει στη διάθεσή της ένα τέτοιο τεράστιο αποθεματικό».
Μας κατηγορούν αυτοί που απέτυχαν να βγάλουν τη χώρα από τα μνημόνια
Ο κ. Τσίπρας διερωτήθηκε «πόση διαφορά υπάρχει αλήθεια εδώ, με τα άδεια ταμεία και τα μηδενικά αποθέματα που άφησε πίσω της, το Γενάρη του '15 η συγκυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου; Ποια άβυσσος χωρίζει τη διαχειριστική ανεπάρκεια των προηγούμενων κυβερνήσεων με την συνετή και υπεύθυνη διαχείριση του δημόσιου χρέους που πετύχαμε εμείς τα τρία αυτά χρόνια;». Σχολιάζοντας δε την κριτική της αντιπολίτευσης για το καθεστώς μετά-μνημονιακής παρακολούθησης, είπε ότι τίποτα από όσα έχουν ακουστεί για «τέταρτο μνημόνιο, για νέες, αβάσταχτες δεσμεύσεις, για θηλιές και άλλα τέτοια καταστροφικά» δεν ισχύει, τονίζοντας ότι η αλήθεια είναι για όποιον θέλει να την δει. Επανάλαβε ότι η μεταμνημονιακή παρακολούθηση θα γίνεται στο γνωστό πλαίσιο που έχει δημιουργηθεί για όλα τα κράτη μέλη που εξέρχονται από πρόγραμμα, με μόνη διαφορά, ότι οι εκθέσεις των ευρωπαϊκών θεσμών θα είναι κατά δύο περισσότερες, με τον πρωταρχικό ρόλο στην Κομισιόν.
Ανεβάζοντας τους τόνους με την αντιπολίτευση, ο πρωθυπουργός είπε, ότι «μας κατηγορούν αυτοί, που είχαν συμφωνήσει πλεονάσματα 4,5% και απέτυχαν να βγάλουν τη χώρα από τα μνημόνια», για να προσθέσει ότι «τους διαψεύσαμε. Έχουμε καθαρή έξοδο, χωρίς πιστωτικές γραμμές, χωρίς νέα προαπαιτούμενα, τα μέτρα για το χρέος έχουν παρθεί όλα και η Ελλάδα από τις 21 Αυγούστου που τελειώνει και τυπικά το πρόγραμμα, είναι μία χώρα, που μπορεί να στέκεται στα πόδια της ξανά και να χρηματοδοτεί τις ανάγκες της με τις δικές της δυνάμεις και οι κυβερνήσεις της θα αποφασίζουν τα μέσα πολιτικής, για να καλύπτουν τους στόχους».
Όχι στην επιστροφή στις επιλογές του παλιού πολιτικού συστήματος
Ο πρωθυπουργός είπε ακόμη, ότι εκτός από τους οικονομικούς όρους διατύπωσης της καθαρής εξόδου, η κυβέρνηση θα πρέπει να προσδιορίσει, τι σημαίνει καθαρή έξοδος στην καθημερινότητα των πολιτών, σημειώνοντας ότι αυτός ακριβώς είναι ο στόχος της σημερινής συνεδρίασης. «Χρειάζεται σήμερα μια συνετή δημοσιονομική πολιτική, μια λελογισμένη επέκταση στη βάση των δημοσιονομικών δυνατοτήτων. Μια επέκταση με δύο στόχους: Από τη μια, τη στήριξη των πλέον αδύναμων και από την άλλη, την τόνωση της ανάπτυξης. Έχουμε κάποιες βασικές κατευθυντήριες γραμμές. Γνωστές και διατυπωμένες» είπε ο ο κ. Τσίπρας και ανέφερε επιγραμματικά:
- Την επαναρύθμιση της αγοράς εργασίας, με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
- Την αύξηση του κατώτατου μισθού.
- Τις στοχευμένες μόνιμες φοροελαφρύνσεις ύψους 700-750 εκ. ευρώ από τον δημοσιονομικό χώρο που δημιουργείται από το 2019 και μετά.
- Την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας στο δημόσιο τομέα.
- Τη δημιουργία ενός φιλικότερου κλίματος για τους επενδυτές.
- Τη στήριξη των νησιών με τη διατήρηση του χαμηλού ΦΠΑ στα νησιά της προσφυγικής κρίσης και τον διπλασιασμό της οικονομικής τους στήριξης από την ΕΕ.
Όλα αυτά -όπως είπε- «θα πρέπει να λάβουν τη μορφή δράσεων, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, ώστε οι πολίτες να κατανοήσουν και απτά την καθαρή έξοδο» και συμπλήρωσε ότι «έχουμε τη δυνατότητα να ξεδιπλώσουμε τη δική μας πολιτική, με άξονα αυτό που ονομάσαμε δίκαιη ανάπτυξη». «Όσο θα απομακρυνόμαστε από τη μνημονιακή περίοδο και όσο η στρατηγική της δίκαιης ανάπτυξης θα γίνεται πολιτική πράξη και δράση, τόσο οι διαχωριστικές πολιτικές γραμμές θα γίνονται πιο ορατές και σαφείς. Τόσο τα πολιτικά διλήμματα θα αναδεικνύονται αμείλικτα. Με την ανάκτηση των ρυθμίσεων υπέρ των εργαζομένων και την αύξηση του κατώτατου μισθού ή με την απορύθμιση της αγοράς εργασίας και την κατάργηση του οκταώρου, με έναν δημόσιο τομέα αποτελεσματικό, ισχυρό και ανταποδοτικό στην κοινωνία, ή με τη διάλυση του δημοσίου τομέα και το γενικευμένο outsourcing που θέλει ο κ. Μητσοτάκης;» σημείωσε ο πρωθυπουργός.
Συνέχισε δε θέτοντας ερωτήματα προς τον πρόεδρο της ΝΔ, εάν συμφωνεί «με τη στήριξη του κοινωνικού κράτους και του ασφαλιστικού συστήματος ή με τις απολύσεις γιατρών, τη διάλυση του δημοσίου τομέα και τη ρήτρα 5 προς 1 που θέλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης». Συνεχίζοντας την κριτική στην πολιτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είπε «τώρα που κατέρρευσαν ολοκληρωτικά τα κινδυνολογικά σενάρια και η μαζική τρομοκρατία που προσπαθούσε να εξαπολύσει τα δύο προηγούμενα χρόνια, θα πρέπει να αντιπαρατεθεί προγραμματικά». Πρόσθεσε πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης βλέπει ότι η χώρα αλλάζει σελίδα και φοβάται.
Ο κ. Μητσοτάκης νομιμοποιεί τον ακραίο εθνικιστικό λόγο
Ο κ. Τσίπρας επιτέθηκε στην αξιωματική αντιπολίτευση και προσωπικά στον πρόεδρό της Κυριάκο Μητσοτάκης αναφερόμενος στη συμφωνία με την ΠΓΔΜ, λέγοντρας ότι «φοβούμαι ότι αποφάσισαν να ασπαστούν τη νέα εθνικοφροσύνη και με αφορμή την συμφωνία με την ΠΓΔΜ ο κ. Μητσοτάκης έβγαλε τη μάσκα του φιλελεύθερου μεταρρυθμιστή και ακολουθεί τον κ. Σαμαρά στο δρόμο του δήθεν πατριωτισμού». Συνέχισε δε λέγοντας ότι «ο κ. Μητσοτάκης νομιμοποιεί έναν ακραίο εθνικιστικό λόγο, που πολλές φορές φλερτάρει με τον φασισμό» για να τονίσει ότι «αυτό δεν είναι επικίνδυνο για τη ΝΔ, αλλά για τη χώρα», προσθέτοντας ότι «με αυτή την πολιτική εκτρέφεται ο διχαασμός και στηρίζονται ακραίοι πολιτικοί σχηματισμοί, όπως η Χρυσή Αυγή».
Σημείωσε δε, ότι αυτές οι εξελίξεις στη χώρα μας σχετίζονται με τις εξελίξεις στην Ευρώπη και αναφέρθηκε στη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ για το μεταναστευτικό-προσφυγικό, λέγοντας ότι και εκεί «είχαμε από τη μια το μέτωπο της ανθρωπιστικής διαχείρισης και από την άλλη τις ηγεσίες που εκφράζουν έναν διχαστικό λόγο, ένα ακραία σωβινιστικό και ρατσιστικό λόγο» και αναφέρθηκε στον Αυστριακό Καγκελάριο, λέγοντας ότι «ο κ. Κουρτς όχι μόνο ανατροφοδοτεί μία αντιμεταναστευτική ρητορική, αλλά συνδυάζει αυτον τον λόγο με μία ακραία νεοφιλελεύθερη πρόταση» σημειώνοντας ότι «πρόσφατα ψήφισε νόμο για 12ωρη υποχρεωτική εργασία» και υποστήριξε ότι «το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα είναι διχασμένο».
«Αυτή η δεξιά θέλει να επιβάλει στην Ευρώπη μία αντικοινωνική ατζέντα» σημείωσε ο πρωθυπουργός τονίζοντας ότι «πρόκειται για επιλογές, που έρχονται σε αντίθεση με το εθνικό συμφέρον. Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι στην ανατ. Μεσόγειο. αντιμετωπίσαμε μία έντονη μεταναστευτική κρίση» και κατηγόρησε τη ΝΔ ότι «χάνει κάθε διεθνή αξιοπιστία και μεταλλάσσεται πυρηνικά, όμως με αυτή την πολιτική επιλογή εκτρέφει φασιστικούς πολιτικούς σχηματισμούς, που -αν και περιθωριακοί- νιώθουν τώρα πιο ασφαλείς, να βγουν ξανά από τις κρυψώνες τους».
Ο κ. Τσίπρας τόνισε ακόμη, ότι «οι Έλληνες και ιστορία γνωρίζουν και επιθυμούν την πραγματική ευρωπαϊκή προοπτική, που σαφώς δεν είναι "ο καθένας μόνος του" αλλά η προοπτική της αλληλεγγύης». Σημείωσε ότι «η Σύνοδος Κορυφής ανέδειξε μία διχασμένη Ευρώπη και η Ελλάδα ήταν σε αυτή τη συνεδρίαση μέρος της λύσης και όχι μέρος του προβλήματος». Υποστήριξε ακόμη, ότι «πιστεύω ότι η Ελλάδα δια της κυβέρνησής της, της συμμαχικής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, παίρνει το σωστό μέρος της ιστορίας. Βρισκόμαστε στο στρατόπεδο εκείνων των δυνάμεων, που προασπίζονται τις ευρωπαϊκές αξίες. Οι Έλληνες και Ελληνίδες το κατανοούν και όταν έρθει η ώρα, θα δώσουν τη δική τους απάντηση. Τα δημοκρατικά αντανακλαστικά του ελληνικού λαού, ιστορικά, πάντα άνοιγαν δρόμους».
Καταλήγοντας, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε εμμέσως πλην σαφώς και στο χρόνο των εκλογών, λέγοντας ότι «οι 14 μήνες που έχουμε μπροστά μας, είναι δύσκολοι, γιατί πρέπει να αποδείξουμε, ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε τώρα, που δεν θα έχουμε τους "βαρβάρους", για να θυμηθώ και τον Καβάφη "και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους"». «Μπορούμε να τα καταφέρουμε πολύ καλύτερα και θα το αποδείξουμε» είπε καταλήγοντας ο πρωθυπουργός.