"Η εξέλιξη αυτή δεν αρκεί για να ταυτοποιήσει την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας", υποστηρίζει ο Σύνδεσμος
Για αύξηση των θέσεων πλήρους απασχόλησης και μείωση της ανεργίας τους τελευταίους μήνες κάνει λόγο η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας, αρμόδια για την καταπολέμηση της ανεργίας, Ράνια Αντωνοπούλου, επικαλούμενη τα νέα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την ανεργία, ωστόσο διαφορετική άποψη έχει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), που στο εβδομαδιαίο του δελτίο για την πορεία της οικονομίας κάνει λόγο για συγκυριακή μείωση της ανεργίας.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας, στο 23,1% υποχώρησε το ποσοστό της ανεργίας το β' τρίμηνο του 2016, έναντι 24,9% το β' τρίμηνο του 2015 και 26,5% το αντίστοιχο διάστημα του 2014. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, οι οποίες βασίζονται στην τριμηνιαία έρευνα του εργατικού δυναμικού, οι απασχολούμενοι το β' τρίμηνο αυξήθηκαν κατά περίπου 200.000 σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2015.
«Για ακόμη μία φορά, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ καταγράφουν πτώση της ανεργίας, διαψεύδοντας την καταστροφολογική ρητορική της αντιπολίτευσης περί δήθεν εκτόξευσης της ανεργίας επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ», τονίζει η κ. Αντωνοπούλου. «Παραμένουμε προσηλωμένοι στους στρατηγικούς μας στόχους, τη σταδιακή μείωση της ανεργίας, αλλά και τη δημιουργία συνθηκών για πλήρη, σταθερή και αξιοπρεπή απασχόληση. Αξίζει να σημειωθεί, ότι μέσα σε ένα δύσκολο περιβάλλον, τους τελευταίους επτά μήνες, οι θέσεις πλήρους απασχόλησης αυξήθηκαν κατά 4% (από 44% στο 48%) και, αντίστοιχα, μειώθηκαν οι θέσεις εκ περιτροπής και μερικής απασχόλησης», σημειώνει.
Από την πλευρά του, ο ΣΕΒ υποστηρίζει πως η μείωση αυτή της ανεργίας «αποτυπώνει την επίδραση της αύξησης του τουρισμού κυρίως λόγω γεωπολιτικών εξελίξεων με δεδομένη τη βελτίωση του ανταγωνισμού, της δημιουργίας ευκαιριακών και χωρίς προοπτική θέσεων εργασίας στο δημόσιο τομέα, και τέλος της μείωσης του εργατικού δυναμικού λόγω μετανάστευσης και χρόνιας αποθάρρυνσης των ατόμων που ψάχνουν για δουλειά».
Συνεπώς, όπως αναφέρει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο για την πορεία της οικονομίας, «η εξέλιξη αυτή δεν αρκεί για να ταυτοποιήσει την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο ενός προτύπου ανταγωνιστικής ανάπτυξης και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να υπερεκτιμάται. Πόσω δε μάλλον όταν η έξοδος από την ενεργό υπηρεσία οδηγεί σε ένα συνταξιοδοτικό καθεστώς χαμηλών αποδοχών. Οι αφίξεις τουριστών, πάντως, δεν μπορούν ενδεχομένως να συνεχίσουν να αυξάνουν με τον ίδιο ρυθμό όπως τα τελευταία χρόνια και οι επισκέπτες να τυγχάνουν ικανοποιητικής εξυπηρέτησης χωρίς επέκταση της προσφοράς υποδομών. Επίσης, το Δημόσιο δεν μπορεί να αυξάνει την απασχόληση κατά το δοκούν λόγω περιοριστικών δημοσιονομικών στόχων».
Τέλος, «το εργατικό δυναμικό δεν νοείται να συνεχίσει να συρρικνώνεται μέσω της μετανάστευσης στο εξωτερικό και της εξόδου από την αγορά εργασίας χωρίς μόνιμη βλάβη στις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης. Ως εκ τούτου, η διατηρήσιμη αύξηση της σταθερής απασχόλησης παραμένει ζητούμενο υψίστης προτεραιότητας. Όσοι πιστεύουν ότι η ανεργία θα συνεχίσει να μειώνεται από μόνη της, και σε αναντιστοιχία με την υφεσιακή πορεία μιας υπερφορολογούμενης ιδιωτικής οικονομίας, θα εκπλαγούν δυσάρεστα. Επείγει ο τερματισμός της ασκούμενης αδιέξοδης και ατελέσφορης οικονομικής πολιτικής, που αποθαρρύνει την δημιουργία μόνιμων θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα».
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, «χωρίς πραγματική αύξηση της απασχόλησης μέσω ιδιωτικών επενδύσεων, και χωρίς μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας των επιχειρήσεων, τα προβλήματα ανεργίας θα ενταθούν, με τους νέους να μην μπορούν να αξιοποιήσουν τα προσόντα τους και να δημιουργήσουν οικογένειες στον τόπο τους, με την ζημιά για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας να είναι ανυπολόγιστη».