Η τρύπα του στρώματος του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική έφθασε φέτος στο αποκορύφωμά της στις 11 Σεπτεμβρίου, καλύπτοντας μια έκταση 24,1 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων, σχεδόν όση και στο μέγιστο σημείο της πέρυσι (24 εκατ.), σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έδωσαν στη δημοσιότητα η NASA (Κέντρο Διαστημικών Πτήσεων Γκόνταρντ) και η Εθνική Υπηρεσία Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ) των ΗΠΑ.
Το 2014 είχε μια έκταση σχεδόν όσο όλη η Βόρεια Αμερική. Το μέγεθος της τρύπας είναι συγκρίσιμο με αυτό των ετών 2010, 2012 και 2013, ενώ είναι μικρότερο από εκείνο των ετών 1998-2006. Το ρεκόρ είχε καταγραφεί στις 9 Σεπτεμβρίου 2000, όταν η τρύπα έφθασε σε έκταση 29,9 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων, περίπου κατά 9% μεγαλύτερη σε σχέση με την έκτασή της το 2014.
Συνήθως εμφανίζει ετήσιες αυξομειώσεις, διευρυνόμενη κατά το δίμηνο Αυγούστου - Σεπτεμβρίου, όταν στο νότιο ημισφαίριο υπάρχει άνοιξη, έχει σταθεροποιηθεί και εμφανίζει τάση σταδιακής συρρίκνωσης, αν και με αργό ρυθμό, μετά την παγκόσμια συμφωνία (Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ) το 1987, που έθεσε περιορισμούς στη χρήση των χημικών ουσιών (των χλωροφθορανθράκων), οι οποίες καταστρέφουν το όζον.
Εκτός από τον περιορισμό των χημικών ουσιών του χλωρίου στην ατμόσφαιρα, μείωση της τρύπας του όζοντος επιφέρει και η άνοδος της θερμοκρασίας στη στρατόσφαιρα πάνω από την Ανταρκτική, λόγω της κλιματικής αλλαγής. Οι επιστήμονες δεν είναι βέβαιοι σε ποιό βαθμό η συρρίκνωση της τρύπας οφείλεται στους κλιματολογικούς παράγοντες και σε ποιό στα μέτρα που ελήφθησαν στο Μόντρεαλ.
Το στρώμα του όζοντος λειτουργεί προστατευτικά έναντι της δυνητικά επικίνδυνης υπεριώδους ακτινοβολίας του Ήλιου, που μπορεί να προκαλέσει καρκίνο του δέρματος και να βλάψει τα φυτά. Οι επιστήμονες έχουν υπολογίσει ότι αν όλο το όζον έπεφτε στην επιφάνεια του εδάφους, θα σχημάτιζε ένα στρώμα πάχους ενός έως πέντε χιλιοστών.