Σχεδόν τα δύο τρίτα των προαπαιτούμενων παραμένουν σε εκκρεμότητα, παραδέχεται η κυβέρνηση σε έγγραφό της προς τους θεσμούς που επικαλείται το πρακτορείο
Σχεδόν τα δύο τρίτα των προαπαιτούμενων για την εκταμίευση της επόμενης δόσης του ελληνικού προγράμματος παραμένουν σε εκκρεμότητα, όπως παραδέχεται η κυβέρνηση σε έγγραφο που συζητήθηκε μεταξύ του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου και εκπροσώπων των δανειστών την περασμένη εβδομάδα στις Βρυξέλλες, σύμφωνα με πηγές με γνώση των συζητήσεων που επικαλείται το πρακτορείο Bloomberg.
Όπως ανέφερε ένας τρίτος αξιωματούχος, αν και το έγγραφι παρέθετε μία σειρά δεσμεύσεων από την πλευρά της κυβέρνησης προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλα τα συμφωνηθέντα θα υλοποιηθούν, οι δανειστές έκριναν ότι οι προτάσεις αυτές δεν είναι επαρκείς. Οι πηγές του Bloomberg ζήτησαν να παραμείνουν ανώνυμες, καθώς το εν λόγω έγγραφο δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα.
Πρόκειται πιθανότατα για την επιστολή της κυβέρνησης προς τους θεσμούς με την οποία, όπως αναφέρει το Bloomberg, δεσμεύεται για πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 3% του ΑΕΠ για πέντε χρόνια, που θα μειωθεί σε 2,5% για τα επόμενα πέντε χρόνια (2024-2028), και 2,3% από το 2029 και μετά. Πρόκειται για επίπεδα χαμηλότερα από αυτά που προβλέπει το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά υψηλότερα από αυτά που προτείνει το ΔΝΤ.
Εν τω μεταξύ, η απόδοση των ελληνικών ομολόγων αυξήθηκε σήμερα, μετά τους τελευταίους ισχυρισμούς του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για την «εκρηκτική» δυναμική του χρέους της χώρας, αναφέρει δημοσίευμα των Financial Times.
Η απόδοση των 10ετών ομολόγων του ελληνικού δημοσίου αυξήθηκε σήμερα κατά 20 μονάδες βάσης στο 7,3% και οι τίτλοι αυτοί καταγράφουν τις μεγαλύτερες πωλήσεις μετά το προσωρινό πάγωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους τον Δεκέμβριο.
Όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, η τελευταία ετήσια έκθεση του Ταμείου για την Ελλάδα προκαλεί πρόσθετες αμφιβολίες για τη συνέχιση της παρουσίας του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Τι απαιτεί το ΔΝΤ
Με μια απόρρητη έκθεση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θέτει προς την Ελλάδα αλλά και την ΕΕ τους όρους του προκειμένου να συμμετάσχει στο τρίτο πρόγραμμα στήριξης της Ελλάδας. Σε ένα εκτενές κείμενο 38 σελίδων, το Ταμείο απαιτεί μια ευρεία δέσμη μεταρρυθμίσεων σε αγορές προϊόντων, υπηρεσιών, τα εργασιακά και τα κλειστά επαγγέλματα. Μαζί με την έκθεση του άρθρου 4 για την Ελλάδα αναμένεται να συζητηθούν στο επόμενο διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου στις αρχές Φεβρουαρίου.
Σύμφωνα με την «Καθημερινή της Κυριακής», που παρουσίασε σημεία της έκθεσης, σκοπός του Ταμείου είναι να αξιολογήσει το δεύτερο πρόγραμμα στην Ελλάδα (2012-2016). Η αποτίμηση της συμμετοχής του Ταμείου δεν είναι θετική στο σύνολό της, όπως αναφέρει η «Καθημερινή», ενώ στην έκθεση δίνεται μια «γεύση» για το πώς θα μπορούσε να είναι η μελλοντική συμμετοχή του Ταμείου σε ένα νέο πρόγραμμα.
Η ατζέντα που θα τεθεί στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους και την ελληνική πλευρά θα αναφέρει ότι:
-
Οι δεσμεύσεις για την ελάφρυνση του χρέους που θα το καταστήσουν βιώσιμο χρειάζεται να μπουν από την αρχή του προγράμματος και θα πρέπει να βασίζονται σε έναν ρεαλιστικό μεσοπρόθεσμο στόχο για επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος.
-
Για την οικονομική ανάκαμψη προτεραιότητα πρέπει να έχουν οι μεταρρυθμίσεις στον τραπεζικό τομέα, καθώς η καθυστέρηση της αντιμετώπισης των «κόκκινων δανείων», της δημιουργίας του θεσμικού πλαισίου για τις πτωχεύσεις και τον ορισμό των διοικήσεων των τραπεζών έχει επίπτωση στην ανάκαμψη.
-
Όταν η πολιτική βάση για τις μεταρρυθμίσεις είναι εύθραυστη και δεν υπάρχει ισχυρή κυριότητα του προγράμματος, οι προσδοκίες αλλά και η σχεδίαση του προγράμματος πρέπει να είναι πιο συντηρητικές από την αρχή. Το προσωπικό του ΔΝΤ πρέπει να αντιτάσσεται από τους Ευρωπαίους εταίρους για πιο θετικές προβλέψεις.
-
Για να προχωρήσει η ελληνική οικονομία χρειάζεται διεύρυνση της φορολογικής βάσης, ισχυρή εφαρμογή της φορολογικής βάσης, ισχυρή εφαρμογή της φορολογικής συμμόρφωσης και ανάπτυξη στοχευμένων δικτύων κοινωνικής ασφάλειας. Αυτά είναι τα σημεία που θα κάνουν τις μεταρρυθμίσεις «να έχουν μεγαλύτερη διάρκεια και να είναι περισσότερο κοινωνικά δίκαιες».
-
Η Ελλάδα πρέπει να επανεκκινήσει τις στάσιμες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αφορούν στις αγορές προϊόντων, υπηρεσιών, στα εργασιακά, και στα κλειστά επαγγέλματα ώστε να παραμείνει μέλος της Ευρωζώνης. «Κλειδί είναι η διασφάλιση ισχυρής ιδιοκτησίας του προγράμματος», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
-
Βάρος πρέπει να δοθεί στην κοινωνική δικαιοσύνη του προγράμματος. Η έκθεση υποστηρίζει πως το πρόγραμμα δεν ήταν κοινωνικά δίκαιο, παρά τις προσπάθειες του προσωπικού να το κάνει, εγείροντας ανησυχίες για την πολιτική βιωσιμότητα των μέτρων που πάρθηκαν.
-
Θα ήταν σωστό να υπήρχε συγκεκριμένη διαδικασία συνεργασίας του Ταμείου με νομισματικές ενώσεις (όπως το ευρώ) όταν χρειάζεται πρόγραμμα προσαρμογής. Αυτό είναι ένα σημείο που έχει επισημανθεί και σε προηγούμενες εκθέσεις του ΔΝΤ, και τονίζεται η ανάγκη να υπάρχει μια εκ των προτέρων συμφωνία για ανταλλαγή πληροφοριών, για τις τεχνικές αναλύσεις (πολλές φορές οι θεσμοί καταλήγουν με διαφορετικά αποτελέσματα), σχεδιασμό και επικοινωνία του προγράμματος, μεταξύ άλλων. Στην έκθεση αναφέρεται ότι οι εκπρόσωποι από τους τρεις θεσμούς (ΔΝΤ, ΕΚΤ, ΕΕ) θεωρούν ότι «υπάρχει χώρος βελτίωσης της συνεργασίας τους».