«Η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα έχει πολύ σημαντική επίπτωση στο κλίμα εμπιστοσύνης καθώς αποτελεί το κλειδί για την επιστροφή των καταθέσεων και την έναρξη των συζητήσεων για μία σειρά θετικές δράσεις», αναφέρει σε άρθρο του στην "Καθημερινή" ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας και υποστηρίζει ότι «η Βουλή των Ελλήνων είναι αυτονόητο ότι πρέπει να συμβάλλει στην ολοκλήρωση του νομοθετικού έργου που υλοποιεί την Σύμβαση με τους εταίρους».
Η ελληνική οικονομία στην αρχή του 2016 βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι λέει ο κ. Στουρνάρας και εξηγεί: «Εχει μπροστά της την πρώτη αξιολόγηση του νέου χρηματοδοτικού προγράμματος, η οποία περιέχει δύο πολύ σημαντικές και ευαίσθητες προαπαιτούμενες δράσεις: την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος και την ευθυγράμμιση της φορολογίας του αγροτικού εισοδήματος». Συνεχίζοντας αναφέρει ότι ενώ η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα συμβάλλει στο κλίμα εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία, ενδεχόμενη αποτυχία θα λειτουργούσε αποσταθεροποιητικά επαναφέροντας στη μνήμη την αρνητική εμπειρία του πρώτου εξαμήνου του 2015. Υποστηρίζει δε ότι η διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα πρέπει να ολοκληρωθεί στο επίπεδο του Eurogroup, καθώς η κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθιστά άκρως επικίνδυνη την μεταφορά της στο επίπεδο του Συμβουλίου Κορυφής.
Ο κ. Στουρνάρας εμφανίζεται αισιόδοξος υποστηρίζοντας ότι παρά τα λάθη και τις παραλείψεις των προηγούμενων ετών -και από την ελληνική πλευρά και από τους εταίρους- οι πιθανότητες να επιτύχουμε είναι πολύ μεγάλες και εξαρτώνται από εμάς. Αφού παραθέτει τις επιτυχίες εν μέσω κρίσης, δίνοντας έμφαση στην μεγαλύτερη ιστορικά μέσα στον ΟΟΣΑ διορθωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του ελλείμματος, στην μεγαλύτερη διόρθωση στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και μία από τις μεγαλύτερες διορθώσεις στην ανταγωνιστικότητα με όρους μοναδιαίου κόστους εργασίας, ο κ. Στουρνάρας εφιστά την προσοχή και θέτει τους επόμενους στόχους: «Για να επιτύχουμε πρέπει να υπερνικήσουμε τους δισταγμούς μας, πρέπει να οικειοποιηθούμε τις μέχρι τώρα επιτυχίες, να προχωρήσουμε και να υλοποιήσουμε το πρόγραμμα, να αξιοποιήσουμε την ακίνητη περιουσία του δημοσίου προσελκύοντας άμεσες ξένες επενδύσεις μέσω της αναβάθμισης των χρήσεων γης... να εντάξουμε στο πρόγραμμα περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις μειώνοντας έτσι το ύψος του τελικού στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος που καθιστά βιώσιμο το δημόσιο χρέος, να προχωρήσουμε σε περαιτέρω μειώσεις μη στοχευμένων αλλά και συγκεκριμένων ανεπαρκώς στοχευμένων δημοσίων δαπανών και να μη επιλέξουμ αντ' αυτών αυξήσεις φορολογικών συντελεστών». Κλείνοντας το άρθρο του αναφέρει ότι «η έξοδος από την κρίση και η επιστροφή στην κανονικότητα και σε διατηρήσιμη ανάπτυξη είναι κοντά...Σήμερα δεν νοείται νέα οπισθοδρόμηση».