Πως θα γίνει η καταβολή των δόσεων
Σε συμφωνία για την καταβολή στην Ελλάδα μιας δόσης ύψους 10,3 δισ. ευρώ, καθώς και σε βραχυπρόθεσμα μέτρα, αλλά και σε έναν «οδικό χάρτη» για την ελάφρυνση του χρέους, κατέληξε η μαραθώνια συνεδρίαση του Eurogroup.
Πως θα γίνει η καταβολή των δόσεων
Ειδικότερα, η δόση θα κατανεμηθεί σε δύο υποδόσεις, μια ύψους 7,5 δισ. ευρώ και μια ύψους 2,8 δισ. ευρώ.
Η πρώτη υποδόση θα εκταμιευθεί τον Ιούνιο, προκειμένου να καλυφθούν οι υποχρεώσεις της χώρας κυρίως προς την ΕΚΤ (τον Ιούλιο), αλλά και προς το ΔΝΤ, καθώς και να αρχίσουν να αποπληρώνονται ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς ιδιώτες. Της εκταμίευσης της πρώτης υποδόσης θα προηγηθεί η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, η οποία περιλαμβάνει: έναν τελευταίο έλεγχο από τους θεσμούς στον πρόσφατο νόμο που ψηφίστηκε από τη Βουλή, καθώς και την επιβεβαίωση της πλήρους εφαρμογής των προαπαιτούμενων και συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα του Eurogroup, τις διορθώσεις της νομοθεσίας για το άνοιγμα της αγοράς πώλησης δανείων (το Euro Working Group είχε εκφράσει ενστάσεις για την εξαίρεση των δανείων με εγγύηση του Δημοσίου) και της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης (αναφορά είχε γίνει στην αναδρομικότητα επιστροφής του ΕΚΑΣ), αλλά και την ολοκλήρωση όλων των προαπαιτούμενων στο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων (π.χ. κύρωση από τη Βουλή της σύμβασης για το Ελληνικό, ή Εγνατία Οδός). Επίσης, η εκταμίευση της πρώτης υποδόσης θα πρέπει να εγκριθεί από τα εθνικά κοινοβούλια των κρατών- μελών της ευρωζώνης.
Η δεύτερη υποδόση των 2,8 δισ. ευρώ θα είναι διαθέσιμη από τον Σεπτέμβριο και τα ποσά θα εκταμιεύονται ανάλογα με την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς ιδιώτες («θα είναι αντικείμενο θετικής έκθεσης των κοινοτικών θεσμών για την εκκαθάριση των οφειλών», όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα του Eurogroup).
Σημειώνεται ότι, οι δόσεις για την περαιτέρω εξυπηρέτηση του χρέους θα σχετίζονται με ορόσημα που αφορούν στις ιδιωτικοποιήσεις, συμπεριλαμβανομένου του νέου Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων, στην εταιρική διακυβέρνηση στις τράπεζες (πιθανόν και στην αλλαγή των διοικήσεων), στη νέα πλήρως ανεξάρτητη Αρχή Εσόδων και στις παρεμβάσεις στην αγορά ενέργειας. Η αξιολόγηση των προαπαιτούμενων αυτών θα γίνει από τους θεσμούς και η επικύρωση από το από Euro Working Group και από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM).
Η εξυπηρέτηση των ληξιπρόθεσμων χρεών του δημοσίου
Σύμφωνα με παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών, ουσιαστικά δίνονται για τα ληξιπρόθεσμα χρέη του δημοσίου 3,5 δισ. ευρώ, περίπου 700 εκατ. ευρώ τον μήνα έως και τον Οκτώβριο 2016. Δηλαδή, 5 μήνες Χ 700.000 =3,5 δισ. ευρώ θα «πέσουν» στην αγορά, όπως ανέφεραν οι ίδιοι παράγοντες.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Eurogroup, έγινε πιο ήπια η φρασεολογία αναφορικά με τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Η αρχική απαίτηση να επιτυγχάνει η χώρα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ τουλάχιστον για τα επόμενα 10 έτη, άλλαξε ως εξής: «το Eurogroup τονίζει τον μεσοπρόθεσμο στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ για το 2018 και υπογραμμίζει τη σημασία μιας δημοσιονομικής πορείας σε συνάφεια με τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (ήτοι, επανεξέταση το 2018).
Ο οδικός χάρτης για τη διευθέτηση του χρέους
Σε ό,τι αφορά στη διευθέτηση του χρέους, οι παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών ανάφεραν ότι η συμφωνία εξασφάλισης της βιωσιμότητας του χρέους είναι προσαρμοσμένη στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας και εξασφαλίζει, για μακρύ χρονικό διάστημα, τη χρηματοδότηση της οικονομίας, υπό πολύ ευνοϊκούς όρους. Επίσης επισημαίνουν ότι οι συμφωνηθείσες παρεμβάσεις για το χρέος επιτυγχάνουν την έξοδο στις αγορές, μέσω της τόνωσης της επενδυτικής εμπιστοσύνης και της εξάλειψης των συνθηκών αβεβαιότητας στην οικονομία.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές συμφωνήθηκε ότι η Ελλάδα δεν θα πληρώνει πάνω από το 15% για τόκους και χρεολύσια (GDP) το μεσοπρόθεσμο χρονικό διάστημα. Στη συνέχεια ο περιορισμός αυξάνεται στο 20% του GDP.
Το ποσοστό αυτό, στο οποίο θα περιλαμβάνονται και τα έντοκα γραμμάτια, είναι χαμηλό με βάση όλους τους συγκριτικούς δείκτες για χώρες με ανάλογα οικονομικά χαρακτηριστικά. Και μειώνει αποφασιστικά τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Παράλληλα, επισήμαναν ότι ρυθμίζεται άμεσα το θέμα του χρέους.
Τα συγκεκριμένα μέτρα (βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα) για τη ρύθμιση του χρέους δημιουργούν, ανέφεραν οι συγκεκριμένοι παράγοντες, έναν σαφή «οδικό χάρτη» που εξομαλύνει τις συνθήκες ρευστότητας στην οικονομία. Ενώ, 20 δισ. ευρώ που περίσσεψαν από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, χαρακτηρίζονται ως «διαθέσιμα» για πράξεις επαναγοράς του χρέους.
Ουσιαστικά, οι Ευρωπαίοι εταίροι δεσμεύτηκαν να ξεκινήσουν άμεσα κινήσεις για ρύθμιση του χρέους και να σχεδιάσουν το «μεγάλο πακέτο» για υλοποίηση από το 2018, υπό την προϋπόθεση ότι θα εφαρμοστεί το πρόγραμμα. Από την πλευρά του, το ΔΝΤ υποχώρησε από τη σκληρή γραμμή για άμεση ελάφρυνση του χρέους (χωρίς «κούρεμα») και δεσμεύτηκε να εισηγηθεί την εκ νέου συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα εντός του 2016, εφόσον όμως προηγηθεί μια νέα ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, η οποία θα δείξει ότι αρκούν τα μέτρα από την πλευρά των Ευρωπαίων εταίρων. Σύμφωνα με τον επικεφαλής του ευρωπαϊκού σκέλους του ΔΝΤ, Πολ Τόμσεν, ο οποίος συμμετείχε στο Eurogroup, τα όποια μέτρα ληφθούν θα εφαρμοστούν μετά το τέλος του προγράμματος (Ιούλιος 2018) και υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα έχει εφαρμόσει κατά 100% το πρόγραμμα. Σε αυτήν τη φάση, θα προχωρήσουν μέτρα καλύτερης διαχείρισης του χρέους (όπως ήθελε η ευρωζώνη), ενώ υπάρχει και πρόβλεψη για δημιουργία μηχανισμού λήψης μέτρων σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Για το 2017, δόθηκε η δυνατότητα καλύτερης διαχείρισης, η οποία αφορά σε παρεμβάσεις χωρίς υψηλό κόστος και κυρίως χωρίς την προϋπόθεση έγκρισής τους από τα εθνικά κοινοβούλια της ευρωζώνης. Οι συγκεκριμένες παρεμβάσεις οδηγούν σε μείωση του κονδυλίου το 2017 για την καταβολή τόκων κατά περίπου 220 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα το πρώτο πακέτο των μέτρων (θα τεθεί σε εφαρμογή μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και έως και το τέλος του προγράμματος) θα περιλαμβάνει:
-Χαλάρωση του «προφίλ» αποπληρωμών των δανείων του EFSF (δόθηκαν κατά τα δύο πρώτα προγράμματα) βάσει των τρεχόντων σταθμισμένων ωριμάνσεων.
-Χρήση της διευρυμένης στρατηγικής χρηματοδότησης των ESM/EFSF για να μειωθεί ο κίνδυνος των επιτοκίων, χωρίς να επιβαρύνονται οικονομικά οι χώρες που συμμετείχαν αρχικά στο πρόγραμμα.
-Επιβολή ορίου στην αύξηση του επιτοκιακού περιθωρίου που αφορά στην επαναγορά χρέους του δεύτερου ελληνικού προγράμματος για το 2017.
Μετά τη λήξη του προγράμματος, θα εξεταστούν περισσότερο συγκεκριμένα μέτρα, όπως η πιθανή επαναγορά των δανείων του ΔΝΤ (χωρίς να αναφέρεται ρητώς), η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων του EFSF και η παράταση της περιόδου χάριτος για την καταβολή τόκων, καθώς και η επιβολή πλαφόν στις δαπάνες για τόκους.