Tην επάνοδο της ελληνικής οικονομίας σε υφεσιακή τροχιά καθώς και τη χειροτέρευσή της κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015, θίγει η τριμηνιαία έκθεση του γραφείου Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, στην τριμηνιαία έκθεσή του.
Στο ίδιο πλαίσιο επισημαίνει ότι ο κίνδυνος του Grexit και της χρεοκοπίας δεν έχει υποχωρήσει, επιρρίπτοντας ευθύνες και στη διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης.
Στην τριμηνιαία έκθεσή του, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, εκτιμά απώλειες 4 έως 10 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ το 2015, ανάλογα με το ποσοστό της ύφεσης, βάσει και το προβλέψεων της Κομισιόν (σ.σ. η Κομισιόν λέει για ύφεση 2% έως 4% φέτος).
Μετά τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων- οι οποίοι δεν θα καταργηθούν άμεσα- οι επιπτώσεις διευρύνονται καταλυτικά.
Η μείωση του εβδομαδιαίου ΑΕΠ εκτιμάται από 1,75 δισ. ευρώ έως και 2,8 δισ. ευρώ με capital controls για την περίοδο Ιούλιο-Σεπτέμβριο.
Οι αιτίες
Εξετάζοντας τα δεδομένα, η ίδια έκθεση αναφέρει ότι οι αιτίες είναι πολλές: "Η εκλογική διαδικασία πρώτα και, στη συνέχεια, η μη συμφωνία με τους θεσμούς (=τρόικα) επηρέασε τελικά τις επενδυτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων και, μετά από μια μικρή αναλαμπή τον Φεβρουάριο, τους καταναλωτές. Παράλληλα ο συνδυασμός της φειδωλής παροχής ρευστότητας από τον ELA (Emergency Liquidity Assistance) και της αυξημένης εκροής καταθέσεων που οδηγούσε σε αποθησαύριση του χρήματος επιδείνωνε ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Γεγονός είναι ότι συνεχίσθηκε το κλείσιμο επιχειρήσεων και η ανεργία άρχισε να αυξάνεται πάλι, ενώ οι διάφορες εκκρεμότητες άρχισαν να απειλούν και τον τουρισμό. Εν ολίγοις, η αβεβαιότητα αποτέλεσε τον βασικό προσδιοριστικό παράγοντα για την υφεσιακή τροχιά.
Η αποχώρηση από τις διαπραγματεύσεις, η λήξη του προγράμματος προσαρμογής (τέλος Ιουνίου 2015), η διακοπή της αποπληρωμής δανείων στο ΔΝΤ και η προκήρυξη του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου επιδείνωσαν την οικονομική κατάσταση. Πιο συγκεκριμένα, η συνακόλουθη ανασφάλεια που προκλήθηκε, οδήγησε σε ακόμη μεγαλύτερη εκροή καταθέσεων, η οποία σε συνδυασμό με τη διακοπή ρευστότητας από τον ELA, είχαν ως αποτέλεσμα την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων (capital controls) αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το οικονομικό κόστος στο οποίο προστέθηκε και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Προς στιγμή, η χώρα φάνηκε να βαδίζει προς μια χαοτική χρεοκοπία. Όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός στη Βουλή (15.7.2015) η χώρα βρέθηκε, αντιμέτωπη με το δίλημμα ή να αποδεχθεί μια νέα συμφωνία με τους εταίρους, όπως και έγινε τελικά στις 12 Ιουλίου, ή να χρεοκοπήσει και να βρεθεί εκτός Ευρωζώνης αποκομμένη από τους μηχανισμούς αλληλεγγύης της ΕΕ.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ) είχε εξ αρχής υποστηρίξει (πριν και μετά από τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015) ότι έπρεπε να επιτευχθεί το ταχύτερο δυνατό συμφωνία με τους θεσμούς. Επίσης, σε προηγούμενες εκθέσεις μας είχαμε υποστηρίξει ότι ήταν απαραίτητο ένα τρίτο πρόγραμμα στήριξης, που θα εξασφάλιζε τις χρηματοδοτικές ανάγκες τις χώρας σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, στο βαθμό που δεν ήταν εφικτή η προσφυγή στις αγορές. Όπως αναφέραμε επίσης, το πρόγραμμα αυτό θα έπρεπε να συνοδευτεί και με αναδιάρθρωση του χρέους. Σειρά κειμένων που παρουσίασε διαδοχικά η ελληνική πλευρά στις διαπραγματεύσεις έδειχναν επίσης ότι οι διαφορές μεταξύ Ελλάδας και εταίρων μειώνονταν. Κατά τη γνώμη μας, μια ταχεία κατάληξη σε συμφωνία με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) πάνω σε ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων το οποίο θα αποτελεί “ιδιοκτησία” της ελληνικής πλευράς και κοινωνίας, παρά τις πολιτικές – ιδεολογικές δυσκολίες, ήταν και παραμένει σε όρους γενικής ευημερίας προτιμότερη από την παράταση της εκκρεμότητας ή και από μια ενδεχόμενη άτακτη χρεοκοπία. Είναι δηλαδή προτιμότερη ακόμα και με καθαρά οικονομικά κριτήρια.
Σημειώναμε ότι οι συσχετισμοί δύναμης ήταν εξ αρχής δυσμενείς για την Ελλάδα", αναφέρει μεταξύ άλλων.
Διαβάστε ολόκληρη την έκθεση.