Στα 9,7 δισ. ευρώ διαμορφώνονται οι συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες της Εθνικής Τράπεζας, η οποία στο 9μηνο 2012 κατέγραψε ζημίες 2,45 δισ. ευρώ, λόγω αυξημένων προβλέψεων.
Ο pro-forma συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας διαμορφώθηκε στο 11,9% μετά την προκαταβολή, από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, έναντι αυξήσεως κεφαλαίου ύψους 9,7 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών (7,4 δισ. ευρώ το Μάιο και 2,3 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο).
Η Εθνική Τράπεζα κατέγραψε ζημίες 2,45 δισ. ευρώ στο 9μηνο, κυρίως λόγω της αρνητικής συνεισφοράς από μη επαναλαμβανόμενες λειτουργικές πηγές, όπως τα αρνητικά αποτελέσματα από χρηματοοικονομικές πράξεις στην Ελλάδα και οι πρόσθετες ζημίες λόγω της απομείωσης ομολόγων και δανείων που ανταλλάχθηκαν στα πλαίσια του PSI, καθώς και περαιτέρω προβλέψεις για απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου. Η τράπεζα διενήργησε προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις, σε επίπεδο Ομίλου, ύψους 1,87 δισ. ευρώ (+43% σε σχέση με το 9μηνο του 2011).
Τα καθαρά έσοδα από τόκους διαμορφώθηκαν στο 9μηνο του 2012 σε 1,42 δισ. ευρώ και ήταν μειωμένα κατά 26% σε ετήσια βάση. Οι χορηγήσεις της τράπεζας μειώθηκαν κατά 4%, στα 70,6 δισ. ευρώ, και οι καταθέσεις σημείωσαν υποχώρηση 8% στα 55,7 δισ. ευρώ. Το ύψος των δανείων σε καθυστέρηση του Ομίλου ως προς το σύνολο των χορηγήσεων διαμορφώθηκε στο 18%. Ειδικότερα, στην Ελλάδα, το ποσοστό ανήλθε σε 21,9% έναντι 13% στο τέλος του 2011.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα 9μηνου, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Αλέξανδρος Τουρκολιάς, αναφέρει τα εξής: "Τα αποτελέσματα εννεαμήνου 2012 του Ομίλου της ΕΤΕ επηρεάστηκαν από την έντονη ύφεση, την οικονομική αβεβαιότητα και τη συνεχιζόμενη επώδυνη προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας, με τις συνακόλουθες επιπτώσεις τόσο στην δυνατότητα αποπληρωμής των φυσικών και νομικών προσώπων, όσο και στην σημαντική απομείωση των στοιχείων του ενεργητικού, προερχόμενα από το ελληνικό Δημόσιο. Σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον, οι προσπάθειές μας εστιάστηκαν στη θωράκιση του ενεργητικού, μέσω της διενέργειας προβλέψεων ύψους περίπου 1,9 δισ. ευρώ στο εννεάμηνο, εκ των οποίων 1,5 δισ. ευρώ στην Ελλάδα, στην προάσπιση των βασικών πηγών ρευστότητάς μας αλλά και στον περιορισμό των λειτουργικών δαπανών, αποφέροντας μείωση κατά 7% στην Ελλάδα και κατά 10% στη ΝΑ Ευρώπη.
Στο επίκεντρο των τρεχουσών εξελίξεων βρίσκεται το ζήτημα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών μετά το PSI. Το πλαίσιο ανακεφαλαιοποίησης αφήνει περιθώρια για τη διατήρηση του ιδιωτικού χαρακτήρα των τραπεζών. Απαιτεί όμως την ύπαρξη επαρκών κινήτρων για την επιτυχή άντληση σημαντικού ύψους ιδιωτικών κεφαλαίων σε μια ομολογουμένως βελτιωμένη αλλά ακόμη εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία.
Καταλυτικό ρόλο στη δημιουργία ενός πιο αισιόδοξου κλίματος έπαιξε η επιτευχθείσα συμφωνία του Δεκεμβρίου με την Τρόικα, και προς τούτο το αποτέλεσμα και συνεπείς στη θέση μας ότι η αποκατάσταση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους συμβάλλει στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης προς την οικονομία, στην άρση της αβεβαιότητας και στην ταχύτερη έξοδο από την κρίση, η Εθνική Τράπεζα συμμετείχε στην επαναγορά ομολόγων από το Ελληνικό Δημόσιο, προσφέροντας το σύνολο των τίτλων που κατείχε.
Τα επόμενα τρίμηνα η ΕΤΕ θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, μεταξύ άλλων την επικείμενη συγχώνευση με την Eurobank. Η Εθνική Τράπεζα, προχωρώντας στην απόκτηση των μετοχών της Eurobank, κάνει σήμερα αποφασιστικά βήματα και συμμετέχει ενεργά στο μετασχηματισμό του ελληνικού τραπεζικού χάρτη. Ισχυρή πεποίθησή μας είναι ότι η συγχώνευση με ένα από τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας συμπληρώνει την επιχειρηματική δραστηριότητα του Ομίλου, ισχυροποιεί την εγχώρια και διεθνή θέση του και συντελεί στην αποδοτικότερη λειτουργία και τη σταθερότητα του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Η απόφαση του Eurogroup, για την εκταμίευση της χρηματοδότησης προς την Ελλάδα, δηλώνει έμπρακτα πλέον τη δέσμευση των ευρωπαίων εταίρων μας για τη στήριξη της προοπτικής της χώρας εντός της ευρωζώνης και την πεποίθηση ότι το ελληνικό χρέος έχει καταστεί βιώσιμο. Η προσήλωση της Ελλάδας στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων, σε συνδυασμό με την πρωτοφανούς ύψους εισροή ρευστότητας, θα δώσει προοπτική στην οικονομία και θα στηρίξει καθοριστικά την αναπτυξιακή προσπάθεια".