Η πολιτική συγκυρία σε Ελλάδα και ΠΓΔΜ αλλά και οι φόβοι ΕΕ και ΝΑΤΟ που πάτησαν «γκάζι» σε Αθήνα και Σκόπια
Από την κατάρρευση της πρώην Γιουγκοσλαβίας (1991) και την ανάδειξη του κράτους της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας», που μέχρι τότε αποτελούσε ομόσπονδο κρατίδιο μέχρι την Κυριακή 17 Ιουνίου 2018 πέρασαν 27 χρόνια. Έκτοτε το «φάντασμα» που άκουγε στο όνομα Σκοπιανό υπερίπτατο της ελληνικής διπλωματίας και εξωτερικής πολιτικής. Σε αυτά τα 27 χρόνια έγιναν όλα: επίσημες πρωτοβουλίες, παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις, παρεμβάσεις και διαμεσολαβητές της διεθνούς κοινότητας, εντάσεις, υφέσεις και νεκρές περίοδοι, πιέσεις από χώρες και διεθνείς οργανισμούς.
Χθες, στις Πρέσπες υπεγράφη η συμφωνία της Αθήνας με τα Σκόπια για μετονομασία της ΠΓΔΜ σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας». Για να φτάσουμε σε αυτή την «ιστορική στιγμή», όπως την αποκάλεσε ο διεθνής Τύπος και η παγκόσμια διπλωματία, προηγήθηκαν πολλά και έπονται… ίσως και ακόμη περισσότερα.
Γιατί όμως μετά από 27 χρόνια ξαφνικά υπήρξε συμφωνία για το Σκοπιανό σε λίγους μήνες
Η ευνοϊκή πολιτική συγκυρία, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ΠΓΔΜ, με αμφότερες χώρες να έχουν πρωθυπουργούς που «συντονίστηκαν» ως προς την επιδίωξη για αμοιβαία λύση, τον Α. Τσίπρα και τον Ζ. Ζάεφ, είναι αυτό που δείχνουν πολλά ξένα μέσα ενημέρωσης και αναλυτές ως ένα βασικό παράγοντα.
Επιπλέον, την προεδρία της ΕΕ έχει (για λίγες μέρες ακόμη) η Βουλγαρία, η προέταξε ως πρώτη προτεραιότητα τη ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων. Η Βουλγαρία εκτιμά ότι πως η αστάθεια σε αυτή την περιοχή και η έλλειψη παρουσίας της ΕΕ δίνει πολύ χώρο σε άλλους γεωπολιτικούς παίκτες, όπως για παράδειγμα στη Ρωσία και την Τουρκία, να έχουν ισχυρή επιρροή στην περιοχή.
Και η ΕΕ και το ΝΑΤΟ, όμως, φαίνεται πως έχουν λόγους, σύμφωνα με τους αναλυτές, να πατήσουν «γκάζι» σε Αθήνα και Σκόπια για να υπάρξει συμφωνία.
Πολιτικοί αναλυτές, τις απόψεις των οποίων φαίνεται να συμμερίζεται το ΝΑΤΟ, ανησυχούν για την ισχυροποίηση και την επέκταση της επιρροής της Ρωσίας στα Βαλκάνια. «Μια σοβαρή ανησυχία είναι η Ρωσία. Η Μόσχα έχει αρνηθεί σθεναρά να επικυρώσει τη συμφωνία. Ξέρει ότι έτσι θα δει την ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ» αναφέρει ενδεικτικά στο πρακτορείο Reuters ο James Ker-Lindsay, καθηγητής πολιτικής και στρατηγικής στο St. Mary's University του Λονδίνου.
Και οι Βρυξέλλες, όμως, δεν επιθυμούν την άμετρη ενίσχυση του ρόλου της Ρωσίας. Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμη: ο φόβος για το μουσουλμανικό – ισλαμικό τόξο. Έχει αναφερθεί επανειλημμένα ότι τα Βαλκάνια είναι «φυτώριο» ισλαμιστών. Ο απρόβλεπτος ρόλος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν – που κλιμακώνει διαρκώς ενόψει και των εκλογών που έχει την επόμενη Κυριακή- είναι ακόμη ένας σοβαρός παράγοντας ανησυχίας για την ΕΕ. Η Ένωση προωθεί σημαντικά την ένταξη των Δυτικών – κυρίως- Βαλκανίων στους κόλπους της, με σκοπό την ενίσχυση της παρουσίας της στην περιοχή που μπορεί να αποτελέσει buffer στην προέλαση τόσο της Τουρκίας και του μουσουλμανισμού, όσο και της Ρωσίας.
Συμφωνία επετεύχθη, ποια είναι τα επόμενα βήματα
Μπορεί η συμφωνία για την μετονομασία της ΠΓΔΜ σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» να φέρει πλέον τις υπογραφές του Έλληνα ΥΠΕΞ, Νίκου Κοτζιά και του ομολόγου του, Νικολά Ντιμιτρόφ, όμως απέχει πολύ από το να αποτελέσει οριστική λύση του Σκοπιανού.
Η συμφωνία απαιτεί την επικύρωση της Βουλής της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ. Στην γείτονα θα διεξαχθή και δημοψήφισμα για την επικύρωση της αλλαγής ονομασίας και από τους πολίτες. Ήδη η αντιπολίτευση και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας (που προέρχεται από αυτήν, το VMRO) Γ. Ιβανόφ έχουν ορκιστεί να μπλοκάρουν τη συμφωνία με κάθε τρόπο και κάθε κόστος.
Στην χώρα μας, η μομφή σε βάρος της κυβέρνησης δεν πέρασε στην ψηφοφορία του περασμένου Σαββάτου. Ενώ, σύμφωνα με τις σφυγμομετρήσεις, 7 στους 10 Έλληνες πολίτες δεν θέλουν τη συμφωνία.
Αν στην ΠΓΔΜ η συμφωνία δεν κυρωθεί, τότε αυτόματα η πορεία της χώρας προς ΝΑΤΟ και ΕΕ ανακόπτεται με διαδικασία «ξαφνικού θανάτου» σύμφωνα με τις προβλέψεις της συμφωνίας.
Στην Ελλάδα, ο κυβερνητικός εταίρος ΑΝΕΛ και ο Πάνος Καμμένος έχουν ξεκαθαρίσει πως η συμφωνία δεν θα κυρωθεί. Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν θα τεθεί σε κίνδυνο η επιβίωση του κυβερνητικού συνασπισμού. Πώς θα γίνει αυτό, είναι ένα από τα βήματα που μένει να δούμε.