Την αναγκαιότητα αλλαγής της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων, ιδιαίτερα στις χώρες που έχουν χτυπηθεί από την ύφεση, πρότεινε από το βήμα του συνεδρίου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, με την ιδιότητά του ως αναπληρωτής πρόεδρος των Ευρωεπιμελητηρίων, ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος.
Στην παρέμβασή του σε πάνελ, ο κ. Μίχαλος ανέλυσε λεπτομερώς τους παράγοντες που σήμερα αποθαρρύνουν τους επενδυτές να προχωρήσουν στις αναγκαίες επενδύσεις που θα δώσουν προστιθέμενη αξία στις οικονομίες των ευάλωτων χωρών, αλλά και θα δημιουργήσουν θετικό πρόσημο στην ανάπτυξη, στην απασχόληση και στην κοινωνική συνοχή σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο κ. Μίχαλος εστίασε ιδιαίτερα στο θέμα της φορολογίας, επισημαίνοντας ότι, σύμφωνα και με την ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα φορολογικά συστήματα των κρατών-μελών είναι περίπλοκα και σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένα από τη φορολόγηση της εργασίας, κάτι που λειτουργεί αρνητικά σε σχέση με την ανάπτυξη και την απασχόληση. Ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Ελλάδα, το ύψος της φορολογίας συνιστά βασικό αποτρεπτικό παράγοντα για την υλοποίηση επενδύσεων.
Όπως τόνισε ο κ. Μίχαλος, οι Ευρωπαίοι εταίροι και δανειστές μας διακατέχονται, δυστυχώς, από μια αντιφατική λογική, από τη μια να επιβάλουν στη χώρα μας φορολογικά μέτρα που καθηλώνουν τις επενδύσεις και την ανάπτυξη και από την άλλη να υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα πρέπει να προσελκύσει επενδύσεις. “Με την αντιφατική αυτή λογική ρίχνουμε ουσιαστικά νερό σε ένα βαρέλι δίχως πάτο”, τόνισε ο κ. Μίχαλος και συμπλήρωσε: “Για να προσελκύσουμε ιδιώτες επενδυτές, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και την Ευρώπη, δεν χρειάζονται μόνο χρηματοδοτικά κίνητρα, όπως για παράδειγμα το πακέτο Γιούνκερ, αλλά και μια συνεκτική οικονομική δημοσιονομική πολιτική”.
Όπως σημείωσε: “Το σύνολο των επενδύσεων στην ΕΕ το 2014 ήταν κατά 15% χαμηλότερο από τα αντίστοιχα επίπεδα του 2007. Η επενδυτική 'ξηρασία' είναι ακόμη πιο έντονη στις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο από την οικονομική κρίση, όπως η Ελλάδα. Εκεί, για την ίδια περίοδο, η μείωση κυμαίνεται από 25% έως 60%. Ο αντίκτυπος είναι εμφανής τόσο στον ασθενικό ρυθμό ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας όσο και στην απασχόληση: Σήμερα, υπάρχουν στην Ευρώπη 23 εκατομμύρια άνεργοι, με τους νέους να βρίσκονται στη δυσκολότερη θέση”.