Στα επίπεδα του 1961 η ανεργία μέχρι το τέλος του 2013

Ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις λαμβάνει η μάστιγα της ανεργίας στη χώρας μας, σύμφωνα με την έκθεση που παρουσιάστηκε από τη ΓΣΕΕ σήμερα στη Θεσσαλονίκη.

Όπως αναφέρεται στο τέλος του 2013 το ποσοστό αναμένεται να αγγίξει τα επίπεδα του 1961, καθώς εκτιμάται ότι θα αυξηθεί σε ποσοστά της τάξεως του 29 - 30%, ενώ τον επόμενο χρόνο θα φτάσει στο ποσοστό του 31,5%.

Αυτό που επίσης φαίνεται με βάση την έκθεση είναι ότι οι μισθωτοί την τελευταία τριετία από μειώσεις των αποδοχών τους και από τις φορολογικές επιβαρύνσεις έχασαν 37 δισ. ευρώ, συμβάλλοντας στη μείωση της εγχώριας ζήτησης κατά 31,3% επιστρέφοντας στο επίπεδο του έτους 1994 (19 χρόνια πριν) και η αγοραστική δύναμη των αποδοχών τους την ίδια περίοδο 2010-2013 μειώθηκε κατά 37,2%, επιστρέφοντας στα επίπεδα του έτους 2000.

Σε ό, τι αφορά στις κοινωνικές παροχές - δαπάνες (συντάξεις, δαπάνες υγείας και προνοιακές μεταβιβάσεις) σημείωσαν σημαντική μείωση από 23,9% του ΑΕΠ (55,2 δις ευρώ) το 2009 σε 22% του ΑΕΠ (40,3 δις ευρώ) το 2013, ποσοστό 26,99%, ανάλογη με τη μείωση του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2009-2013.

Το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ προτείνει ως μέσο για την ανάσχεση της ύφεσης και την έξοδο από την κρίση την αύξηση του κατώτατου μισθού και τεκμηριώνεται με μετρήσιμα μεγέθη:

Η αύξηση του κατώτατου μισθού από 586 ευρώ στα 751 ευρώ - με ταυτόχρονη κατάργηση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου του Φεβρουαρίου 2012 - μπορεί να συμβάλλει κατά τον πρώτο χρόνο σε αύξηση της εγχώριας ζήτησης κατά 0,75%, του ΑΕΠ κατά 0,5% και της απασχόλησης κατά 7.000 νέες θέσεις εργασίας.

Η ανάσχεση της ύφεσης τον πρώτο χρόνο διαμέσου της αύξησης του κατώτατου μισθού ενισχυόμενη από την αναδιάρθρωση του χρέους (δραστική γιατί η ήπια αναδιάρθρωση παρατείνει την ύφεση και απομακρύνει τις προοπτικές ανάπτυξης), τη ρευστότητα της οικονομίας, την ουσιαστική και αποτελεσματική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής και την επενδυτική (δημόσια-ιδιωτική) δραστηριότητα, θα συμβάλλουν επιπρόσθετα σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,7% το χρόνο και σε αύξηση της απασχόλησης κατά 25.000 νέες θέσεις εργασίας.

Αναφορικά με την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και έξοδο από την ύφεση (3%-4% το χρόνο) στον ορίζοντα μίας πενταετίας θα θέσει σε χρήση και το παραγωγικό δυναμικό που σήμερα αργεί και ανέρχεται σε 15% του ΑΕΠ περίπου και θα συμβάλλει στην αύξηση της απασχόλησης κατά 7%-10%, δηλαδή κατά 250.000 άτομα.

Ακόμα όμως και αν αυτό το ενδεχόμενο εκπληρωθεί, απαιτείται μια εικοσαετία για τη δημιουργία περίπου ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας .