Ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος, με αφορμή την επίτευξη της συμφωνίας της Ελλάδας με τους εταίρους της, προέβη στην ακόλουθη δήλωση:
«Με την επίτευξη της συμφωνίας με τους εταίρους της, η Ελλάδα κατάφερε να παραμείνει στο σκληρό πυρήνα της Ε.Ε., ωστόσο τα μέτρα που συνοδεύουν τη συμφωνία, τουλάχιστον αυτά που αφορούν τα φορολογικά μέτρα, εξακολουθούν να κινούνται σε μία αντιαναπτυξιακή κατεύθυνση και να θέτουν προσκόμματα στην ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα.
Η συνταγή της υπερφορολόγησης είναι βέβαιο ότι και αυτή τη φορά θα έχει αρνητικά αποτελέσματα και θα προκαλέσει σοβαρές απώλειες στην οικονομία και στην απασχόληση.
Αυτή τη στιγμή, το μεγάλο ζητούμενο για την οικονομία και την αγορά είναι να επιλυθεί τάχιστα το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες και το οποίο έχει μπλοκάρει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Η κυβέρνηση οφείλει άμεσα να προβεί σε όλες εκείνες τις απαιτούμενες ενέργειες για την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας και την επαναλειτουργία υπό κανονικές συνθήκες των τραπεζών.
Βεβαίως, εξίσου ζωτικής σημασίας είναι και η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων τα επόμενα χρόνια. Το πακέτο των 35 δισ. ευρώ αποτελεί εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο για τη στήριξη της ανάπτυξης και την αύξηση της απασχόλησης. Θα πρέπει οι πόροι αυτοί να αξιοποιηθούν στη βάση ενός εθνικού σχεδιασμού, με στόχο την παραγωγική αναδιάρθρωση και την ενίσχυση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας.
Τέλος, η κυβέρνηση θα πρέπει να νομοθετήσει και να εφαρμόσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις μέσω των οποίων μπορεί να ενισχυθεί ο υγιής ανταγωνισμός και να δημιουργηθούν νέες επενδυτικές ευκαιρίες.
Ας μην υπάρχει, όμως, καμία παρεξήγηση: με τη συμφωνία και το νέο μνημόνιο, η Ελλάδα δεν σώθηκε. Έκανε ένα βήμα πίσω από το χείλος του γκρεμού, αλλά εξακολουθεί να παραπαίει, με την οικονομία της διαλυμένη και με την αξιοπιστία της ξανά στο ναδίρ. Ο μόνος δρόμος για να επιβιώσει η χώρα είναι να υπάρξουν άμεσα μέτρα και πολιτικές που θα αντισταθμίσουν τα υφεσιακά μέτρα και θα στηρίξουν τις προσπάθειες του ιδιωτικού τομέα».