Ελληνικά Ναυπηγεία: Ιστορία χρεοκοπίας

Ελληνικά ναυπηγεία- Από το χθες στο σήμερα

Η ιστορία ξεκίνησε να εκτυλίσσεται τα τελευταία 56 χρόνια. Μεσολάβησαν επιχειρηματικά τεχνάσματα και ευρεσιτεχνίες, συνδικαλιστικές διεκδικήσεις και τερτίπια, συγκρούσεις σε επίπεδο πολιτικών ηγεσιών. Μια επιχείρηση, που θα μπορούσε να καταγράφει υψηλά κέρδη, αλλά βρέθηκε στο χείλος της χρεοκοπίας. Άρνηση, απροθυμία ή κάτι άλλο; Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά. Μια Ελλάδα, που μπορεί να στηριχτεί στη θάλασσα και τα καράβια της, αλλά αποφεύγει να το κάνει. Ακόμα μία ιστορία με λίγο από το σασπένς αστυνομικών ταινιών, με δόση εσάνς οικονομικού εγκλήματος είναι αυτή των Ελληνικών Ναυπηγείων.

Το ελληνικό Δημόσιο και ο εφοπλιστής Σταύρος Νιάρχος υπογράφουν σύμβαση για την ίδρυση ενός σύγχρονου για την εποχή ναυπηγείου. Στη διελκυστίνδα μεταξύ Νιάρχου και Ωνάση, που βρισκόταν και εκείνος σε διαπραγματεύσεις με το ελληνικό κράτος για την ίδρυση ναυπηγείου, επικράτησε τελικά ο πρώτος.

Σύμφωνα με τη συμφωνία, το Δημόσιο παραχωρούσε το δικαίωμα στον ανάδοχο να ιδρύσει και να λειτουργήσει εργοστάσιο πλοίων, σκαφών και κάθε άλλου πλωτού μέσου. Το ποσό, που έπρεπε να διαθέσει ο ανάδοχος, ήταν 8.630.000 δολάρια. Από το 1958 έως το 1966, το ναυπηγείο προχώρησε στην ολοκλήρωση του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων με την εγκατάσταση πλωτών δεξαμενών, που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή νέων πλοίων.

 

Τα Ναυπηγεία στο σήμερα

Από το 1967 έως και το 1980, το ναυπηγείο διανύει χρυσή περίοδο, καθώς ναυπηγούνται μεγαλύτερα πλοία λόγω της κρίσης του Σουέζ, ενώ εκεί αρχίζουν να κατασκευάζονται και τα πλοία του πολεμικού ναυτικού. Ένα από τα πλοία που ναυπηγούνται εκεί, είναι και η θαλαμηγός “Ατλαντίς” του Νιάρχου.

Η δεκαετία του 1980 δεν ξεκινάει με τους καλύτερους οιωνούς για το ναυπηγείο. Από το 1980 έως και το 1985 κρατικοποιείται λόγω της ναυτιλιακής κρίσης, αλλά και του έντονου ανταγωνισμού, και αρχίζουν οι δύσκολες μέρες στο Σκαραμαγκά. Η κρατικοποίηση ήταν ένα από τα βασικά αιτήματα των εργαζομένων της εποχής, οι οποίοι πίστευαν ότι έτσι θα διασφάλιζαν τις θέσεις εργασίας τους. Μετά τη δεύτερη εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, το 1985, το ναυπηγείο κλείνει και περνάει στον έλεγχο του κράτους, το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς.

Το 1985, τα ναυπηγεία περνούν στα χέρια της ΕΤΒΑ, που αγοράζει την εταιρεία. Γίνονται προσπάθειες επιβίωσης των ναυπηγείων, καθώς ξεκινάει συνεργασία με τα αντίστοιχα γερμανικά Blohm+Voss για την παραγωγή στην Ελλάδα των νέων φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού. Η παραγγελία αφορούσε τέσσερα πλοία αυτού του τύπου, από τα οποία τελικά παραδόθηκαν τα τρία μεταξύ 1992 και 1994. Νέα υποβρύχια τύπου 214 κατασκευάστηκαν, ενώ αναβαθμίστηκαν και παλαιότερα μοντέλα τύπου 209. Στη συνέχεια, η εταιρεία ιδιωτικοποιείται κατά το ήμισυ, με μορφή συνεταιρισμού, ενώ το υπόλοιπο 50% περνάει στην αγγλική εταιρεία Brown & Root, και στη συνέχεια αγοράζει τις μετοχές η γερμανική ΗDW.

Τον Οκτώβριο του 2009, η Τhyssen Krupp, που έχει την ιδιοκτησία των ναυπηγείων, αποφασίζει να αποχωρήσει, βλέποντας τα κέρδη της να μειώνονται συνεχώς. Μετά από διαπραγματεύσεις, το 2010, υπογράφεται συμφωνία με την Αbu Dhabi Mar, μια ναυπηγική εταιρεία σε συνεχή ανάπτυξη με έδρα το Άμπου Ντάμπι.

Το 2011 οι ισορροπίες έχουν αρχίσει να κλονίζονται, καθώς η εταιρεία “Ελληνικά Ναυπηγεία”, που διαχειρίζεται τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, σημειώνει - μετά την εκκαθάριση φόρων, τόκων και αποσβέσεων - ζημιές 57 εκατομμυρίων ευρώ.

Οι εργαζόμενοι δουλεύουν μία ημέρα την εβδομάδα

Το τελευταίο διάστημα, η διοίκηση των ναυπηγείων αποφάσισε την εκ περιτροπής απασχόληση των εργαζομένων. Πολιτική του ιδιοκτήτη Ισκαντάρ Σαφά, ήταν να αποφύγει της απολύσεις, κάτι που θα ανέβαζε σημαντικά το κόστος λόγω των αποζημιώσεων που θα έπρεπε να καταβάλει. Έτσι, οι εργαζόμενοι έφτασαν στο σημείο να εργάζονται μία φορά την εβδομάδα.

Αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με τον πρόεδρο του σωματείου μετάλλου στην ναυπηγοεπισκευαστική, Σωτήρη Πουλικόγιαννη, οι εργαζόμενοι στα ναυπηγεία της Ελευσίνας είναι 8 μήνες απλήρωτοι, στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά 6 μήνες απλήρωτοι, ενώ η ανεργία στη ναυπηγοεπισκευαστική αγγίζει το 95%.

Τα...αμαρτωλά υποβρύχια.

Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των μέχρι τώρα ισορροπιών έπαιξε η προσφυγή του ιδιοκτήτη Ισκαντάρ Σάφα, κατά του ελληνικού δημοσίου και των προκατόχων του ιδιοκτητών εταιρειών HDW και Thyssen Krupp Marine Systems.

Η προσφυγή κατατέθηκε στις 27 Απριλίου 2012 στο Διεθνές Εμπορικό Επιμελητήριο, στο Παρίσι. Ο κ. Σάφα διεκδικεί αυτή τη στιγμή αποζημιώσεις ύψους ενός δισ. ευρώ, που αφορούν στα δύο προγράμματα κατασκευής των υποβρυχίων, “Αρχιμήδης” και “Ποσειδώνας II", που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ.

Υπενθυμίζουμε ότι στις 15 Φεβρουαρίου του 2000, το Ελληνικό Δημόσιο ανέθεσε στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, με υπεργολάβο την HDW, την κατασκευή 3 υποβρυχίων S-214 και ενός ακόμη τύπου option. Το τίμημα ήταν 1.4 δισ. ευρώ. Η σύμβαση πήρε την ονομασία “ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ”. Με μία ακόμη σύμβαση, με την ονομασία «ΠΟΣΕΙΔΩΝ», τα ναυπηγεία και η HDW αναλαμβάνουν να εκσυγχρονίσουν 3 υποβρύχια τύπου S-209 έναντι 826 εκ. ευρώ, με ένα ακόμη υποβρύχιο option. Σύμφωνα με πηγές, όταν το σχέδιο παρουσιάστηκε στη Βουλή, το κάθε υποβρύχιο εμφανίζεται στη μισή τιμή και ο χρόνος παράδοσης είναι τα 9 χρόνια, παρότι το εγχείρημα έχει χαρακτηριστεί επείγον και απόρρητο.

Ο κ. Σάφα θεώρησε ότι το Ελληνικό Δημόσιο αρνείται να καταβάλει τις πληρωμές που έχουν συμφωνηθεί από το 2010, τα Ελληνικά Ναυπηγεία βρίσκονται σε τροχιά πτώχευσης και ο ίδιος υφίσταται οικονομική ζημία. Είναι υποχρεωμένος μάλιστα, να καταβάλει για το μηνιαίο κόστος λειτουργίας των ΕΝΑΕ, 5,5 εκατομμύρια ευρώ στο ελληνικό Δημόσιο, τη στιγμή που οι κοινοτικές αποφάσεις δείχνουν ότι τα Ναυπηγεία δεν μπορούν ούτε στρατιωτικές παραγγελίες να αναλάβουν, ούτε υπάρχουν προγράμματα του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού για να ανατεθούν νέες κατασκευές, που θα βοηθήσουν στη διατήρηση των θέσεων εργασίας.

Σύμφωνα με πηγές του news.gr, o ιδιοκτήτης των ναυπηγείων κατοχυρώνεται νομικά με σχετικό νόμο, που ψηφίστηκε στη Βουλή, και λέει ότι το ελληνικό Δημόσιο πρέπει να καταβάλει 135 εκατομμύρια ευρώ το μήνα, ανεξαρτήτως εάν προχωράει το έργο ή όχι. Αυτή τη στιγμή, μάλιστα, η ιδιοκτήτρια εταιρεία έχει εισπράξει το 80% των οφειλομένων, αλλά δεν παραδίδει τα υποβρύχια, γιατί το ελληνικό δημόσιο δεν τον πληρώνει για το υπόλοιπο του ποσού.

Σημειώνουμε ότι, μέχρι στιγμής, έχουν επίσης κατατεθεί τέσσερις αγωγές του ΟΣΕ, με τις οποίες διεκδικεί ένα ποσό της τάξεως των 360 εκατομμυρίων ευρώ για πρόγραμμα, που είχε υπογραφεί το 2001 αλλά ουδέποτε υλοποιήθηκε.

Τα Ναυπηγεία και η καταδίκη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Ήδη από το 2008, η Επιτροπή είχε καταδικάσει τη χώρα μας για τη χορήγηση παράνομων κρατικών ενισχύσεων, περίπου 260 εκατομμυρίων ευρώ, από την τότε ιδιοκτήτρια των Ναυπηγείων, ΕΤΒΑ, πριν από την πώλησή τους.

Στη διάρκεια της διαδικασίας μεταβίβασης της ιδιοκτησίας των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά από την Τhyssen Krupp στην Abu Dhabi Mar, η ελληνική πλευρά ανέλαβε μια σειρά δεσμεύσεων, που αφορούσαν στην πώληση των μη στρατιωτικών περιουσιακών στοιχείων και στη διακοπή κατασκευής εμπορικών πλοίων, ως τιμωρία για την προηγούμενη καταδίκη. Ο χρόνος δέσμευσης ήταν αρχικά 10 χρόνια, ενώ στη συνέχεια επεκτάθηκε στα 15.

Η μη υλοποίηση των δεσμεύσεων μέσα σε έξι μήνες από τη λήψη της απόφασης, όπως προβλεπόταν από την επιστολή του επιτρόπου Ανταγωνισμού, Χοακίμ Αλμούνια, έδωσε το δικαίωμα στην Κομισιόν να προσφύγει εκ νέου στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που αποφάσισε την επαναβεβαίωση της απόφασης του 2008.

Το πλήγμα της απόφασης Κομισιόν

Το τελικό χτύπημα προήλθε μετά την απόφαση της Κομισιόν. Η απαγόρευση αποδοχής παραγγελιών για πολεμικά σκάφη από τρίτες χώρες, καθώς και η απαγόρευση ναυπήγησης εμπορικών πλοίων, ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν τα Ελληνικά Ναυπηγεία στη σημερινή δυσχερή κατάσταση. Πιθανότητες για την αναστολή των κοινοτικών αποφάσεων υπάρχουν μόνο στην περίπτωση ολοκλήρωσης των προγραμμάτων για τα υποβρύχια, που θα σημάνουν αυτόματα και άρση του “εμπάργκο”.

Γιώργος Λαμπίρης