Τονίζει ότι το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα αντιμετωπίζει πρόσθετες προκλήσεις
Την ανάγκη για στρατηγικό μετασχηματισμό στους τομείς της κανονιστικής συμμόρφωσης, της φορολογίας, της τεχνολογίας, της διαχείρισης κινδύνων, της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της διαχείρισης ταλέντου στο τραπεζικό σύστημα ανέδειξαν τα αποτελέσματα της έκθεσης της Deloitte 2019 Banking and Capital Markets Outlook: Reimagining transformation.
Στην έκθεση περιγράφονται αναλυτικά και όσα αναμένεται να αλλάξουν σε επτά βασικούς επιχειρηματικούς τομείς, όπως στη Λιανική Τραπεζική, την Εταιρική Τραπεζική Διακυβέρνηση, το Σύστημα Συναλλαγών, το Επενδυτικό Τραπεζικό Σύστημα, τα Συστήματα Πληρωμών και Διακανονισμού, τη Διαχείριση του Πλούτου και τις υποδομές της αγοράς. Το συμπέρασμα της έκθεσης είναι η ανάγκη κατανόησης από πλευράς τραπεζών, ότι οφείλουν να επανεξετάσουν τις μετασχηματιστικές μεθόδους που ακολουθούν και να αντιληφθούν ότι πρόκειται για μία ολιστική και πολυετή διαδικασία, η οποία ξεκινάει από την επιβεβαίωση του ρόλου τους στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η υιοθέτηση μίας πελατοκεντρικής νοοτροπίας, η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πελατών, η διευκόλυνση της ροής κεφαλαίων και η προσφορά πίστωσης δεδομένων στην παγκόσμια οικονομία θα ισχυροποιήσουν το στόχο των τραπεζών. Όπως αναφέρεται, «προτεραιότητα πρέπει να δοθεί το 2019, στον εκσυγχρονισμό της συμμόρφωσης με το δυναμικό κανονιστικό περιβάλλον και στην εστίαση της αύξησης της αποτελεσματικότητας των ήδη υπαρχόντων ρυθμιστικών συστημάτων. Η στρατηγική επαναπροσδιορισμού της φορολογίας στη νέα υπό διαμόρφωση ισορροπία του συστήματος θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Οι εταιρείες απαιτείται να θέσουν νέα πλαίσια, που θα έχουν τη δυνατότητα να ενσωματώσουν τις αναδυόμενες πηγές δεδομένων αλλά και σενάρια μοντελοποίησης».
Η έκθεση της Deloitte αναφέρει, ότι η επιτυχία των τραπεζών στον ψηφιακό μετασχηματισμό θα εξαρτηθεί τελικά από τη συνύπαρξη της στρατηγικής, της τεχνολογίας και των λειτουργικοτήτων σε όλη την αλυσίδα. Στόχος η υλοποίηση μίας «συμφωνικής επιχείρησης», στην οποία οι τεχνολογίες και οι λύσεις που θα εφαρμόζονται να αλληλοσυμπληρώνονται άψογα, ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη αξία. Βασικά εργαλεία για αυτό, αποτελούν η σωστή διαχείριση του όγκου των δεδομένων, ο εκμοντερνισμός του πυρήνα των υποδομών και η ενοποίηση των AI τεχνολογιών, σημειώνεται.
Επιπροσθέτως, αναφέρεται ότι «οι τράπεζες πρέπει να υιοθετήσουν μια νέα προσέγγιση στη διαχείριση ταλέντων, για να προετοιμαστούν για το μέλλον της εργασίας. Η αυτοματοποίηση, η οικονομία gig, το crowdsourcing και οι δημογραφικές μετατοπίσεις ενδέχεται να επηρεάσουν σημαντικά το εργασιακό περιβάλλον. Η δημιουργία αξίας για τους πελάτες και τα ουσιαστικά κίνητρα για τους εργαζόμενους θα συνεισφέρουν θετικά στην ανταγωνιστικότητα των τραπεζών».
Ένα επίσης σημαντικό στοιχείο που τονίζεται στην έρευνα της Deloitte είναι η ανάγκη ενσωμάτωσης στρατηγικής αντίληψης στη λειτουργία διαχείρισης κινδύνων, αλλά και η επανεκτίμηση των δύο πρώτων γραμμών άμυνας. Οι συνεχείς κυβερνοεπιθέσεις ανέδειξαν την ανάγκη ενδελεχούς κατανόησης του οικοσυστήματος και των εγγενών αδυναμιών των δικτυών των τραπεζών. Επίσης, στον ευαίσθητο κόσμο της μετά-GDPR εποχής, η κακή διαχείριση των δεδομένων αποτελεί σπίθα κρίσης στο τραπεζικό σύστημα, ενώ οι καταναλωτές απαιτούν μεγαλύτερη διαφάνεια ως προς τον τρόπο συλλογής, επεξεργασίας και κοινής χρήσης των δεδομένων τους. Η χρήση εναλλακτικών δεδομένων, όπως τα βιομετρικά στοιχεία και οι νέες τεχνολογίες, περιπλέκουν την κατάσταση, καθώς η απλή ενημέρωση των πολιτικών απορρήτου δεν επαρκεί.
Σύμφωνα με την έκθεση, στους τομείς του τραπεζικού συστήματος, όπως η Λιανική Τραπεζική, η Εταιρική Τραπεζική Διακυβέρνηση, το Σύστημα Συναλλαγών, το Επενδυτικό Τραπεζικό Σύστημα, τα Συστήματα Πληρωμών και Διακανονισμού, η Διαχείριση του Πλούτου και οι υποδομές της αγοράς αναμένονται αλλαγές το 2019. Ο ανταγωνισμός των τιμών στις καταθέσεις είναι πιθανό να αυξηθεί λόγω των υψηλότερων επιτοκίων, αλλά δεν προβλέπεται να επιδεινωθεί η πιστωτική ποιότητα, καθώς μια πιθανή επιβράδυνση το 2020 θα μπορούσε να μεταβάλει τη δυναμική του ανταγωνισμού. Οι τράπεζες αναμένεται να δραστηριοποιηθούν περισσότερο στο χώρο της Fintech, είτε με την ίδρυση αυτόνομων ψηφιακών τραπεζών είτε μέσω εταιρικών σχέσεων.
Ο Νίκος Χριστοδούλου, Consulting Leading Partner, αναφέρει ότι «Πέραν των ανωτέρω, το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα αντιμετωπίζει πρόσθετες προκλήσεις, που προέρχονται από την ανάγκη επιτάχυνσης της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων» και συμπληρώνει, ότι «το πολύπλοκο, ατελές και συχνά μεταβαλλόμενο νομοθετικό πλαίσιο, τη μείωση του φυσικού δικτύου καταστημάτων και τη διαχείριση του προσωπικού, το οποίο παραμένει πλεονάζον σε παραδοσιακές δραστηριότητες ενώ υπολείπεται σε τομείς όπως οι τεχνολογίες αιχμής, η διαχείριση κινδύνου και η ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων».
Στην Εταιρική Τραπεζική Διακυβέρνηση αναμένεται να ενταθεί ο ανταγωνισμός για τα επιχειρηματικά δάνεια. Ωστόσο, δεδομένης της υψηλότερης πιθανότητας ύφεσης τα επόμενα χρόνια, οι τράπεζες θα πρέπει να προσαρμόσουν ανάλογα τους κινδύνους το 2019. Για να μετριαστεί το ρίσκο, οι τράπεζες οφείλουν να ενισχύσουν την εξειδικευμένη τεχνογνωσία τους στον τομέα των δανείων για την ελαχιστοποίηση πιθανών ζημιών και καλύτερη διαχείριση τους.
Εξελίξεις, όπως τα παγκόσμια πρότυπα καινοτομίας (gpi) της SWIFT στη διαχείριση ρευστών διαθεσίμων, θα ενισχύσουν τις ταχύτερες και πιο διαφανείς διασυνοριακές πληρωμές. Επιπλέον, το 2019 αποτελεί καίριο έτος στη διαμόρφωση των επενδυτικών τραπεζών σε πιο απλές και ευέλικτες, αλλά πιο ισχυρές και σταθερές. Νευραλγικό ρόλο θα διαδραματίσει η επανεξέταση του μοντέλου συμμετοχής του πελάτη, με την παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών και λύσεων.
Η Αλεξάνδρα Κωστάρα, Financial Services Industry Leading Partner, δηλώνει σχετικά: «To τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα, μετά από 10 χρόνια κρίσης και έχοντας ολοκληρώσει την αναδιάρθρωσή του, έχει αρχίσει να ανακάμπτει γεγονός που υποστηρίζεται από την βελτίωση της ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος και την σταδιακή υποχώρηση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τo οποίο ωστόσο παραμένει ακόμα υψηλό».
Συμπληρώνει δε, ότι «οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε διαδικασία λειτουργικού μετασχηματισμού και εκσυγχρονισμού, προκειμένου να ανταποκριθούν στις ψηφιακές και τεχνολογικές προκλήσεις του κλάδου που επιβάλλει ένα νέο τραπεζικό πρότυπο λειτουργείας και εξυπηρέτησης. Στην Deloitte Ελλάδος, χάρη στην γνώση και εμπειρία των ειδικών μας στον τραπεζικό κλάδο, παρέχουμε εξατομικευμένες λύσεις στους πελάτες μας για να αντιμετωπίσουν νέες προκλήσεις, να μεγιστοποιήσουν τις ευκαιρίες της αγοράς και να δημιουργήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα».
Σύμφωνα με την έκθεση, η αύξηση των τελών με βάση τον όγκο των πληρωμών αναμένεται να καταστεί όλο και πιο δύσκολη για τους εκδότες καρτών το 2019. Οι φθηνότερες ψηφιακές λύσεις από τους μη παραδοσιακούς παίκτες και τα δαπανηρά προγράμματα ανταμοιβής ενδέχεται να δυσχεράνουν τους εκδότες καρτών να αυξήσουν τα έσοδα από τα τέλη. Εντούτοις, η εστίαση στην αύξηση του χαρτοφυλακίου καρτών εξακολουθεί να είναι πρωταρχικής σημασίας.
Η επιχειρηματική διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων στις τράπεζες αναμένεται να συνεχίσει να μεγαλώνει το 2019, δεδομένης της ζήτησης, του brand equity και της κλίμακας. Τα έσοδα για τους μεγαλύτερους διαχειριστές παγκόσμιου πλούτου εκτιμάται ότι θα αυξηθούν σε ποσοστό 4% CAGR τα επόμενα δύο χρόνια. Οι συναλλαγές σε πολλαπλές πλατφόρμες τεχνολογίας επιβάλλεται να ενσωματώσουν τα διαφορετικά συστήματα, γεγονός που λόγω ιδιαίτερα αυξημένης ανάγκης, θα επιταχυνθεί το 2019. Το επόμενο κύμα εκσυγχρονισμού, μετά τις μετοχές, θα επικεντρωθεί ως επί το πλείστον, σε σταθερό εισόδημα.