Η εμπλοκή του ΔΝΤ στην Ελλάδα έχει υπάρξει μία απόλυτη καταστροφή και ήταν εξαρχήε μια λανθασμένη απόφαση, υποστηρίζει ο Ασόκα Μόντι
“Η εμπλοκή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ελλάδα έχει υπάρξει μία απόλυτη καταστροφή: Ξανά και ξανά, η αποτυχία του να πάρει κρίσιμα μαθήματα έχει προκαλέσει πόνο στους Έλληνες. Όταν τα μέλη του ΔΣ του Ταμείου συνεδριάσουν τη Δευτέρα, θα έπρεπε να συμφωνήσουν να χαρίσουν τα χρέη της χώρας και να φύγουν”.
Δεν το λέει κάποιο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ ή κάποιος Ευρωπαίος αξιωματούχος, αλλά ο Ασόκα Μόντι, πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του ΔΝΤ, που σε άρθρο του στο Bloomberg υποστηρίζει πως η εμπλοκή του Ταμείου στην Ελλάδα ήταν από την αρχή μία λανθασμένη απόφαση.
Όπως σημειώνει ο Μόντι, οι Ευρωπαίοι ηγέτες εξαρχής δεν ήθελαν το ΔΝΤ στην Ελλάδα, φοβούμενοι ότι η παρουσία του σε μία χώρα της ευρωζώνης θα έβγαζε μία αρνητική εικόνα για την κατάσταση στη νομισματική ένωση, όμως η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ επέμενε στην παρουσία του, προκειμένου να πειστούν οι Γερμανοί πολίτες ότι η βοήθεια προς την Ελλάδα θα απέδιδε καρπούς και δεν θα ήταν “χαμένα λεφτά”. Και με δεδομένη την επιθυμία του τότε επικεφαλής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος-Καν, να βγάλει το Ταμείο από την “αφάνεια”, ουσιαστικά το ΔΝΤ έγινε “το εργαλείο της Γερμανίας στην Ελλάδα”, σύμφωνα με τον Μόντι.
Το τεράστιο λάθος του Ταμείου, κατά τον ίδιο, ήταν ότι συμφώνησε στην κατάρτιση ενός προγράμματος διάσωσης που, αντίθετα με τους κανονισμούς του ΔΝΤ, δεν επέβαλλε καμία απώλεια στους ιδιώτες πιστωτές της Ελλάδας, με το επιχείρημα ότι αυτό θα μπορούσε να πυροδοτήσει μία παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
“Έτσι, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και το ΔΝΤ δάνεισαν στην Ελλάδα ένα μεγάλο ποσό για να αποπληρώσει τους υπάρχοντες δανειστές της. Το χρέος της Ελλάδας παρέμεινε απαράλλαχτο και επονείδιστο, και οι πιο ευάλωτοι Έλληνες αναγκάστηκαν να αποδεχθούν αυστηρή λιτότητα για να αποπληρώσουν τους νέους επίσημους δανειστές της χώρας. Η οικονομία, γρήγορα και προβλέψιμα, πήρε την κάτω βόλτα”, εξηγεί.
Και μολονότι το ΔΝΤ παραδέχθηκε αργότερα ότι το πρόγραμμα ήταν γεμάτο λάθη, ποτέ δεν ανέλαβε την ευθύνη, αλλά αντίθετα απαίτησε ακόμα περισσότερη λιτότητα το 2014, με τους Έλληνες να “επαναστατούν”, κατά τον ίδιο, και να στέλνουν στην εξουσία τον ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός που “απλά έκανε τις απαιτήσεις του ΔΝΤ ακόμα πιο επίμονες”.
Το κορυφαίο στάδιο παράνοιας ήρθε στα μέσα του 2015, αναφέρει και εξηγεί: “Το ΔΝΤ έβγαλε μία έκθεση που ανέφερε απλά ότι με βάση τις τελευταίες προτάσεις λιτότητας της Ευρώπης, η Ελλάδα θα χρειαζόταν ένα θαύμα για να αποπληρώσει τα χρέη της. Τότε, η έρευνα του ΔΝΤ έδειχνε ότι η καλύτερη πορεία θα ήταν να χαριστεί το χρέος και να εγκαταλειφθεί η περαιτέρω δημοσιονομική λιτότητα. Αυτό θα επέτρεπε στη χώρα κάποια ελευθερία για να αναπτυχθεί ξανά και ενδεχομένως να προσελκύσει ακόμα και νέες επενδύσεις. Και όταν αυτή η διαδικασία θα ήταν σε εξέλιξη, η Ελλάδα θα ήταν ελεύθερη από τους επίσημους δανειστές της και θα βασιζόταν και πάλι στους ιδιώτες επενδυτές”.
Έκτοτε, παρατηρεί ο Μόντι, το ΔΝΤ κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, ζητώντας επιτακτικά από τους Ευρωπαίους να προχωρήσουν σε διαγραφή σημαντικού μέρους του ελληνικού χρέους, όμως η Γερμανία αντιδρά στο αίτημα αυτό, με αποτέλεσμα η λιτότητα να συνεχίζεται, αποτρέποντας την οικονομική ανάπτυξη και προκαλώντας περαιτέρω αύξηση του χρέους.
“Αυτή η στρατηγική είναι εντελώς απερίσκεπτη. Οι Έλληνες έχουν υποστεί άδικο πόνο. Αυτοί που μπορούν να φύγουν το κάνουν, με την προοπτική μίας γερασμένης και απελπισμένης χώρας να είναι απειλητική. Κάθε μέρα που περνά, οι πιθανότητες να δουν τα χρήματά τους μειώνονται. Οι επενδυτές ανεβάζουν και πάλι τις αποδόσεις στα ελληνικά ομόλογα, φοβούμενοι σωστά ότι είμαστε σε ένα ακόμα αδιέξοδο”, υποστηρίζει ο Μόντι, που αναφέρει συμπερασματικά ότι αυτό το θρίλερ δεν θα τελειώσει αν το ΔΝΤ δεν επιβάλει τη θέση του.
“Ένα απλό mea culpa δεν είναι αρκετό: η πραγματική ευθύνη απαιτεί να αποδεχθούν προς τιμήν τους οι μέτοχοι του ΔΝΤ πραγματικές απώλειες. Αυτό σημαίνει να διαγράψουν τα χρέη της χώρας στο Ταμείο και να αφήσουν τους Έλληνες και τους Ευρωπαίους να αναζητήσουν τη δική τους λύση σε αυτό το χάος. Αν το ΔΝΤ παραμείνει, θα καταφέρει μόνο να βλάψει ακόμα περισσότερο την αξιοπιστία του”, καταλήγει.