Πώς συνδέει τις αποκαλύψεις του WikiLeaks με τη συζήτηση για το χρέος ο διάσημος οικονομολόγος
Οι αποκαλύψεις του WikiLeaks με διαλόγους στελεχών του ΔΝΤ έχει οδηγήσει σε πολλές αντεγκλήσεις και μία φαινομενική αγανάκτηση, όμως από οικονομική άποψη, η ανάγκη για την ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδας είναι άμεση, υποστηρίζει σε άρθρο του για το Bloomberg ο Μοχάμεντ Ελ Εριάν, σχολιογράφος του πρακτορείου οικονομικών ειδήσεων κι επικεφαλής οικονομολόγος της Allianz SE.
Εάν δεν υπάρξει ελάφρυνση χρέους στο πλαίσιο ενός ολοκληρωμένου προγράμματος μεταρρυθμίσεων, η Ελλάδα θα δυσκολευτεί να αναπτυχθεί, η ανεργία θα παραμείνει υψηλή, ενώ θα επανεμφανίζεται περιοδικά αναταραχή που θα αποτελέσει πρόκληση για τη λειτουργία της Ευρωζώνης, συνεχίζει.
Η πολιτική ανάλυση ωστόσο είναι πολύ πιο δύσκολη, σημειώνει. Ακόμη και το παράθυρο που άνοιξε λόγω της κρίσης των προσφύγων στην Ευρώπη δεν καταφέρνει να αποτελέσει επαρκή καταλύτη αλλαγής. Αν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί, η Ελλάδα θα μπορούσε να καταλήξει να αποτελεί συστατικό στοιχείο μιας πολύ μεγαλύτερης απειλής για την ακεραιότητα και την απόδοση τόσο της Ευρωζώνης όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προεξοφλεί ο Ελ Εριάν.
Η ελάφρυνση χρέους δεν παραχωρείται ποτέ εύκολα, και υπάρχουν καλοί λόγοι γι' αυτό. Ακόμη κι αν είναι μια οικονομικά βιώσιμη λύση, η ιδέα αυτή εγείρει θεμελιώδη δικαιώματα δικαιοσύνης, κινήτρων και σκοπών, σημειώνει ο αρθρογράφος: Γιατί να παραχωρηθεί ελάφρυνση χρέους σε μια κακοπληρώτρια οφειλέτρια χώρα όταν άλλες κατέβαλαν τόσο μεγάλες προσπάθειες να αποπληρώσουν το χρέος τους; Και τι συμβαίνει με τους πιστωτές που εργάστηκαν σκληρά για να κερδίσουν τα χρήματα που δάνεισαν; Γιατί να τιμωρηθούν; Και δεν ενθαρρύνει η ελάφρυνση χρέους άλλους οφειλέτες να είναι λιγότερο φιλόπονοι, πιθανόν υπονομεύοντας τη συνολική ροή των πιστώσεων που υποστηρίζουν την οικονομική ανάπτυξη και προσφέρει ευρύτερες ευκαιρίες για να υπάρξει ευημερία; — διερωτάται ο Ελ Εριάν.
Αυτές μπορεί να είναι θεμιτές ερωτήσεις από οικονομική άποψη. Εν καιρώ, αυτές οι ανησυχίες έκαναν, και σωστά, σπάνια την ελάφρυνση χρέους, αντικείμενο εξαντλητικών διαπραγματεύσεων, ή κάτι που εξαρτάται από το αποτέλεσμα άλλων πραγματικά εξαιρετικά περιστάσεων. Αλλά η οικονομική ανάλυση δείχνει, σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της Allianz, ότι υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις όπου η ελάφρυνση χρέους είναι στην πραγματικότητα η καλύτερη επιλογή.
Πέραν ενός ορισμένου σημείου, το υψηλό χρέος κάνει πιο πολλά από το να συνθλίβει τις προσπάθειες του οφειλέτη να ανακάμψει. Παράλληλα, εμποδίζει την έλευση νέου κεφαλαίου, καθώς οι πιθανοί νέοι πιστωτές ανησυχούν και δίκαια ότι θα μολυνθούν από τις ήδη υπερβολικές προϋπάρχουσες οφειλές. Χωρίς το απαραίτητο οξυγόνο που προσφέρουν οι εισροές κεφαλαίου, ο οφειλέτης υποφέρει ακόμη περισσότερο, γεγονός που καθιστά την ανάπτυξη σχεδόν αδύνατη και κάνουν την παγίδα του χρέους ακόμη πιο βαθιά, σύμφωνα με τον Ελ Εριάν.
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι συμφωνούν πως η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να αναπτυχθεί χωρίς ελάφρυνση χρέους, τονίζει ο αρθρογράφος του Bloomberg. Αυτή είναι ένα απαραίτητο, αλλά όχι επαρκές από μόνο του, συστατικό στοιχείο κάθε προσέγγισης για να επιστρέψει η χώρα σε έναν δρόμο βιώσιμης ανάπτυξης, να μειώσει τα πολύ ανησυχητικά επίπεδα ανεργίας και να αποφύγει μια χαμένη γενιά άνεργων και περιθωριοποιημένων νέων. Εάν παραχωρηθεί στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, η ελάφρυνση του χρέους μπορεί επίσης να αποκαταστήσει τη θέση της Ελλάδας ως πλήρους μέλους της Ευρωζώνης, υποστηρίζει στο άρθρο του.
Αλλά παρότι τα επιχειρήματα είναι ακριβή από οικονομική άποψη, το θέμα είναι ταυτόχρονα πολιτικά περίπλοκο, σημειώνει ο Μοχάμεντ Ελ Εριάν. Αυτό συμβαίνει διότι λόγω των αποφάσεων που ελήφθησαν στο πλαίσιο των προηγούμενων προγραμμάτων στήριξης της οικονομίας της Ελλάδας, το μεγαλύτερο μέρος του χρέους της χώρας οφείλεται τώρα σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη και τους θεσμούς τους. Κατά συνέπεια, η απόφαση για την ελάφρυνση χρέους μπορεί να προκύψει μόνο από μια πολιτική διαδικασία στην οποία θα συμμετέχουν εθνικά κοινοβούλια, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Γερμανίας, της Φινλανδίας και της Ολλανδίας, που τείνουν να αντιμετωπίζουν εχθρικά την ελάφρυνση των όρων των προηγούμενων δανείων, συνοψίζει.
Πολλοί νόμιζαν ότι η προσφυγική κρίση θα έκανε ευκολότερη την πολιτική έγκριση της οικονομικά απαραίτητης, αλλά δύσκολης απόφασης, γράφει ο Ελ Εριάν. Η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή αυτής της κρίσης και φιλοξενεί, υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, “εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες” (όπως γράφει ο ίδιος) που επιδιώκουν να εγκατασταθούν αλλού στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Αλλά η εκμετάλλευση αυτής της ευκαιρίας αποδείχθηκε δύσκολη, προσθέτει ο Μοχάμεντ Ελ Εριάν, καθώς η κρίση των προσφύγων εξέθεσε βαθείς διχασμούς στην ΕΕ. Η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, η οποία ηγείται σε αυτό και σε πολλά άλλα ζητήματα στην Ευρώπη, συναντά πλέον σθεναρή αντίσταση στο εσωτερικό της χώρας της έναντι της θαρραλέας πολιτικής της στην κρίση των προσφύγων, σημειώνει ο σχολιογράφος.
Όπως προκύπτει, η αρχή του καλοκαιριού θα είναι μια περίοδος που θα θέσει ακόμη σοβαρότερες προκλήσεις για την ΕΕ και την Ευρωζώνη. Τότε, η Ελλάδα μπορεί να μην διαθέτει ρευστότητα για να συμβάλει στη λειτουργία της οικονομίας και να εξυπηρετεί το χρέος της. Ταυτόχρονα, το Ηνωμένο Βασίλειο θα ψηφίσει για το εάν θα παραμείνει στην ΕΕ. Ενώ η Ευρώπη είναι πιθανό να έχει ανακαλύψει, με τον δύσκολο τρόπο, πως η πρόσφατη συμφωνία για τις ροές των προσφύγων είναι δύσκολο να εφαρμοστεί, προβλέπει ο Μοχάμεντ Ελ Εριάν.
Η Ευρώπη πρέπει να λάβει μέτρα τώρα για να αποφευχθεί ο δυνητικός συνδυασμός προβλημάτων αυτό το καλοκαίρι που, εάν αντιμετωπιστούν με άσχημο τρόπο, όχι απλά θα αποτελέσουν σοβαρή δοκιμασία όχι μόνο για την αποφασιστικότητά της και τις ικανότητές της να λύνει προβλήματα, αλλά και για την πολιτική της αξιοπιστία. Υπό αυτό το πρίσμα, η φαινομενικά δύσκολη απόφαση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους μετατρέπεται σε ανάγκη εκ των πραγμάτων η οποία ενισχύει την οικονομική επιχειρηματολογία υπέρ της, σημειώνει ο οικονομολόγος.
Αυτή είναι μια απόφαση που βρίσκεται στα χέρια των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και κοινοβουλίων που, παρότι αμφισβητούνται από αντισυστημικά εθνικιστικά κινήματα, κυριαρχούνται ακόμη από αυτούς που πιστεύουν στο ιστορικό σχέδιο της όλο και πιο στενής ολοκλήρωσης της ΕΕ, καταλήγει.