Η διάβρωση και η ρύπανση του εδάφους έχουν οδηγήσει σε απώλεια του ενός τρίτου περίπου της καλλιεργήσιμης γης στον πλανήτη κατά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, σύμφωνα με εκτιμήσεις Βρετανών επιστημόνων, που παρουσιάσθηκαν στη σύνοδο του Παρισιού για το κλίμα.
Η απώλεια αυτή δημιουργεί ανησυχίες, καθώς συνεχώς αυξάνει η ζήτηση για τρόφιμα διεθνώς. Υπολογίζεται ότι έως το 2050 η ανθρωπότητα θα πρέπει να καλλιεργεί 50% περισσότερα τρόφιμα για να θρέψει έναν πληθυσμό περίπου εννέα δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Περίπου το 30% της ξηράς που δεν καλύπτεται από πάγους, χρησιμοποιείται για την κτηνοτροφία, αντί για τη γεωργία.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ, με επικεφαλής τον καθηγητή βιολογίας των φυτών Ντάνκαν Κάμερον, σύμφωνα με τη βρετανική «Γκάρντιαν», έκαναν λόγο για «καταστροφική» απώλεια εδάφους, η οποία γίνεται με ρυθμό που ξεπερνά τη δυνατότητα της φύσης να αντικαταστήσει το χαμένο έδαφος. Η διάβρωση λαμβάνει χώρα με ρυθμό έως 100 φορές μεγαλύτερο από τον φυσικό ρυθμό δημιουργίας νέου εδάφους. Χρειάζονται περίπου 500 χρόνια για να δημιουργηθεί ένα λεπτό στρώμα καλλιεργήσιμου εδάφους μόλις δυόμιση εκατοστών.
Το συνεχές όργωμα της γης, σε συνδυασμό με την εντατική χρήση των χημικών λιπασμάτων, έχουν υποβαθμίσει την ποιότητα του καλλιεργήσιμου εδάφους σε όλο τον κόσμο, σύμφωνα με τους ειδικούς. Από την άλλη, η διάβρωση του εδάφους και η αποψίλωση των δασών εμποδίζουν τη συγκράτηση του νερού, πράγμα που θα καθιστούσε το έδαφος πιο εύφορο, ενώ παράλληλα θα επέτρεπε στο έδαφος να συγκρατεί τις πλημμύρες.
Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι η κατάσταση τείνει να μη γίνει μη αναστρέψιμη, αν δεν υπάρξουν σοβαρές αλλαγές στις γεωργικές πρακτικές παγκοσμίως.
«Δημιουργούμε εδάφη που δεν είναι κατάλληλα για τίποτε άλλο, πέρα από το να χτίσουμε ένα εργοστάσιο πάνω τους», δήλωσε ο Κάμερον. Όπως είπε, «χρειάζονται ριζικές λύσεις για να επανασχεδιάσουμε όλο το αγροτικό μας σύστημα.
Πρέπει να αποσύρουμε εκτάσεις γης από την παραγωγή για μεγάλο χρονικό διάστημα, ώστε να επιτρέψουμε στο χώμα να ξαναγίνει σταθερό. Μπορούμε, αντί γι' αυτά τα εδάφη, να χρησιμοποιήσουμε μεγάλες εκτάσεις γης που σήμερα καταλαμβάνονται από την κτηνοτροφία». Κάτι τέτοιο, τόνισε, απαιτεί την αναγκαία πολιτική βούληση, κρατική επέμβαση και χρηματοδότηση των γεωργών.