Την Κυριακή 30 Μαρτίου αλλάζει η ώρα και μεταβαίνουμε στη λεγόμενη θερινή ώρα.
Η θερινή ώρα, Daylight Saving Time, DST, επί το αγγλικότερον, είναι η αλλαγή της ώρας που ένα κράτος διαλέγει να υιοθετήσει για ένα χρονικό διάστημα του έτους.
Η αλλαγή αυτή γενικά είναι κατά μία ώρα μπροστά από την ηλιακή ώρα. Βασίζεται σε ένα σύστημα που σκοπό έχει την καλύτερη αξιοποίηση του φωτός της ημέρας για εξοικονόμηση ενέργειας.
Αξίζει να γνωρίζετε ότι το τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού που χρησιμοποιεί τη θερινή ώρα αποτελεί μειοψηφία, καθώς σχεδόν όλες οι Ασιατικές και Αφρικανικές χώρες δεν συμμετέχουν.
Η πρώτη ιδέα
Η λύση να τυποποιηθεί το σύστημα της θερινής ώρας πρωτοπροτάθηκε από τον Βενιαμίν Φραγκλίνο σε γράμμα του που δημοσιεύθηκε σε μία γαλλική εφημερίδα.
Σ' αυτό το γράμμα δεν υπάρχει αναφορά για αλλαγή της ώρας αλλά πρόταση να ξυπνούν οι άνθρωποι μία ώρα νωρίτερα! Η πρώτη φορά που προτάθηκε το ζήτημα σοβαρά ήταν από τον Γουίλιαμ Γουίλετ (William Willett) στο άρθρο του, Waste of Daylight, που δημοσιοποιήθηκε το 1907 αλλά τελικά δεν κατάφερε να πείσει την Βρετανική κυβέρνηση.
Θερινή ώρα: Η πρώτη εφαρμογή
Η πρώτη φορά που εφαρμόστηκε η ιδέα ήταν από την γερμανική κυβέρνηση κατά την διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου από 30 Απριλίου ως 1η Οκτωβρίου του 1916. Λίγο μετά το Ηνωμένο Βασίλειο ακολούθησε εφαρμόζοντας την θερινή ώρα από 21 Μαΐου ως 1η Οκτωβρίου 1916.
Αργότερα, στις 19 Μαρτίου του 1918, το Αμερικανικό Κογκρέσο καθιέρωσε την τυπική χρήση των χρονικών ζωνών και επισημοποίησε την αλλαγή της θερινής ώρας για όλον τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Το μέτρο αυτό όμως καταργήθηκε αμέσως, λόγω της δυσαρέσκειας του κόσμου.
Πότε εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα η θερινή ώρα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, δοκιμαστικά, το 1932 και συγκεκριμένα από τις 6 Ιουλίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου όπου τα ρολόγια είχαν τεθεί μία ώρα μπροστά. Στη συνέχεια όμως εγκαταλείφθηκε αυτό επειδή από τις 15 Ιουλίου (π.ημερ.)/28 Ιουλίου (ν.ημερ.) και ώρα 04:00 του 1916, τα ρολόγια στην Ελλάδα είχαν τεθεί 25 λεπτά μπροστά στην εισδοχή της ώρας ζώνης. Έτσι η διαφορά σε σχέση με το φως του Ήλιου που καθορίζει και τον πραγματικό χρόνο γινόταν πολύ μεγάλη κυρίως στα δυτικά τμήματα της χώρας και περισσότερο στη Κέρκυρα. Τούτο είχε ως συνέπεια να εγκαταλειφθεί.
Στη δεκαετία όμως του 1970, μόλις δύο χρόνια μετά την ενεργειακή κρίση που ξέσπασε στην Ευρώπη το 1973, αποφασίστηκε η υιοθέτηση του μέτρου της θερινής ώρας από μεγάλο μέρος των κρατών της Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης τότε και της Ελλάδας, με έναρξη το 1975.
Η αλλαγή της ώρας, σύμφωνα με την οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υποχρεώνει όλα τα κράτη μέλη να τηρήσουν με νόμο[1], γίνεται, πλέον, την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου στη 01:00, ώρα Γκρίνουϊτς (GMT) και τελειώνει την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου του ίδιου έτους πάλι στη 01:00, ώρα Γκρίνουϊτς. Επομένως η αλλαγή είναι ταυτόχρονη για όλα τα κράτη μέλη τα οποία έχουν υιοθετήσει το μέτρο.
Η Ισλανδία δεν έχει υιοθετήσει το μέτρο. Λόγω του υψηλού γεωγραφικού πλάτους η ανατολή και η δύση του ήλιου αλλάζουν κατά πολλές ώρες στη διάρκεια του έτους και η επίδραση της αλλαγής του ρολογιού κατά μία ώρα θα ήταν, σε σύγκριση, μικρή.
Η Ρωσία, αν και όπως όλα τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη ακολουθεί τις ίδιες ημερομηνίες αλλαγής με αυτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλάζει στις 02:00 τοπική ώρα (03:00, θερινή ώρα τον Οκτώβρη), μία ώρα νωρίτερα δηλαδή.
Η Τουρκία ακολουθεί τις αλλαγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην ημερομηνία και στην ώρα αλλαγής.