Στο ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ και τις επιπτώσεις που θα είχε όχι μόνο στην ελληνική οικονομία αλλά και σε άλλες χώρες αναφέρθηκε ο επικεφαλής των οικονομολόγων για τις αναδυόμενες χώρες της αμερικανικής τράπεζας Merrill Lynch στο Λονδίνο, ο Αυστριακός Ντάβιντ Χάουνερ.
"Η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα δημιουργούσε προηγούμενο και οι χρηματαγορές θα έπρεπε, σε κάθε μελλοντική κρίση, να αναρωτιούνται εάν έπεται η αποχώρηση άλλης χώρας, άρα θα ήταν ένας παράγοντας αποσταθεροποίησης", προειδοποιεί σε σημερινή συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα "Ντι Πρέσε",
Η Ελλάδα θέλει να παραμείνει στο ευρώ, όπου θα ήταν καλύτερα η θέση της και όλες οι υποτιμήσεις τα προηγούμενα χρόνια δεν έφεραν καμιά τόνωση της οικονομίας, επειδή λείπει μια ανταγωνιστική εξαγωγική οικονομία, αναφέρει, προσθέτοντας πως το Grexit θα ήταν ένα "ατέλειωτο χάος" και νομικά όχι εφικτό.
Το τελευταίο ευρώ που βρίσκεται ακόμη στη χώρα θα αποσυρόταν και θα έπρεπε να κλειστούν τα σύνορα, ώστε οι άνθρωποι να μην εξάγουν τα χρήματα στο εξωτερικό μέσα σε βαλίτσες, ενώ και αυτό το ίδιο το δημοκρατικό σύστημα στη χώρα θα μπορούσε να καταρρεύσει, διευκρινίζει.
Κατά την άποψή του, οι επενδυτές προσπαθούν σήμερα να αγνοούν το θέμα Ελλάδα, η οποία, όπως σημειώνει, ως πρώτο κράτος είχε κάνει τη διαδρομή από αναδυόμενη σε αναπτυγμένη χώρα και πάλι πίσω, και σήμερα επενδύουν εκείνοι που είναι εξοικειωμένοι με χώρες, όπως η Ρωσία και η Τουρκία, δηλαδή οι άνθρωποι που είναι εξειδικευμένοι να υπολογίζουν πόσα ευρώ βρίσκονται ακόμη στα ταμεία. Ο ίδιος πιστεύει ότι τα χρήματα στην Ελλάδα θα επαρκέσουν έως το τέλος Ιουνίου και ότι για πολιτικούς λόγους δίνονται άλλα στοιχεία για να ασκηθεί πίεση, αφενός στις διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τα δάνεια, και αφετέρου στο εσωτερικό για να ψηφιστεί από τη Βουλή ένα πακέτο μεταρρυθμίσεων.
Ως προς το αν θα υπάρξει έγκαιρα συμφωνία ανάμεσα στην Αθήνα και τους δανειστές, ο Αυστριακός οικονομολόγος -- ο οποίος διδάσκει και στα αυστριακά Πανεπιστήμια σε Γκρατς και Κλάγκενφουρτ -- παρατηρεί πως θα είναι πολύ κρίσιμο, καθώς τα χρήματα τελειώνουν στο τέλος Ιουνίου και η Ελλάδα θα χρεοκοπούσε στη συνέχεια, όπως επίσης οι ελληνικές τράπεζες, γιατί είναι πλήρεις κρατικών ομολόγων.
Όπως συμπληρώνει, από την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα έπρεπε να διακόψει την παροχή ρευστότητας, κάτι που θα προκαλούσε πανικό και οι τελευταίοι καταθέτες θα απέσυραν τα χρήματα από τις τράπεζες. Την τελευταία στιγμή η Βουλή θα έπρεπε να περάσει ένα νέο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, κάτι που αποκλείει αυτή τη στιγμή το ένα τρίτο των βουλευτών της κυβέρνησης. Ο ίδιος θεωρεί ότι στις διαπραγματεύσεις υπάρχει χώρος για συμβιβασμούς, ωστόσο, όπως λέει, οι Έλληνες έκαναν λάθος στους υπολογισμούς τους και ούτε η Δυτική Ευρώπη ούτε οι άλλες χώρες της περιφέρειας είναι με το μέρος τους, ενώ ο χρόνος τρέχει και ακόμη και εάν μπορέσει η κυβέρνηση να συμφωνήσει σε ένα πρόγραμμα, λείπει η πλειοψηφία στη Βουλή, χωρίς από την άλλη, να είναι λύση ένα δημοψήφισμα.
Σύμφωνα με τον Ντάβιντ Χάουνερ, η Ελλάδα πριν τις εκλογές βρισκόταν σε καλή κατάσταση, είχε ένα πρωτογενές πλεόνασμα και χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησής της από ότι οι ΗΠΑ, έχοντας αποφύγει τα χειρότερα, τώρα έχει γίνει ένα μεγάλο βήμα προς τα πίσω, υπάρχει ύφεση και ένα πρωτογενές έλλειμμα διότι δεν έχουν εισπραχθεί φόροι.
Για πλατιά στρώματα της κοινωνίας, η κατάσταση ήταν κοινωνικά δυσβάστακτη, ωστόσο η Ελλάδα για δέκα χρόνια είχε ένα εισοδηματικό επίπεδο που δεν αντιστοιχούσε στις οικονομικές της επιδόσεις και το πρόβλημα είναι πως εκείνοι οι οποίοι επωφελήθηκαν από αυτό δεν είναι και οι ίδιοι, οι οποίοι πληρώνουν τώρα το τίμημα, διότι οι περικοπές πλήττουν κυρίως τους κοινωνικά αδύναμους, ενώ οι εισπράξεις φόρων από τους μεγαλοεισοδηματίες παραμένουν ακόμη χαμηλές και οι μεγάλες καταθέσεις ιδιωτών ή επιχειρήσεων βρίσκονται ήδη εκτός χώρας και εκείνα που παραμένουν είναι μόνον οι μικροκαταθέσεις.
Ωστόσο το Grexit και η υποτίμηση του νομίσματος θα αποτελούσε για τους κοινωνικά αδύναμους μια καταστροφή και δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή, καταλήγει στη συνέντευξή του ο Αυστριακός οικονομολόγος.