Θετική εξέλιξη η απόφαση του Eurogroup, όμως θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί η καθυστέρηση, σημειώνει ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στην Βουλή
«Είναι θετική εξέλιξη η απόφαση του Eurogroup, παρά το γεγονός ότι θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί η καθυστέρηση και το σημαντικό κόστος, σε όρους χρόνου, που επωμίστηκε η Οικονομία, όλους αυτούς τους μήνες», τόνισε ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στην Βουλή, καθηγητής Παναγιώτης Λιαργκόβας, κατά την ενημέρωση της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής για θέματα της αρμοδιότητάς του.
Ειδικότερα, ο κ. Λιαργκόβας, σχετικώς με τις εξελίξεις στο προχθεσινό Eurogroup, είπε πως είναι θετικό ότι επιστρέφουν τα τεχνικά κλιμάκια και ξεκινούν οι συζητήσεις. «Βέβαια», όπως προσέθεσε, στην συμφωνία αυτή δεν διασφαλίστηκε η ποσοτική χαλάρωση, ούτε τα μέτρα για το χρέος, αλλά εκτίμησε ότι οι πιστωτές θα βρουν τις κατάλληλες δεσμεύσεις και θα κάνουν ό,τι χρειαστεί για να στηρίξουν την βιωσιμότητα του χρέους, ώστε να αξιοποιηθεί η ποσοτική χαλάρωση.
Επίσης, εξήγησε ότι η συμφωνία δίνει την ευκαιρία να αλλάξει το μείγμα της οικονομικής πολιτικής, από τα περισσότερα δημοσιονομικά μέτρα, σε αυτά που και οι δανειστές ονομάζουν «περισσότερα διαρθρωτικά μέτρα».
Ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, σημείωσε ότι υπάρχει χώρος για την βελτίωση, τόσο στην πλευρά της φορολογίας, όσο και στο μέτωπο των δαπανών. «Αν ρυθμιστεί σωστά η συμφωνία, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι αναπτυξιακά, καθώς στο σημείο που έχουμε φτάσει, τα περισσότερα φορολογικά μέτρα δημιουργούν πίεση στο ΑΕΠ και απώλειες εσόδων, λόγω εξάντλησης της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών», είπε.
Ωστόσο, υπογράμμισε ότι ο δρόμος μέχρι την τελική συμφωνία είναι μακρύς και -αυτή τη στιγμή- ασαφής, καθώς περιλαμβάνει την επίλυση μιας δύσκολης εξίσωσης με τουλάχιστον μέχρι πέντε αγνώστους. Ως τους άγνωστους παράγοντες, ο κ. Λιαργκόβας απαρίθμησε: το ακριβές περιεχόμενο των νέων μέτρων (που θα το μάθουμε, όπως εκτίμησε, τις επόμενες μέρες), την αξία τους, τις ρήτρες ενεργοποίησης των αντίμετρων, τις αποφάσεις για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τις αποφάσεις για το χρέος.
Τόνισε ακόμα πως η ευθύνη των αποφάσεων για τον χρόνο και τον τρόπο υλοποίησης βρίσκεται στα χέρια της κυβέρνησης, το μεγάλο δε στοίχημα που έχει μπροστά της, είναι να καλύψει το χαμένο έδαφος και την παράταση της αβεβαιότητας με μεγάλη ταχύτητα. «Σε μια τέτοια περίπτωση, τα οφέλη από το κλείσιμο της αξιολόγησης θα είναι πολλά» δήλωσε ο καθηγητής και παρέπεμψε στην τελευταία έκθεση του Γραφείου, στην οποία περιλαμβάνονται λεπτομερείς αναφορές για τα θετικά αποτελέσματα, εφόσον η Οικονομία εισέλθει στον ενάρετο κύκλο.
Αναφορικά με την τρίτη αξιολόγηση, ο κ. Λιαργκόβας είπε πως αν ερμηνεύσουμε το τρίτο μνημόνιο κατά γράμμα και μετά τις καθυστερήσεις των προηγούμενων αξιολογήσεων, θα πρέπει αυτή να τελειώσει σε ασφυκτικά σύντομο χρονικό διάστημα. «Αυτό σημαίνει πιθανόν, ότι ο πολιτικός χρόνος για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης, εφόσον όλα εξελιχθούν ομαλά -με ένα καλό σενάριο- θα είναι σαφώς πιο περιορισμένος σε σχέση με τον πολιτικό χρόνο των προηγούμενων δύο αξιολογήσεων» συμπλήρωσε.
Επίσης, όπως επισήμανε, η επόμενη αξιολόγηση περιλαμβάνει (πέραν των τυχόν εκκρεμοτήτων - πχ στα θέματα της Ενέργειας, την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ και τις ιδιωτικοποιήσεις) αρκετά σημαντικά ζητήματα, όπως είναι: νέες ιδιωτικοποιήσεις (οι οποίες το 2017 θα πρέπει να αποφέρουν 0,8 δισ.) περαιτέρω ρυθμίσεις στο Ασφαλιστικό, κατάρτιση νέου κώδικα φορολογίας για να απλουστευθεί ο σημερινός, και άλλα. «Πιθανόν μάλιστα οι δυσκολίες εκπλήρωσης των ελληνικών δεσμεύσεων στην τρίτη αξιολόγηση να είναι μεγαλύτερες, καθώς θα εισέλθουμε στο όγδοο έτος δοκιμασίας και λιτότητας της ελληνικής οικονομίας» κατέληξε.
Πάντως, ο κ. Λιαργκόβας είπε ότι «δεν υποτιμούμε καθόλου τα θετικά βήματα που έχουν γίνει» στο επίπεδο των μεταρρυθμίσεων, αλλά παρατήρησε ότι οι εγχώριοι παράγοντες ανάσχεσης των μεταρρυθμίσεων παραμένουν ενεργοί σε πολλούς μεταρρυθμιστικούς τομείς, όπου η κατάσταση είναι πράγματι ασαφής.
Εξήγησε ότι ναι μεν ψηφίστηκαν πολυνομοσχέδια με αλλαγές, αλλά οι εκκρεμότητες είναι μεγάλες και επιβαρύνουν τις σχέσεις με τους θεσμούς. «Ουσιαστικά, στην πράξη διακυβεύεται η συνολική ισορροπία του προγράμματος. Δεν έχει γίνει σαφές πόσο καθυστερήσεις, αδράνειες και αντιφάσεις στο μέτωπο υλοποίησης των δεσμεύσεων του μνημονίου, αλλά και η χαμηλή εμπιστοσύνη που υπάρχει στη χώρα μας -όπως δείχνουν όλοι οι δείκτες- δεν αφήνουν την ελληνική οικονομία να προχωρήσει» σημείωσε ο κ. Λιαργκόβας.
Ο καθηγητής Π. Καζάκος, παίρνοντας τον λόγο με την σειρά του, είπε ότι παρά το γεγονός ότι είναι ακόμα ασαφές το τι ακριβώς έχουμε συμφωνήσει, το προχθεσινό Eurogroup μείωσε την αβεβαιότητα για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, που σημαίνει και αβεβαιότητα για την οικονομική πολιτική. «Δεν την εξάλειψε όμως, κι όπως ξέρουμε η αβεβαιότητα αποτρέπει επενδύσεις και εμποδίζει τελικά την ανάκαμψη της Οικονομίας», ανέφερε.
Ο κ. Καζάκος επίσης είπε ότι είναι θετικό σημάδι ότι το 2016 είχαμε οριακή ανάπτυξη και η ελπίδα υπάρχει για το 2017 και το 2018. Αλλά σημείωσε ότι το ερώτημα είναι αν θα είναι πρόσκαιρη αυτή η ανάπτυξη ή αν θα είναι διαρκής, αν δηλαδή θα έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις για να έχουμε διατηρήσιμη ανάπτυξη στο μέλλον.