Η κυβέρνηση δεν θα κάνει υποχωρήσεις αρχής στα εργασιακά και δεν θα προβεί σε νομοθέτηση νέων μέτρων λιτότητας, διαμηνύει η υπουργός Εργασίας
«Εμείς αγωνιζόμαστε σκληρά για να κλείσει το δυνατότερο σύντομα η δεύτερη αξιολόγηση, να εμπεδωθεί αυτή η εικόνα σταθερότητας της ελληνικής οικονομίας που έχει σημειωθεί μέσα στο 2016, χωρίς όμως υποχωρήσεις αρχής στα εργασιακά και χωρίς να προβούμε σε νομοθέτηση νέων μέτρων λιτότητας, για μετά το τέλος του προγράμματος. Αυτές είναι οι δύο βασικές αρχές που θέτουμε σε όλους τους τόνους και περιμένουμε από τα υπόλοιπα μέρη να αναλάβουν τις ευθύνες τους, για να κλείσει γρήγορα αυτή η αξιολόγηση».
Αυτά τόνισε η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου σε δηλώσεις που έκανε μετά το τέλος της συνάντησης που είχε σήμερα στην Πάτρα με την διοίκηση του εργατικού κέντρου και εκπροσώπους σωματείων. Επίσης, η υπουργός Εργασίας πρόσθεσε σχετικά με την δεύτερη αξιολόγηση ότι «αυτή την στιγμή αναζητούμε ένα σημείο ισορροπίας μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών», αφού, όπως τόνισε, «είναι ένα ζήτημα κεντρικό πολιτικό, δεν είναι μόνο ζήτημα ελληνικό, είναι ζήτημα ευρωπαϊκό και σε μεγάλο βαθμό και παγκόσμιο, δεδομένου ότι εξαρτάται από την θέση που θα αποφασίσει να τηρήσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο».
Όσον αφορά στο ζήτημα της αντιμετώπισης της ανεργίας, η Έφη Αχτσιόγλου είπε ότι ουσιαστική λύση θα δοθεί όσο η κατάσταση στην ελληνική οικονομία θα βελτιώνεται και συμπλήρωσε: «Αυτό φαίνεται, όταν μέσα στο 2016 έχουμε σημειώσει μικρούς ρυθμούς ανάπτυξης. Κλείσαμε μία χρονιά με το καλύτερο ισοζύγιο ροών μισθωτής απασχόλησης και φαίνεται να υπάρχει μία τάση βελτίωσης του προβλήματος. Όμως, σε καμία περίπτωση αυτό δεν μας επιτρέπει να επιχαίρουμε, δεδομένης της εξαιρετικά δεινής κατάστασης της ανεργίας σε όλη την χώρα. Νομίζω ότι πρέπει να βλέπουμε πως τα δεδομένα αρχίζουν να είναι ελαφρώς ευνοϊκότερα». Ως εκ τούτου, σημείωσε, «η ουσιαστική λύση στο πρόβλημα της ανεργίας, δίνεται με την βελτίωση της ελληνικής οικονομίας». Από εκεί και πέρα, συνέχισε η υπουργός Εργασίας, «οι κατευθύνσεις μας στο κομμάτι των πολιτικών της απασχόλησης είναι ένα έχουμε την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των πόρων, κυρίως των ευρωπαϊκών, αλλά και να προάγουμε θέσεις πλήρους απασχόλησης, με όλα τα ασφαλιστικά δικαιώματα».
Μάλιστα, όπως ανέφερε σε αυτό το σημείο, «το πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας που εφαρμόζεται σε 274 δήμους της χώρας, με προγράμματα οκτάμηνης απασχόλησης και πλήρη ασφαλιστικά δικαιώματα, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πολιτικής που ακολουθούμε στον τομέα της απασχόλησης».
Σχετικά με τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, η Έφη Αχτσιόγλου είπε ότι «οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεν είναι ένα ζήτημα ιδεοληψίας της Αριστεράς, αλλά είναι ένα ζήτημα που αφορά την ανάπτυξη, το πώς δηλαδή βλέπουμε την δίκαιη ανάπτυξη». Παράλληλα, πρόσθεσε ότι «μόνο μέσα από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, μπορεί ο πλούτος που παράγεται να κατανεμηθεί ισότιμα σε όλους τους εργαζόμενους με την μορφή του μισθού».
Ακόμη, ανέφερε ότι «οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας είναι ένα σημαντικό ζήτημα για την ελληνική κυβέρνηση και προσπαθούμε με όλες μας τις δυνάμεις να τις επαναφέρουμε».
Απαντώντας σε ερώτηση για τους ελέγχους στην αγορά εργασίας, τόνισε ότι «έχουμε ξεκινήσει την ανασυγκρότηση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, διότι η μαύρη εργασία είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα, όπως επίσης η ανασφάλιστη εργασία και η υποδηλωμένη εργασία». Ακόμη, σημείωσε ότι «κάνουμε εντατικούς ελέγχους και νομίζω ότι το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας έχει περάσει σε μία φάση περισσότερο εντατική και περισσότερο δημιουργική και αυτό φαίνεται και από τους ελέγχους που γίνονται και τα πρόστιμα που επιβάλλονται».
Όπως είπε σε αυτό το σημείο, «με τους ελέγχους που έγιναν λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, πάρα πολλοί εργαζόμενοι έλαβαν τελικά το δώρο, που υπό συνθήκες εργοδοτικής αυθαιρεσίας δεν το λάμβαναν». Όπως ανακοίνωσε η Έφη Αχτσιόγλου, «στο επόμενο διάστημα θα προχωρήσουμε σε μία δέσμη μέτρων που θα περάσει και από την Βουλή, για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας». Προσπαθούμε, συνέχισε, «να ενισχύσουμε το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας και με προσλήψεις προσωπικού, γιατί το μεγαλύτερο πρόβλημα στην Επιθεώρηση Εργασίας είναι η υποστελέχωσή της».
Ακόμη ανέφερε ότι «έχουμε ένα πληροφοριακό σύστημα που μας βοηθά να κάνουμε περισσότερους στοχευμένους ελέγχους, το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή τον Ιανουάριο του 2017 και νομίζω ότι σιγά-σιγά οι εργαζόμενοι θα αρχίσουν να βλέπουν αλλαγές στην καθημερινότητά τους».
Όσον αφορά στη σημερινή συνάντησή της με την διοίκηση του εργατικού κέντρου και εκπροσώπους σωματείων, η Έφη Αχτσιόγλου είπε ότι «έχουμε ξεκινήσει ένα σύνολο συναντήσεων με τους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους σε όλη την χώρα και θα προσπαθήσουμε να το εντατικοποιήσουμε το επόμενο διάστημα σε όλες τις περιφέρειες.
Θέλοντας να τονίσει τη σημασία που έχει για το υπουργείο η αδιαμεσολάβητη επαφή με τους εργαζομένους, η κ. Αχτσιόγλου, μεταξύ άλλων, είπε: «Θέλω να πληροφορείστε από εμένα τις όποιες εξελίξεις έχουμε» αναφορικά με τα εργασιακά.
Ως υπουργείο Εργασίας, συνέχισε η Έφη Αχτσιόγλου, «στις επαφές αυτές ξεκαθαρίζουμε και κοινοποιούμε την θέση της κυβέρνησης στην διαπραγμάτευση και στην εν εξελίξει δεύτερη αξιολόγηση, ιδίως στο κομμάτι των εργασιακών, και στη συνέχεια ακούμε και συζητάμε με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, τα ειδικότερα ζητήματα που αντιμετωπίζουν».
Όσον αφορά στο αποτέλεσμα της συνάντησης, η Έφη Αχτσιόγλου είπε ότι «είχαμε μια εξαιρετικά παραγωγική συνάντηση, καταγράψαμε ειδικότερα θέματα και νομίζω ότι μέσα από την συντονισμένη επικοινωνία και τις συντονισμένες προσπάθειες, το επόμενο διάστημα θα αρχίσουμε να δίνουμε λύσεις σε προβλήματα που μπορεί να μοιάζουν μικρά, αλλά στην πραγματικότητα αφορούν άμεσα τις ζωές των ανθρώπων».