Την παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη προκάλεσε αναφορά πολύτεκνης συνταξιούχου του Δημοσίου, σχετικά με το πρόβλημα που αντιμετωπίζει από την εφαρμογή των περιορισμών οι οποίοι προβλέπονται για την απασχόληση των συνταξιούχων.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ότι στους συνταξιούχους λόγω γήρατος που αναλαμβάνουν εργασία και δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους, αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης. Από τον περιορισμό αυτόν εξαιρούνταν συγκεκριμένες κατηγορίες συνταξιούχων, μεταξύ των οποίων και οι πολύτεκνοι που το ένα παιδί τους είναι ανήλικο ή σπουδάζει.
Αν και αρχικά, η διάταξη αυτή είχε ανάλογη εφαρμογή και σε όσους συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο, στη συνέχεια, με βάση τον Ν. 3865/2010 προέκυπτε ότι η παραπάνω εξαίρεση δεν ίσχυε για τους πολύτεκνους συνταξιούχους του Δημοσίου. Όπως αναφέρει η Αρχή στο πόρισμά της, η άνιση μεταχείριση των τελευταίων σε σχέση με τους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα αποφασίστηκε να θεραπευτεί με σχέδιο νόμου, χωρίς όμως αναδρομική ισχύ. Με αυτό θα καλύπτονται και οι πολύτεκνοι συνταξιούχοι του Δημοσίου, οι οποίοι δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους, αφού θα εξαιρούνται από τις ρυθμίσεις του Ν. 2676/1999 όπως ισχύει, και δε θα αναστέλλεται σε αυτούς η καταβολή της σύνταξης.
Ωστόσο, η μη πρόβλεψη αναδρομικότητας στην έναρξη ισχύος της προτεινόμενης προς ψήφιση διάταξης, προκαλεί σοβαρό πρόβλημα σε όσους συνταξιοδοτήθηκαν μετά την ισχύ του Ν. 3865/2010 και συνέχισαν να εργάζονται. Στην περίπτωση αυτή υφίσταται ο κίνδυνος να τους ζητηθεί η επιστροφή των συντάξεων από την ημερομηνία συνταξιοδότησής τους έως την ημερομηνία που θα τεθούν σε ισχύ οι νέες διατάξεις του προαναφερθέντος νομοσχεδίου.
Ο Συνήγορος του Πολίτη, σε επιστολή του προς το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (ΓΛΚ), πρότεινε η παραπάνω τροποποίηση να έχει αναδρομική ισχύ, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αυτό. Η αρμόδια διεύθυνση του ΓΛΚ ενημέρωσε την Ανεξάρτητη Αρχή ότι η πρότασή της θα τεθεί υπόψη τής πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών κατά την τελική επεξεργασία του νομοσχεδίου.