Πιλοτικό σχέδιο για μελλοντικές "διασώσεις" τραπεζών αποτελεί η μέθοδος που εφαρμόστηκε στην Κύπρο, αφού αποδεικνύεται πως κινήθηκε με ακρίβεια εντός των πλαισίων σχεδίου οδηγίας που τελεί υπό διαβούλευση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και πρόκειται να ισχύσει τυπικά από την 1-1-2015.
Κεντρικό μήνυμα της οδηγίας, τα βασικά σημεία της οποίας παρουσιάζει σήμερα η "Ναυτεμπορική", είναι πως, για την εξυγίανση των τραπεζών και για τη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, στόχος θα είναι η ελαχιστοποίηση της έκθεσης των φορολογουμένων σε απώλειες, σε περίπτωση αφερεγγυότητας, αλλά το βάρος θα πέφτει στους μετόχους και στους πιστωτές, όπως συμβαίνει με όλες τις άλλες επιχειρήσεις.
Η διαδικασία εξυγίανσης θα αφήνει αλώβητες τις εγγυημένες καταθέσεις (μέχρι 100.000 ευρώ), αφήνοντας ανοιχτό το θέμα εισφοράς σε μεγαλύτερα ποσά, τις αμοιβές των εργαζομένων και τις υποχρεώσεις προς εφορία και ασφαλιστικά ταμεία.
Αναφέρει επίσης πως "σε κάθε περίπτωση, οι πιστωτές και οι μέτοχοι δεν εξοφλούνται εξ ολοκλήρου", ενώ σημειώνει πως "η πείρα από τις διάφορες τραπεζικές κρίσεις δείχνει ότι οι νόμοι περί αφερεγγυότητας δεν είναι πάντοτε κατάλληλοι για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πτώχευσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εφόσον δεν λαμβάνουν δεόντως υπόψη την ανάγκη να αποφευχθούν διαταραχές της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, να διατηρηθούν οι βασικές υπηρεσίες ή να προστατευθούν οι καταθέτες.
Ταυτόχρονα, επισημαίνει πως στόχος είναι να καταστούν οι επενδυτές και οι μέτοχοι πιο υπεύθυνοι στις επιλογές τους. Με την εξάλειψη της σιωπηρής βεβαιότητας για διάσωση των ιδρυμάτων με δημόσιους πόρους, η επιλογή της εξυγίανσης αναμένεται να ενθαρρύνει τους ανασφάλιστους πιστωτές να εκτιμούν καλύτερα τον κίνδυνο που συνδέεται με τις επενδύσεις τους", υπογραμμίζεται στο σχέδιο οδηγίας.
Σημειώνεται πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε στις 6 Ιουνίου του 2012 πρόταση οδηγίας για την Ανάκαμψη και Εξυγίανση Πιστωτικών Ιδρυμάτων, η οποία ενσωματώνει τα πορίσματα διαβουλεύσεων, που διενεργήθηκαν από το 2008, και επιχειρεί να θέσει ένα ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο για τη διαχείριση μελλοντικών κρίσεων, τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και τη μείωση του ηθικού κινδύνου. Η οδηγία έχει κατατεθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με τη διαπραγμάτευση μεταξύ των θεσμικών οργάνων να βρίσκεται σε εξέλιξη. Πρόταση της Επιτροπής είναι να έχει υιοθετηθεί και ενσωματωθεί στο εθνικό Δίκαιο των κρατών-μελών έως τα τέλη του 2014, προκειμένου να εφαρμοστεί από τον Ιανουάριο του 2015.
Απόφαση που δίχασε την Ευρώπη
Θύελλα αντιδράσεων έχει πυροδοτήσει στην Ευρωζώνη η άνευ προηγουμένου απόφαση των Ευρωπαίων να μεταφέρουν το βάρος του σχεδίου διάσωσης της Κύπρου στους καταθέτες, καθώς ήλθε να κλονίσει -περισσότερο ίσως από ποτέ- την εμπιστοσύνη στο ήδη "τραυματισμένο" από την κρίση χρηματοπιστωτικό σύστημα. Από την πρώτη στιγμή, οικονομολόγοι έκαναν λόγο για επικίνδυνη επιλογή, η οποία ενδέχεται να προκαλέσει μαζική φυγή καταθέσεων, κυρίως από τις δοκιμαζόμενες οικονομίες της περιφέρειας, αλλά και από χώρες με "φουσκωμένο" τραπεζικό τομέα, όπως το Λουξεμβούργο.
Η οδηγία καθορίζει και το πλαίσιο λειτουργίας των "εργαλείων διάσωσης" και προβλέπει τα ακόλουθα:
Πώληση δραστηριοτήτων
Τα κράτη-μέλη μεριμνούν ώστε οι Αρχές εξυγίανσης να διαθέτουν την εξουσία να μεταβιβάζουν σε έναν αγοραστή, που δεν είναι μεταβατικό ίδρυμα, τα εξής:
α) Μετοχές ή άλλα μέσα ιδιοκτησίας ενός ιδρύματος υπό εξυγίανση.
β) Ολα ή συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις ενός ιδρύματος υπό εξυγίανση.
γ) Κάθε συνδυασμό ορισμένων ή όλων των περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων ενός ιδρύματος υπό εξυγίανση.
Η μεταβίβαση πραγματοποιείται χωρίς να δίδεται η συγκατάθεση των μετόχων του ιδρύματος υπό εξυγίανση ή οποιουδήποτε τρίτου μέρους πλην του αγοραστή, και χωρίς να τηρούνται οι όποιες διαδικαστικές απαιτήσεις βάσει του δικαίου των εταιρειών ή των τίτλων, που θα εφαρμόζονταν διαφορετικά.
Η μεταβίβαση πραγματοποιείται με εμπορικούς όρους, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων, και σύμφωνα με τους κανόνες της Ενωσης σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις. Στην περίπτωση μεταβίβασης εν μέρει των περιουσιακών στοιχείων του ιδρύματος, το όποιο προϊόν από τη μεταβίβαση είναι προς όφελος του ιδρύματος υπό εξυγίανση.
Σε περίπτωση που μεταβιβάζονται όλες οι μετοχές ή άλλα μέσα ιδιοκτησίας ή σε περίπτωση που μεταβιβάζονται όλα τα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα και υποχρεώσεις του ιδρύματος, το όποιο προϊόν από τη μεταβίβαση είναι προς όφελος των μετόχων του ιδρύματος υπό εξυγίανση, οι οποίοι έχουν στερηθεί τα δικαιώματά τους. Τα κράτη-μέλη υπολογίζουν το ποσό που εισπράχθηκε, μετά την αφαίρεση των εξόδων, διοικητικής ή άλλης φύσεως, που προέκυψαν στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένου του κόστους και των εξόδων που καταβλήθηκαν από τις χρηματοδοτικές ρυθμίσεις.
Οι Αρχές εξυγίανσης λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο ώστε να εξασφαλίσουν εμπορικούς όρους για τη μεταβίβαση, ενώ θα μπορούν να ασκούν την εξουσία μεταβίβασης περισσότερο από μία φορά, προκειμένου να πραγματοποιούν συμπληρωματικές μεταβιβάσεις μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας κ.λπ. περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων του ιδρύματος υπό εξυγίανση. Οι μέτοχοι ή οι πιστωτές του ιδρύματος υπό εξυγίανση και άλλα τρίτα μέρη των οποίων τα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις δεν μεταβιβάζονται, δεν έχουν δικαιώματα, άμεσα ή έμμεσα, επί των μεταβιβαζόμενων περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων.
Προκειμένου να θέσουν σε εφαρμογή το εργαλείο διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων, τα κράτη-μέλη μεριμνούν ώστε οι Αρχές εξυγίανσης να διαθέτουν την εξουσία να μεταβιβάζουν περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις ενός ιδρύματος υπό εξυγίανση σε φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων. Για τους σκοπούς του εργαλείου διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων, ένας φορέας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων είναι μια νομική οντότητα που ανήκει εξ ολοκλήρου σε μία ή περισσότερες δημόσιες Αρχές, μεταξύ των οποίων μπορεί να συγκαταλέγεται η Αρχή εξυγίανσης. Η Αρχή εξυγίανσης διορίζει διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων προκειμένου να διαχειριστούν τα περιουσιακά στοιχεία που μεταβιβάστηκαν στο φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, με προοπτική τη μεγιστοποίηση της αξίας τους μέσω ενδεχόμενης πώλησης, ή διαφορετικά να διασφαλίσουν την εκκαθάριση της επιχείρησης με συντεταγμένο τρόπο.
Οταν εφαρμόζουν το εργαλείο διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων, οι Αρχές εξυγίανσης προσδιορίζουν το αντάλλαγμα έναντι του οποίου μεταβιβάζονται τα περιουσιακά στοιχεία στο φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τις αρχές και το πλαίσιο της Ενωσης σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις.
Οι μέτοχοι ή οι πιστωτές του ιδρύματος υπό εξυγίανση και άλλα τρίτα μέρη των οποίων τα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις δεν μεταβιβάζονται στο φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, δεν έχουν δικαιώματα, άμεσα ή έμμεσα, επί του φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, της περιουσίας του ή των διαχειριστών του.
Διάσωση με ίδια μέσα
Πρόκειται για το πιο ενδιαφέρον σημείο του σχεδίου οδηγίας, δεδομένου ότι προβλέπει σχεδόν όσα εφαρμόστηκαν στην Κύπρο.
Το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα θα δίνει στις Αρχές εξυγίανσης την εξουσία να απομειώνουν τις απαιτήσεις των μη εξασφαλισμένων πιστωτών ενός ιδρύματος που βρίσκεται στο σημείο της πτώχευσης και να μετατρέπουν τις χρεωστικές απαιτήσεις σε μετοχικό κεφάλαιο. Το εργαλείο μπορεί να χρησιμοποιείται για την ανακεφαλαιοποίηση ενός ιδρύματος που βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή κινδυνεύει να πτωχεύσει, παρέχοντας τη δυνατότητα στις Αρχές να το αναδιαρθρώνουν μέσω της διαδικασίας εξυγίανσης και να αποκαθιστούν τη βιωσιμότητά του, έπειτα από αναδιοργάνωση και αναδιάρθρωση.
Προκειμένου να εφαρμοστεί το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, είναι αναγκαίο να μπορούν να διασφαλίζουν οι Αρχές εξυγίανσης ότι τα ιδρύματα θα διαθέτουν στον ισολογισμό τους επαρκές ποσό υποχρεώσεων που μπορούν να υπόκεινται στις εξουσίες διάσωσης με ίδια μέσα. Για παράδειγμα, ένα κατάλληλο ποσοστό συνολικών υποχρεώσεων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για διάσωση με ίδια μέσα μπορεί να ισούται με το 10% των συνολικών υποχρεώσεων (εξαιρουμένων των υποχρεωτικών κεφαλαίων).
Σύσταση στους δικαστές
Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τις Αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο, αναφέρει η οδηγία, αλλά "προκειμένου να προστατεύονται τρίτα μέρη τα οποία έχουν αγοράσει περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα και υποχρεώσεις του ιδρύματος υπό εξυγίανση, δυνάμει της άσκησης των εξουσιών εξυγίανσης από τις Αρχές, και προκειμένου να διασφαλίζεται η σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, ο δικαστικός έλεγχος δεν θα πρέπει να επηρεάζει την όποια διοικητική πράξη ή/και πραγματοποιηθείσα συναλλαγή, με βάση την ακυρωθείσα απόφαση. Επομένως, τα ένδικα μέσα που μπορούν να ασκηθούν κατά καταχρηστικής απόφασης θα πρέπει να περιορίζονται στην επιδίκαση αποζημίωσης για τις ζημίες που υπέστησαν τα θιγόμενα πρόσωπα". Προσθέτει, επίσης, πως "είναι αναγκαίο να αποφεύγεται η κίνηση ή η συνέχιση άλλων δικαστικών προσφυγών όσον αφορά μια τράπεζα που βρίσκεται σε κατάσταση εξυγίανσης".