ΔΝΤ: Παραμένουν αρνητικοί οι πολλαπλασιαστές στην Ελλάδα

"Οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές παραμένουν αρνητικοί στις περισσότερες χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα της τρόικας", τόνισε μιλώντας στο news.gr στέλεχος της Διεύθυνσης Δημοσιονομικής Πολιτικής του ΔΝΤ, ενώ παραδέχθηκε πως η αρνητική επίπτωση της δημοσιονομικής πολιτικής στην ανάπτυξη σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Κύπρος είναι πολλαπλάσια σε σχέση με κράτη που υιοθετούν ήπια δημοσιονομική προσαρμογή.

"Θα πρέπει να αποφασίσουν τα κράτη της Ευρωζώνης τη δοσολογία του φαρμάκου", τόνισε προσθέτοντας πως ειδικά υπό συνθήκες μειωμένης ή ελάχιστης ρευστότητας, κάτι που ισχύει αυτή την περίοδο στην Κύπρο, οι πολλαπλασιαστές τείνουν να είναι πολύ αρνητικοί.

Το ίδιο στέλεχος υπογράμμισε πως αν και οι επιπτώσεις της λιτότητας στην ανάπτυξη είναι ήδη γνωστές ωστόσο υπάρχουν λόγοι που ειδικά στην Ευρωζώνη η δημοσιονομική προσαρμογή δεν μπορούσε να είναι πιο ήπια και οι λόγοι αυτοί έχουν να κάνουν με τα διαθέσιμα χρήματα για τις κρατικές διασώσεις και με τον χρόνο που οι αδύναμες οικονομίες θα μπορούσαν να μην εκτός αγορών. "Ήταν και παραμένει ζήτημα ισορροπιών", τόνισε.

Σημειώνεται ότι ως δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής ορίζεται η μεταβολή του ΑΕΠ ως αποτέλεσμα μιας μοναδιαίας μεταβολής των εσόδων ή των πρωτογενών δαπανών της κυβέρνησης. Για παράδειγμα, ο πολλαπλασιαστής των πρωτογενών δαπανών της κυβέρνησης είναι 1, όταν για κάθε ένα ευρώ περιστολής των δαπανών (πχ. για την αγορά προϊόντων, υπηρεσιών ή τη μισθολογική δαπάνη) το ΑΕΠ της χώρας μειώνεται κατά 1 ευρώ (και αντίστροφα).

Ενδεικτικά, η δυνητική συσταλτική επίπτωση μιας προσαρμογής που στοχεύει σε βελτίωση της πρωτογενούς θέσης της γενικής κυβέρνησης κατά περίπου 3% εκτιμάται ότι μπορεί να ανέλθει σωρευτικά σε 1.89 ευρώ σε βάθος τριετίας (για κάθε 1 ευρώ δημοσιονομικής προσαρμογής) όταν αυτή αναμένεται να προέλθει αποκλειστικά από τη μείωση των πρωτογενών δαπανών.

Παρόλα αυτά, η εκτιμώμενη συσταλτική επίπτωση στο ΑΕΠ της χωράς εκτιμάται ότι μπορεί να είναι αρκετά μικρότερη (περίπου 0.5 ευρώ σωρευτικά σε βάθος τριετίας για κάθε 1 ευρώ δημοσιονομικής προσαρμογής) όταν η προσαρμογή αυτή στηρίζεται εξ' ολοκλήρου σε αύξηση των δημοσίων εσόδων.